THEPOWERGAME
Σταδιακή αποκλιμάκωση στις υψηλές τιμές ενέργειας και λιπασμάτων από το 2023, οι οποίες όμως θα παραμείνουν σε υψηλότερα επίπεδα από τα προηγούμενα χρόνια, πιέζοντας το εισόδημα των παραγωγών τουλάχιστον έως το 2025, προβλέπει η Γενική Διεύθυνση Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στην ετήσια έκθεσή της για τις αγορές, το εισόδημα των αγροτών και το περιβάλλον (EU agricultural outlook for markets, income and environment, 2022-2032).
Σύμφωνα με την έκθεση, το 2022 είναι η χρονιά στην οποία οι τιμές ενέργειας και λιπασμάτων λόγω του ακριβού φυσικού αερίου ανήλθαν στο υψηλότερο σημείο τους, ήτοι στο 135, με το 100 να αποτυπώνει τον μέσο όρο της τριετίας 2020-22. Από το 2023 οι τιμές θα αρχίσουν να αποκλιμακώνονται, για να φθάσουν στο 110 το 2025, ενώ αναμένεται να συνεχίσουν να μειώνεται και μετά το 2027, αλλά με ηπιότερο ρυθμό.
Ωστόσο, η διαφοροποίηση του ενεργειακού μείγματος στις αγροτικές εκμεταλλεύσεις (μέσω της προωθούμενης αξιοποίησης των ανανεώσιμων πηγών), η εφαρμογή πρακτικών ενεργειακής αποτελεσματικότητας (όπως τα συστήματα εξοικονόμησης ενέργειας) και η καλύτερα στοχευμένη χρήση λιπασμάτων (μέσω εφαρμογών γεωργίας ακριβείας) αναμένεται να μειώσουν τον οικονομικό αντίκτυπο της ενέργειας και των λιπασμάτων στους παραγωγούς.
Στα επίπεδα της τριετίας 2010-12 το αγροτικό εισόδημα
Το 2022 εκτιμάται, όμως, ότι είναι και η χρονιά στην οποία το συνολικό αγροτικό εισόδημα, αποπληθωρισμένο, έφθασε στο υψηλότερο σημείο του. Από το 2023, σύμφωνα με την έκθεση, θα υπάρξει αποκλιμάκωσή του, αλλά θα παραμείνει σε συγκρίσιμα επίπεδα με την τριετία 2010-12.
Στα επίπεδα του 2019 η αξία αγροτικής παραγωγής το 2025
Από το 2023 αναμένεται και μείωση της αξίας της αγροτικής παραγωγής, που ανήλθε στο υψηλότερο επίπεδό της το 2021 και το 2022, λόγω της ανάκαμψης στη μετά COVID-19 εποχή και των γεωπολιτικών εξελίξεων. Το 2025 εκτιμάται ότι θα έχει επιστρέψει στα επίπεδα του 2019 και μετά το 2025 αναμένεται να αναπτύσσεται ήπια, κατά 0,3% σε ετήσια βάση, έως το 2032.
Την περίοδο 2022-32 η συνολική αξία της αγροτικής παραγωγής εκτιμάται ότι θα μειώνεται με ρυθμό 2,4% σε ετήσια βάση, καθώς οι υψηλές τιμές πιθανόν να επιστρέψουν στα προ 2020 επίπεδα.
Μικρότερη (0,5% σε ετήσια βάση) αναμένεται η μείωση στην αξία της ζωικής παραγωγής την επόμενη δεκαετία συγκριτικά με τα υψηλά επίπεδα του 2022, κυρίως στα γαλακτοκομικά προϊόντα και τα πουλερικά.
Διασφαλισμένη η διατροφική επάρκεια στην ΕΕ
Όσον αφορά το φλέγον, μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, θέμα της διατροφικής επάρκειας, η έκθεση εκτιμά ότι την επόμενη δεκαετία η ΕΕ θα παραμείνει αυτάρκης στο σιτάρι και το κριθάρι, ενώ στο καλαμπόκι οι υψηλές τιμές σε διεθνές επίπεδο πιθανόν να ευνοήσουν τις εισαγωγές συγκριτικά με την αύξηση της εγχώριας παραγωγής.
Στην έκθεση εκτιμάται ότι θα αυξηθεί η αυτάρκεια της ΕΕ σε ελαιούχους σπόρους και ιδιαίτερα σε σόγια, λόγω της αυξανόμενης ζήτησης για μη γενετικά μεταλλαγμένες ζωοτροφές και του σχετικά υψηλότερου περιθωρίου κέρδους συγκριτικά με τα δημητριακά και της επιβαλλόμενης εναλλαγής καλλιεργειών.
Στο κρέας, η υπερεπάρκεια (άνω του 100%) στην ΕΕ εκτιμάται ότι θα διατηρηθεί, παρά τη μικρή μείωση στην παραγωγή λόγω μείωσης τόσο στην εγχώρια κατανάλωση όσο και στις εξαγωγές.
Η ΕΕ αναμένεται να διατηρήσει τη θετική της θέση στις εξαγωγές τροφίμων, που αναμένεται να αυξηθούν κατά 21% την επόμενη δεκαετία, ενώ το 2030 η μέση δαπάνη του νοικοκυριού για τρόφιμα εκτιμάται ότι θα είναι μειωμένη κατά 2% συγκριτικά με το 2020, όταν ανήλθε σε ιστορικά υψηλά επίπεδα.