THEPOWERGAME
Η έγκριση του Ταμείου Ανάκαμψης των 750 δισ. ευρώ εξελίσσεται σε βραδύτερους του επιθυμητού ρυθμούς δήλωσε ο Πορτογάλος κεντρικός τραπεζίτης, Μάριο Σεντένο, αλλά συμπλήρωσε πως έχει εμπιστοσύνη στις διαδικασίες των Βρυξελλών. Απευθυνόμενος στο πρακτορείο Reuters, τόνισε πως αναπροσαρμογές του προγράμματος αγοράς ομολόγων (ΡΕΡΡ) θα μπορούν να γίνονται σε μηνιαία βάση ανάλογα με τις συνθήκες, εκφράζοντας την πεποίθηση πως η βελτίωση των επιδόσεων της Ευρωζώνης εντός του δεύτερου και τρίτου τριμήνου θα δικαιώσουν την απόφαση που έλαβε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα τον περασμένο Δεκέμβριο για την αύξηση του ορίου των αγορών ομολόγων κατά 500 δισ. ευρώ στα 1,85 τρισ. ευρώ.
Την περασμένη εβδομάδα, η επικεφαλής της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, ανακοίνωσε πως θα επιταχυνθεί ο ρυθμός των αγορών ομολόγων το επόμενο τρίμηνο σε μια απόπειρα να κατευνάσει τον προβληματισμό των αγορών από την αύξηση του κόστους δανεισμού στην Ευρωζώνη. Ο κ. Σεντένο αναφέρθηκε εκ νέου στην ευελιξία του ΡΕΡΡ, τονίζοντας πως τα εργαλεία της νομισματικής πολιτικής δεν έχουν εξαντληθεί, με την επίδραση τους να βελτιώνεται όταν χρησιμοποιούνται παράλληλα με τη δημοσιονομική πολιτική. Το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων έχει στεφθεί με επιτυχία, δήλωσε ο κ. Σεντένο, προσθέτοντας όμως πως «το δεύτερο και τρίτο κύμα της πανδημίας δείχνουν πως δεν έχουμε ακόμη διαφύγει από τον κίνδυνο, απέχουμε από κάτι τέτοιο και έτσι πρέπει να διατηρήσουμε ενεργές τις πολιτικές μας».
Το ΡΕΡΡ πρωταγωνιστεί στο οπλοστάσιο που έχει ενεργοποιήσει η ΕΚΤ για την καταπολέμηση των οικονομικών επιπτώσεων της πανδημικής κρίσης του ιού SARS-CoV-2. Το συγκεκριμένο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων έχει δημιουργήσει ένα λίαν ευνοϊκό περιβάλλον για τη χρηματοδότηση των κυβερνήσεων, οι οποίες έχουν αυξήσει κατακόρυφα τον δανεισμό τους προκειμένου να καλύψουν όσο το δυνατό περισσότερο τα τεράστια κενά που προκλήθηκαν σε ένα μεγάλο κομμάτι της επιχειρηματικής δραστηριότητας από την κοινωνική αποστασιοποίηση. Επιδοτήσεις, εγγυήσεις σε δάνεια, αναστολή ή και προσωρινή μείωση των φορολογικών βαρών έχουν οδηγήσει σε αύξηση του κρατικού δανεισμού στον ανεπτυγμένο κόσμο κατά 60% κατά τη διάρκεια του περσινού έτους. Οι ανάγκες χρηματοδότησης των κυβερνήσεων στην Ευρωζώνη, έτσι όπως προσδιορίζονται από το σύνολο των δημοσιονομικών ελλειμμάτων και των τίτλων χρέους που πλησιάζουν σε ωρίμανση, αναμένεται να παραμείνουν υψηλές εντός της επόμενης διετίας, προσεγγίζοντας ακόμη και το 20% του ΑΕΠ, επισημαίνεται από το Bloomberg.
Το πλεονέκτημα των ΗΠΑ
Στο μεταξύ, οι ΗΠΑ φαίνεται να αποκτούν ανταγωνιστικό πλεονέκτημα με το πακέτο των 1,9 τρισ δολαρίων που εγκρίθηκε την περασμένη εβδομάδα από το Κογκρέσο. Οικονομικοί αναλυτές εκτιμούν πως το παραγωγικό κενό στην Ευρωζώνη, δηλαδή η διαφορά των οικονομικών συνθηκών στις αρχές του έτους σε σχέση με τη δυνητική ανάπτυξη, θα διπλασιαστεί συγκριτικά με τις ΗΠΑ. Πολύ απλά αυτό σημαίνει πως η Ευρώπη θα δημιουργήσει λιγότερες θέσεις εργασίας καθώς η ζήτηση θα αργήσει να επανέλθει στα προ πανδημίας επίπεδα. Αυτή η νευρικότητα που έχει δημιουργηθεί γύρω από το εμβόλιο της AstraZeneca δεν βοηθά στην επιτάχυνση των εμβολιασμών που παίζουν κεντρικό ρόλο στην έστω και βαθμιαία ανάκαμψη των οικονομιών. «Οι ΗΠΑ θα επανέλθουν στα προ πανδημίας επίπεδα μέχρι το επόμενο έτος, ενώ η Ευρώπη θα καθυστερήσει αρκετά χρόνια ακόμα», σχολιάζει ο Έρικ Νίλσεν, επικεφαλής οικονομολόγος στην ιταλική τράπεζα UniCredit.