THEPOWERGAME
Καθώς οι τραπεζικές αναταράξεις έχουν αρχίσει να «χωνεύονται» από τις αγορές διεθνώς, η UBS εξετάζει το πού θα μπορούσε να εμφανιστεί η επόμενη κρίση, επισημαίνοντας τους τομείς σε ΗΠΑ και Ευρώπη που στέλνουν ήδη αυτή τη στιγμή, σήματα συναγερμού.
Σε ό,τι αφορά στις ΗΠΑ, ακόμα και πριν από τις πρόσφατες χρεοκοπίες τραπεζών η UBS είχε επισημάνει ότι οι μεγαλύτερες περιοχές πιστωτικών ευπαθειών αφορούσαν την εταιρική πίστωση. Σε αυτό το πλαίσιο, επισημαίνει μερικούς βασικούς τομείς που οι αγορές θα πρέπει να παρακολουθήσουν:
- Πρώτον, τις μικρές επιχειρήσεις των ΗΠΑ. Οι αιτήσεις πτώχευσης ιδιωτικών εταιρειών των ΗΠΑ έχουν αυξηθεί σημαντικά φέτος, ξεπερνώντας τα επίπεδα που παρατηρήθηκαν το 2020. Οι μικρότερες από τις εταιρείες είναι πιο ευαίσθητες στην αυστηρότερη νομισματική πολιτική της Fed, στις πληθωριστικές και μισθολογικές πιέσεις και στη σύσφιξη στις αγορές χρηματοδότησης. Αυτό θα είναι ένα σημαντικό κανάλι μετάδοσης από τις εταιρείες στα νοικοκυριά μέσω πιθανών απωλειών θέσεων εργασίας. Η UBS επισημαίνει 5 κλάδους οι οποίοι ήδη στέλνουν σήματα συναγερμού σε αυτό το μέτωπο: υγειονομική περίθαλψη, λιανικό εμπόριο, κατασκευές, τράπεζες και εστιατόρια.
- Δεύτερον, τα δάνεια μεσαίων επιχειρήσεων και τα μοχλευμένα δάνεια (leveraged loans) παραμένουν, κατά την UBS, βασικός τομέας εστίασης μετά την επιδείνωση της εταιρικής κερδοφορίας και των δεικτών πίστωσης το δ’ τρίμηνο του 2022, σε συνδυασμό με το χτύπημα από τις χρεοκοπίες τραπεζών στον κλάδο της τεχνολογίας και στις συνθήκες ρευστότητας και χρηματοδότησης. Όσον αφορά τη μετάδοση, ένα βασικό κανάλι για τις μεγαλύτερες τράπεζες είναι κατά την άποψη της UBS, τα τραπεζικά δάνεια προς τον μη χρηματοπιστωτικό τομέα. Αυτά διαμορφώνονται σε 2 τρισεκατομμύρια δολάρια, από τα οποία τουλάχιστον το 1 τρισ. δολάρια είναι δάνεια σε funds (hedge funds, επενδυτικά funds κ.α), σε δανειστές και εκμισθωτές ακινήτων και οντότητες ειδικού σκοπού (συμπεριλαμβανομένων των τιτλοποιημένων δανειακών υποχρεώσεων – CLOs). Και περίπου το 70%/30% αυτών κατέχεται από τράπεζες με άνω των 250 δισ. δολ. ενεργητικό. Ενδεχόμενες υποβαθμίσεις και defaults εγγυήσεων θα μπορούσαν να επεκταθούν σε δάνεια που έχουν χορηγηθεί στον μη χρηματοοικονομικό τομέα, οδηγώντας σε μία ευρύτερη πιστωτική κρίση όχι μόνο σε μικρότερες/περιφερειακές τράπεζες αλλά και σε μεγαλύτερες τράπεζες, όπως προειδοποιεί η UBS.
Όσον αφορά στην Ευρώπη, η UBS πιστεύει ότι οι προοπτικές των θεμελιωδών μεγεθών των τραπεζών παραμένουν πιο υποστηρικτικές έναντι των πιστωτικών πιέσεων στην περιοχή, ενώ αναγνωρίζει ότι τα πρόσφατα γεγονότα έδειξαν ότι κάτι που ξεκινά ως θέμα ρευστότητας μπορεί πολύ γρήγορα να μετατραπεί σε πιστωτικό θέμα.
Ωστόσο, ένας από τους μεγαλύτερους κινδύνους σχετίζεται με τη ρευστότητα της πιστωτικής αγοράς.
Η ανάλυση της UBS δείχνει ότι η ρευστότητα των ομολόγων επενδυτικής βαθμίδας της ΕΕ έχει μειωθεί κατά 40% από την αρχή του 2022. Η ρευστότητα της αγοράς των ομολόγων μεγαλύτερου ρίσκου (υψηλών αποδόσεων) της ΕΕ παρέμεινε σε μεγάλο βαθμό αμετάβλητη.
Με τα spreads των ομολόγων υψηλής απόδοσης της ΕΕ να έχουν κορυφωθεί στις 650 μονάδες βάσης το 2022, η ανησυχία της UBS είναι ότι εάν αρχίσουμε να βλέπουμε ασθενέστερη ανάπτυξη (οδηγούμενη από αυστηρότερους πιστωτικούς όρους) και δυνητικά πιο επίμονο πληθωρισμό το δεύτερο εξάμηνο, μπορεί να δούμε ισχυρό sell-off στην αγορά, το οποίο στη συνέχεια θα επιδεινωθεί ακόμα περισσότερο, λόγω της πολύ χαμηλής ρευστότητας στη δευτερογενή αγορά, τις πωλήσεις ETF και την αδυναμία παροχής ρευστότητας.
Τέλος, στο Ηνωμένο Βασίλειο η UBS δεν ανησυχεί για κάποια μετάδοση της τραπεζικής κρίσης και πιστεύει ότι η Τράπεζα της Αγγλίας μπορεί να παράσχει διάφορα μέτρα παροχής ρευστότητας, εάν χρειαστεί. Ωστόσο, δεδομένης της αβεβαιότητας για τον πληθωρισμό, με την πρώτη άνοδο σε τέσσερις μήνες να σημειώνεται τον Φεβρουάριο, εξακολουθεί να πιστεύει ότι η περιοχή που θα μπορούσε να αποτελέσει την επόμενη κρίση είναι η αγορά κατοικίας. Εάν η BoE αναγκαζόταν να δράσει αυξάνοντας περισσότερο τα επιτόκια ή διατηρώντας τα υψηλά για μεγαλύτερο διάστημα, ο αντίκτυπος στο διαθέσιμο εισόδημα για τα νοικοκυριά θα αρχίσει να είναι σημαντικός, καθώς το 30% των στεγαστικών δανείων θα επαναδιαπραγματευθούν σε υψηλότερο επιτόκιο μέχρι το τέλος του 2023 και η μέση μηνιαία πληρωμή στεγαστικού δανείου θα εκτιναχθεί κατά 30%.