THEPOWERGAME
Ακριβώς τέσσερα χρόνια «to the day» (που λένε και οι αγγλοσάξονες) από τις 20 Αυγούστου του 2018, τελειώνει η ενισχυμένη εποπτεία της χώρας μας από τους λεγόμενους «θεσμούς». Εδώ να θυμίσω ότι αρχικά οι «θεσμοί» είχαν λάβει τη δημοσιογραφική ονομασία «τρόικα» καθώς ήταν τρεις, ενώ τώρα στη φάση που βρισκόμαστε, από τη στιγμή που η Ελλάδα αποπλήρωσε πρόωρα το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, οι θεσμοί είχαν μειωθεί σε δύο: Στον ESM, ο οποίος και διακρατεί το μεγαλύτερο μέρος των ελληνικών δανείων, και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, η οποία αποφασίζει για την νομισματική, αλλά και την ομολογιακή πολιτική της Ευρώπης, άρα κατ’ επέκτασης και της χώρας μας, η οποία ακόμη και σήμερα αποτελεί μία ειδική περίπτωση στους κόλπους της Ένωσης, καθώς τα ομόλογά μας εξακολουθούν να μην έχουν επενδυτική βαθμίδα.
Και μιας και είπαμε επενδυτική βαθμίδα, να ξεκαθαρίσουμε ότι για την πλειοψηφία των οικονομικών αναλυτών, η πραγματική απαλλαγή (και όχι απλά η «έξοδος») της οικονομίας μας από την ενισχυμένη εποπτεία δεν θα γίνει στις 20 Αυγούστου, αλλά θα πραγματοποιηθεί όταν ανεβούμε και αυτή την τελευταία κλίμακα που μας χωρίζει από την επενδυτική βαθμίδα, στην κατάταξη των μεγάλων χρηματοπιστωτικών οίκων.
Αυτό δεν σημαίνει ότι η έξοδος από την ενισχυμένη εποπτεία είναι κάτι ασήμαντο ή απλά κάτι τυπικό. Το αντίθετο. Είναι πολύ σημαντική, καθώς μας εντάσσει στην ομάδα των υπόλοιπων ευρωπαϊκών χωρών που βγήκαν από τα δικά τους μνημόνια. Πλέον θα ελεγχόμαστε κάθε έξι μήνες (και όχι κάθε τρεις) και αυτό το νέο καθεστώς της κανονικής εποπτείας θα συνεχιστεί μέχρι να αποπληρώσουμε το 75% των δανείων που έχουμε πάρει από την Ευρώπη. Δηλαδή μέχρι να επιστρέψουμε 150 δισ. από τα 200 δισ. που πήραμε συνολικά. Άρα έχουμε μπροστά μας αρκετό δρόμο, καθώς κάθε κρίση που δημιουργεί πρωτογενή ελλείμματα στον προϋπολογισμό μας, μας απομακρύνει από αυτόν τον στόχο. Η πρώτη αξιολόγηση της χώρας μας στο πλαίσιο της κανονικής εποπτείας, δηλαδή του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου, θα γίνει τον Σεπτέμβριο και εφόσον ολοκληρωθεί θετικά θα φέρει στα ταμεία την τελευταία δόση ύψους 645 εκατομμυρίων ευρώ, από τα κέρδη των ομολόγων μας. Επιπλέον ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας (ESM) μέσω της διαδικασίας Early Warning θα συνεχίσει να κάνει κάθε τρίμηνο αξιολογήσεις για την ελληνική οικονομία, για την πορεία υλοποίησης μεταρρυθμίσεων και δεσμεύσεων, εξετάζοντας την ευστάθεια των ευρωπαϊκών οικονομιών. Αυτές οι αξιολογήσεις δεν δημοσιοποιούνται.
Αξίζει, πάντως, να ξεκαθαρίσουμε ότι δεν ήταν γραμμένο σε κάποια… πέτρα ότι η χώρα μας θα έβγαινε από την ενισχυμένη εποπτεία στα τέσσερα χρόνια από την ένταξή της σε αυτή το 2018. Η απόφαση εξόδου μπορούσε να πάρει παράταση στην κάθε έκθεση που δημοσιοποιούσαν οι θεσμοί. Άλλωστε στο αρχικό κείμενο που δέχθηκε το Eurogroup πριν από τέσσερα χρόνια, όριζε μία σειρά από προαπαιτούμενα (22 στο σύνολό τους) τα οποία θα πρέπει να ολοκληρώσουμε μέχρι τον Οκτώβριο φέτος.
Έχουν ολοκληρωθεί όλα;
Η απάντηση είναι «όχι» καθώς υπάρχουν ακόμη οι λεγόμενες «ουρές», για τις οποίες όμως φαίνεται να έχει αναπτυχθεί μία σημαντική επιείκεια από την Ευρώπη, λόγω των επάλληλων κρίσεων που περνάει όλος ο πλανήτης τα τελευταία δύο χρόνια, ήτοι η πανδημία, η ενεργειακή κρίση και φυσικά ο πόλεμος στην Ουκρανία. Αυτό θα μπορούσε να είναι και η απάντηση στην αξιωματική αντιπολίτευση, που μέσω του Αλέξη Χαρίτση κατά την αρχή του φετινού καλοκαιριού -τότε που ανακοινώθηκε για πρώτη φορά η αρχική απόφαση της εξόδου- είχε θεωρήσει ότι «η καθαρή έξοδος από τα μνημόνια που πέτυχε ο ΣΥΡΙΖΑ το 2018 δρομολόγησε και την έξοδο από την ενισχυμένη εποπτεία». Η αλήθεια είναι ότι τίποτα δεν είχε δρομολογηθεί ούτε από το 2018, αλλά ούτε και κατά το 2022, καθώς η απόφαση και η ημερομηνία της εξόδου, που επιβεβαιώθηκε με την επιστολή που έστειλε ο Βάλντις Ντομπρόφσκις στον Χρήστο Σταϊκούρα, έχει εν πολλοίς μέσα και μία δόση πολιτικής απόφασης και όχι μόνο στεγνά οικονομικής. Στην ανακοίνωσή του ο Υπουργός Οικονομικών για την αποδοχή αυτής της επιστολής έγραψε: «Η χώρα μας υλοποίησε τον κύριο όγκο των δεσμεύσεων πολιτικής που είχε αναλάβει έναντι του Eurogroup, εφάρμοσε αποτελεσματικά μεταρρυθμίσεις – παρά τις αντίξοες συνθήκες που προκάλεσαν η υγειονομική και, πιο πρόσφατα, η γεωπολιτική κρίση – και έτσι, ενίσχυσε σημαντικά την ανθεκτικότητα της οικονομίας της. Με την εξέλιξη αυτή, μαζί με την πρόωρη εξόφληση των δανείων από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και την άρση των κεφαλαιακών περιορισμών, κλείνει – ύστερα από 12 χρόνια – ένα δύσκολο κεφάλαιο για την πατρίδα μας».
Το βασικότερο που έχει σημασία είναι ότι πλέον η Ελλάδα και το υπουργείο Οικονομικών, αποκτούν πολύ μεγαλύτερη ευελιξία στην διαμόρφωση των πολιτικών που επιλέγουν και θέτουν τους δικούς τους στόχους χωρίς να πρέπει να πάρουν τις εγκρίσεις που λάμβαναν μέχρι τώρα από τους θεσμούς για το που διοχετεύουν ποια κονδύλια, αρκεί να εξυπηρετείται η γενικότερη σταθερότητα της οικονομίας. Με αυτόν τον τρόπο η Ελλάδα θα μπορέσει να δείξει στις αγορές (και άρα και στους χρηματοπιστωτικούς οίκους που θα μας δώσουν την επενδυτική βαθμίδα) ότι πλέον δεν βρίσκεται υπό διαρκή δημοσιονομικό έλεγχο και δεν είναι το οικονομικό «μαύρο πρόβατο» της Ευρώπης. Σύμφωνα με τις μέχρι τώρα ενδείξεις, η χώρα μας υπολογίζεται ότι θα πάρει την επενδυτική βαθμίδα μέσα στο πρώτο τρίμηνο του 2023. Αν το πετύχει αυτό σύμφωνα με αυτό το χρονοδιάγραμμα, θα σημαίνει ότι έχει ξεπεράσει πολλούς αστάθμητους παράγοντες που μπορεί να εμφανιστούν στην παγκόσμια οικονομία, θα σημαίνει ότι θα έχει καταφέρει να καταγράψει υψηλότερη ανάπτυξη από την υπόλοιπη Ευρώπη, θα έχει συγκρατήσει τα spreads της σε καλά επίπεδα, θα έχει διατηρήσει τον επενδυτικό οίστρο που παρατηρείται τα τελευταία χρόνια και θα έχει επιστρέψει στην διαδικασία της δημιουργίας πρωτογενών πλεονασμάτων όπως έχει ήδη προγραμματιστεί.