THEPOWERGAME
Οι κίνδυνοι στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της Ευρωζώνης έχουν αυξηθεί λόγω του διογκωμένου ενεργειακού κόστους, του αυξημένου πληθωρισμού και της χαμηλής ανάπτυξης, αναφέρει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) στην τελευταία έκθεση χρηματοπιστωτικής σταθερότητας. Η ΕΚΤ δεν αποκλείει τον κίνδυνο μιας τεχνητής ύφεσης ή της αύξησης των εταιρικών χρεοκοπιών ή της αδυναμίας εξυπηρέτησης δανείων εκ μέρους των νοικοκυριών εάν επιδεινωθούν περαιτέρω οι συνθήκες.
«Ο κόσμος και οι επιχειρήσεις δέχονται την επίδραση του αυξανόμενου πληθωρισμού και της επιβράδυνσης της οικονομικής δραστηριότητας», υπογράμμισε ο αντιπρόεδρος της ΕΚΤ Λουίς ντε Γκίντος. Πρόσθεσε πως έχουν αυξηθεί που κίνδυνοι για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της Ευρωζώνης, ενώ μια τεχνητή ύφεση φαίνεται όλο και πιο πιθανή.
Οι τελευταίες εξελίξεις καθιστούν ακόμη πιο ευάλωτα τα νοικοκυριά, τις επιχειρήσεις και τις κυβερνήσεις που είναι εκτεθειμένες σε υψηλά χρέη. Επιβαρύνουν, παράλληλα, το κλίμα στις αγορές και θέτουν σε δοκιμασία τις αντοχές των επενδυτικών κεφαλαίων. Επιπροσθέτως όλα τα αυτά τα αδύναμα σημεία μπορεί ταυτόχρονα να έχουν αρνητική επίδραση.
Οι προκλήσεις για τις εταιρείες έχουν επιδεινωθεί λόγω του υψηλού κόστους ενέργειας και πρώτων υλών, ενώ τα κέρδη τους αναμένεται να υποχωρήσουν όσο αυξάνονται οι δαπάνες χρηματοδότησης. Εάν υπάρξει επιδείνωση των συνθηκών τότε ενδεχομένως να αυξηθεί η συχνότητα των εταιρικών χρεοκοπιών, ειδικά όσων είναι ενεργοβόρες. Ο πληθωρισμός μαζί με την αύξηση των δαπανών για θέρμανση και ηλεκτροδότηση έχει, επίσης, πλήξει τα νοικοκυριά.
Η ΕΚΤ τονίζει πως αν και ο τραπεζικός κλάδος έχει παρουσιάσει ενισχυμένη κερδοφορία από την άνοδο των επιτοκίων, υπάρχουν ενδείξεις για μια φθορά των στοιχείων του ενεργητικού τους και ως εκ τούτου πιθανότατα να χρειαστεί να λάβουν μέτρα με υψηλότερες προβλέψεις για επισφαλή δάνεια. Οι κυβερνήσεις, τέλος, θα πρέπει να εστιάζουν σε προσωρινά και στοχευμένα μέτρα στήριξης καθώς οι υποχρεώσεις που επωμίστηκαν από την πανδημία μαζί με τη σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής περιορίζουν το εύρος των μέτρων στήριξης καθώς δεν θα πρέπει να τεθεί υπό αμφισβήτηση η βιωσιμότητα του χρέους τους.