THEPOWERGAME
Το τέλος της υπερβολικά χαλαρής νομισματικής πολιτικής που ισχύει αναμένεται να κηρύξει σήμερα η Κριστίν Λαγκάρντ, καθώς η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα τερματίζει έπειτα από επτά χρόνια εφαρμογής το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων ή QE. Η ΕΚΤ είχε αρχίσει από τον Μάιο του 2009 να αγοράζει καλυμμένα ομόλογα, στον απόηχο της παγκόσμιας κρίσης που προκάλεσε η κατάρρευση της Lehman Brothers, ωστόσο μέχρι τον Ιανουάριο του 2015 που ο Μάριο Ντράγκι ανακοίνωσε το QE (ξεκίνησε τον Μάρτιο του ίδιου έτους) δεν είχε παραδεχτεί ανοιχτά ότι διενεργεί ποσοτική χαλάρωση.
Από σήμερα, η ΕΚΤ προχωρά στην αντίστροφη διαδικασία, τη λεγόμενη «ποσοτική σύσφιξη» ή QT. Έχει στόχο δηλαδή να αποσύρει ρευστότητα από το σύστημα αντί να διοχετεύσει νέο χρήμα, σε μια προσπάθεια να θέσει υπό έλεγχο τον πληθωρισμό. Προς αυτή την κατεύθυνση θα προχωρήσει και στην πρώτη εδώ και πολλά χρόνια αύξηση των επιτοκίων τα οποία μέχρι σήμερα παραμένουν αρνητικά.
Το μεγάλο πρόβλημα είναι ότι η ίδια η Λαγκάρντ έχει παραδεχθεί ότι το φαινόμενο της ακρίβειας σήμερα οφείλεται κατά το ήμισυ στο αυξημένο ενεργειακό κόστος, που είναι κατά κύριο λόγο επίπτωση του πολέμου στην Ουκρανία. Επομένως, η άνοδος των επιτοκίων δεν μπορεί να έχει την προσδοκώμενη επίδραση στον πληθωρισμό. Επειδή όμως η νομισματική πολιτική είναι όντως υπερβολικά χαλαρή και ο πληθωρισμός είναι υπερβολικά υψηλός, η ΕΚΤ πρέπει κάτι να κάνει, αν και σε κάθε περίπτωση ο κύκλος αύξησης των επιτοκίων για πρώτη φορά μετά το 2011 πρέπει να εξελιχθεί πολύ προσεχτικά.
Tο τέλος των αγορών ομολόγων
Η Λαγκάρντ θα ανακοινώσει το τέλος των αγορών ομολόγων και θα αφήσει να εννοηθεί ότι το επιτόκιο αποδοχής καταθέσεων θα αυξηθεί κατά 0,25%, στο -0,25% από -0,50% σήμερα. Σύμφωνα με την ING, η ΕΚΤ δεν θα προχωρήσει σε κάποια έκπληξη και οι αγορές αναμένουν με αγωνία τις νέες προβλέψεις των αναλυτών της για τον πληθωρισμό και την οικονομία. Στα λεγόμενα της Λαγκάρντ, οι αγορές θα αναζητήσουν ενδείξεις είτε για αύξηση του επιτοκίου κατά 0,50% τον Ιούλιο, είτε για δεύτερη αύξηση κατά 0,25% τον Σεπτέμβριο, σημειώνει η ολλανδική τράπεζα.
Επίσης, η επενδυτική κοινότητα περιμένει τις απαντήσεις της Λαγκάρντ στο γιατί καθυστέρησε η ΕΚΤ τη νομισματική σύσφιξη αλλά και τι είναι διατεθειμένη να κάνει στην περίπτωση που υπάρξει μεγάλη άνοδο των spreads στην αγορά ομολόγων, κυρίως των χωρών της περιφέρειας όπως η Ελλάδα, η Ιταλία και η Ισπανία.
«Οι προσδοκίες των αγορών για αύξηση των επιτοκίων σήμερα είναι σχεδόν μηδενικές, ενώ αναμένουν μία αύξηση 25μ.β. τον Ιούλιο και μία ακόμη 25μ.β. τον Σεπτέμβριο. Ωστόσο, οι αγορές προεξοφλούν την κατά 130μ.β. σύσφιξη της πολιτικής έως το τέλος του έτους, που συνεπάγεται ότι θα γίνει τουλάχιστον μία αύξηση των 50μ.β. σε μία από τις τέσσερις συνεδριάσεις που απομένουν μετά τον Ιούνιο», επισημαίνει η ING.
Σε ό,τι αφορά στις μακροοικονομικές προβλέψεις, οι οποίες θα καθορίσουν και την μετέπειτα πολιτική της ΕΚΤ, η Goldman Sachs εκτιμά ότι θα τοποθετήσουν τον πληθωρισμό στο 7,2% το 2022, στο 3,2% το 2023 και στο 2% το 2024. Για τα επιτόκια, προβλέπει διαδοχικές αυξήσεις των 25μ.β. για να φτάσει το επιτόκιο αποδοχής καταθέσεων στο 1,5% τον Ιούνιο του 2023.
Η Citigroup εκτιμά ότι οι προβλέψεις της ΕΚΤ θα κάνουν λόγο για ανάπτυξη του ΑΕΠ της Ευρωζώνης στο 2,8% το 2022, στο 2,6% το 2023 και στο 1,8% το 2024, ενώ ο πληθωρισμός θα φτάσει στο 7,5% το 2022, στο 3% το 2023 και στο 1,9% το 2024.