THEPOWERGAME
Το ενδεχόμενο προμήθειας λιπασμάτων και από την Κίνα εξετάζουν ελληνικές εταιρείες για να καλύψουν τις ανάγκες της εγχώριας αγοράς, καθώς η μία μετά την άλλη οι βιομηχανίες στην Ευρώπη αναστέλλουν ή μειώνουν την παραγωγή τους ως αποτέλεσμα του πρωτοφανούς ράλι στην τιμή του φυσικού αερίου, που αποτελεί βασική πρώτη ύλη για την «τροφή της τροφής μας».
Σε 26 ανέρχονται πλέον οι βιομηχανίες στη «γηραιά ήπειρο» που έχουν προχωρήσει στη μείωση της παραγωγής τους καθώς με την τιμή του αερίου στα ύψη καθίσταται ασύμφορη η παραγωγή λιπασμάτων για τον – προφανή – λόγο ότι στα συγκεκριμένα επίπεδα τιμών μειώνεται η ζήτησή τους.
Τα τελευταία 24ωρα η πολωνική Groupa Azoty, μία από τις μεγαλύτερες εταιρείες στον κλάδο, ανακοίνωσε και αυτή ότι αναστέλλει την παραγωγή συγκεκριμένων τύπων λιπασμάτων μετά την αλματώδη άνοδο της τιμής του φυσικού αερίου από τα 72 ευρώ τον Φεβρουάριο στα 280 ευρώ στις 23 Αυγούστου (χθες η τιμή του αερίου υπερέβη και τα 300 ευρώ).
Εξασφαλισμένη η επάρκεια λόγω και της μειωμένης ζήτησης
Σ’ αυτό το περιβάλλον, έμπειροι παράγοντες της ελληνικής αγοράς εκτιμούν ότι η επάρκεια στην Ελλάδα είναι διασφαλισμένη «τουλάχιστον, προς το παρόν και όσο μπορεί κάποιος να προβλέψει». Κι αυτό για δύο βασικούς λόγους:
-Υπάρχουν διάφορες πηγές προμήθειας λιπασμάτων: η ελληνική βιομηχανία, όσα εργοστάσια στην Ευρώπη εξακολουθούν να (υπο)λειτουργούν, η Ρωσία (παρά τον πόλεμο γίνονται εισαγωγές λιπασμάτων στην ΕΕ με συγκεκριμένη ποσόστωση, όμως, σε ειδικά λιπάσματα) και η Αίγυπτος.
-Για την περίοδο έως το τέλος του 2022, όσον αφορά σε μαζική χρήση λιπασμάτων στο καλεντάρι των αγροτών είναι μόνο η βασική λίπανση των (χειμερινών) σιτηρών, από τον Οκτώβριο και μετά. Καθώς πρόκειται για τη μεγαλύτερη σε έκταση καλλιέργεια στη χώρα, οι αναγκαίες ποσότητες (χρησιμοποιείται λίπασμα NP – αζώτου και φωσφόρου) είναι μεγάλες, από την άλλη, όμως, η τιμή διαμορφώνεται φέτος στα 700-750 ευρώ τον τόνο από 400-450 ευρώ πέρυσι. Ως εκ τούτου προβλέπεται μείωση της κατανάλωσης – η εφαρμογή λιπασμάτων είναι συνάρτηση κυρίως της τιμής τους σε συνδυασμό με την απόδοση που προσδοκά από την καλλιέργεια ο παραγωγός και το ρίσκο που επιθυμεί να αναλάβει – και συνεπώς οι ανάγκες της ελληνικής αγοράς εκτιμάται ότι θα καλυφθούν.
Εξετάζουν και το ενδεχόμενο εισαγωγών από την Κίνα
Για την πορεία της αγοράς λιπασμάτων, ο ετήσιος κύκλος εργασιών της οποίας στην Ελλάδα έχει σταθεροποιηθεί τα τελευταία χρόνια στην περιοχή των 300 εκατ. ευρώ, από το 2023 ουδείς διακινδυνεύει να κάνει πρόβλεψη, ούτε για την επάρκεια ούτε για τις τιμές.
Σύμφωνα, μάλιστα, με πληροφορίες του powergame.gr, στην ελληνική αγορά εξετάζουν τον τελευταίο καιρό και το ενδεχόμενο προμήθειας συγκεκριμένων ποσοτήτων λιπασμάτων από την Κίνα, τα οποία παράγονται με άνθρακα κι όχι φυσικό αέριο και έχουν χαμηλότερη τιμή. Για να είναι συμφέρουσα μια τέτοια κίνηση προϋποθέτει μεγάλη ποσότητα και βεβαίως μένει να διαπιστωθεί και η τιμή με την οποία θα εξάγουν οι κινέζικες εταιρείες καθώς μάλιστα η κυβέρνηση της χώρας έχει επιβάλλει συγκεκριμένα πλαφόν στις εξαγωγές λιπασμάτων το δεύτερο εξάμηνο του 2022.
Είναι προφανές ότι εάν η τιμή του φυσικού αερίου στην Ευρώπη όπου εστιάζεται το πρόβλημα συνεχίσει στα ίδια ή, ακόμη χειρότερα, σε υψηλότερα επίπεδα, τότε παράγοντες της αγοράς θεωρούν ότι δύσκολα θα αποτραπούν οι ελλείψεις, ενώ ακόμη και για τις ποσότητες που θα είναι διαθέσιμες, τίθεται ερωτηματικό για την δυνατότητα των παραγωγών να ανταποκριθούν – στα συγκεκριμένα, υψηλά επίπεδα τιμών.
Όλοι, βεβαίως, αντιλαμβάνονται ότι αυτό το σπιράλ ανοδικών τιμών θα καταλήξει στο ράφι, σε υψηλές τιμές τροφίμων, γι’ αυτό και πολλοί αναλυτές θεωρούν την κρίση στην αγορά λιπασμάτων ως «προάγγελο επερχόμενης επισιτιστικής κρίσης».