THEPOWERGAME
Ανοιχτή πλέον είναι η διαφωνία σε ανώτερο επίπεδο της Κομισιόν με τη Γερμανία για την παράταση και το 2023 της ρήτρας διαφυγής λόγω της πληθωριστικής κι ενεργειακής κρίσης. Σήμερα, ο αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής αρμόδιος σε θέματα Οικονομίας Βλάντις Ντομπρόβσκις, απαντώντας, χωρίς να τον κατονομάζει στον Γερμανό υπουργό Οικονομικών Κρίστιαν Λίντνερ, τόνισε πως «η διατήρηση και το 2023 της γενικής ρήτρας διαφυγής του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης, που προτείνει η Επιτροπή, καλύπτει όλες τις χώρες της ΕΕ».
Ο Βλάντις Ντομπρόβσκις υπογράμμισε ότι η ρήτρα γενικής διαφυγής δεν αναστέλλει τους δημοσιονομικούς κανόνες της ΕΕ, ούτε το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης. Η Επιτροπή συνεχίζει να παρέχει δημοσιονομική καθοδήγηση στα κράτη-μέλη και κάνει διαφοροποίηση μεταξύ των κρατών-μελών με υψηλό χρέος και των κρατών μελών με χαμηλό και μεσαίο χρέος.
«Στην περίπτωση υψηλού χρέους, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας, η καθοδήγησή μας είναι ότι η αύξηση των τρεχουσών δαπανών θα πρέπει να είναι κάτω από τη δυνητική μεσοπρόθεσμη οικονομική ανάπτυξη», τόνισε ο Βλ. Ντομπρόβσκις, ενώ «για τις χώρες με χαμηλό ή μεσαίο χρέος, οι τρέχουσες δαπάνες δεν πρέπει να υπερβαίνουν τη μεσοπρόθεσμη αύξηση των δαπανών».
Συνολικά το μήνυμα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής είναι ότι η ευρεία δημοσιονομική τόνωση για το 2023 δεν είναι δικαιολογημένη και ότι μια χώρα πρέπει να επιστρέψει σταδιακά σε συνετή δημοσιονομική πολιτική, επισήμανε ο Αντιπρόεδρος της Επιτροπής.
Για το 2022, η Επιτροπή συνιστά για την ΕΕ στο σύνολό της, μια «επεκτακτική δημοσιονομική στάση».
Για το 2023, η Επιτροπή συστήνει «συνετή» δημοσιονομική πολιτική και «προσεκτικό σχεδιασμό», λόγω της «ειδικής φύσης» του μακροοικονομικού σοκ που προκάλεσε η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, καθώς και οι μακροπρόθεσμες επιπτώσεις του στις ανάγκες ενεργειακής ασφάλειας της ΕΕ. «Η πλήρης και έγκαιρη εφαρμογή των εθνικών σχεδίων ανάκαμψης και ανθεκτικότητας (RRP) είναι το κλειδί για την επίτευξη υψηλότερων επιπέδων επενδύσεων», τονίζει η Επιτροπή.
Ειδικότερα, στο εαρινό πακέτο για το ευρωπαϊκό εξάμηνο 2022, Επιτροπή ενέκρινε έκθεση βάσει του άρθρου 126 παράγραφος 3 της Συνθήκης της ΕΕ, για 18 κράτη μέλη (Βέλγιο, Βουλγαρία, Τσεχία, Γερμανία, Ελλάδα, Ισπανία, Γαλλία, Ιταλία, Λετονία, Λιθουανία, Ουγγαρία , Μάλτα, Εσθονία, Αυστρία, Πολωνία, Σλοβενία, Σλοβακία και Φινλανδία). Σκοπός αυτής της έκθεσης είναι να αξιολογήσει τη συμμόρφωση των κρατών -μελών με τα κριτήρια ελλείμματος και χρέους της Συνθήκης. Για όλα αυτά τα κράτη-μέλη εκτός της Φινλανδίας, η έκθεση αξιολογεί τη συμμόρφωσή τους με το κριτήριο του ελλείμματος. Στην περίπτωση της Λιθουανίας, της Εσθονίας και της Πολωνίας, η έκθεση συντάχθηκε λόγω σχεδιαζόμενου ελλείμματος το 2022 που υπερέβαινε την τιμή αναφοράς του 3% του ΑΕΠ που προβλέπει η Συνθήκη, ενώ τα άλλα κράτη μέλη είχαν έλλειμμα γενικής κυβέρνησης το 2021 που υπερέβαινε το 3% του ΑΕΠ.
Η πανδημία συνεχίζει να έχει έναν εξαιρετικό μακροοικονομικό και δημοσιονομικό αντίκτυπο που, μαζί με την τρέχουσα γεωπολιτική κατάσταση, δημιουργεί εξαιρετική αβεβαιότητα, συμπεριλαμβανομένου του σχεδιασμού μιας λεπτομερούς πορείας για τη δημοσιονομική πολιτική. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή δεν προτείνει την έναρξη νέων διαδικασιών υπερβολικού ελλείμματος.
Η Επιτροπή θα επανεκτιμήσει τη δημοσιονομική κατάσταση των κρατών μελών το φθινόπωρο του 2022. Την άνοιξη του 2023, η Επιτροπή θα αξιολογήσει τη συνάφεια της πρότασης για την έναρξη διαδικασιών υπερβολικού ελλείμματος με βάση τα στοιχεία αποτελέσματος για το 2022, ιδίως λαμβάνοντας υπόψη τη συμμόρφωση με τις δημοσιονομικές συστάσεις ανά χώρα.
Τέλος, η Επιτροπή αξιολόγησε την ύπαρξη μακροοικονομικών ανισορροπιών.
Επτά κράτη μέλη (Γερμανία, Ισπανία, Γαλλία, Κάτω Χώρες, Πορτογαλία, Ρουμανία και Σουηδία) εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν ανισορροπίες. Τρία κράτη μέλη (Ελλάδα, Ιταλία και Κύπρος) εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν υπερβολικές ανισορροπίες.
Λίντνερ: Όχι στη ρήτρα διαφυγής, ναι στο φρένο εθνικού χρέους
Υπενθυμίζεται ότι η Η Γερμανία, διά στόματος του υπουργού Οικονομικών Κρίστιαν Λίντνερ, υπογράμμισε στα υπόλοιπα κράτη-μέλη πως το Βερολίνο παραμένει προσκολλημένο στο Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης και στο «φρένο χρέους», που προτάσσει το σύνταγμα της χώρας. Στο πλαίσιο της συνάντησης των υπουργών Οικονομικών της ομάδας των G7, δηλαδή των επτά ισχυρότερων χωρών του ανεπτυγμένου κόσμου, που έλαβε χώρα αυτό το Σαββατοκύριακο στη Γερμανία, ο Λίντνερ δήλωσε πως «το γεγονός πως τα κράτη-μέλη έχουν σήμερα τη δυνατότητα να αποκλίνουν από το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης δεν σημαίνει απαραιτήτως ότι θα πρέπει να το κάνουν». Σε συνέντευξη που έδωσε στους Financial Times, τόνισε επίσης πως «δεν θα εκμεταλλευτούμε την απαλλακτική ρήτρα, αλλά θα επαναφέρουμε το φρένο εθνικού χρέους, το οποίο είναι ενσωματωμένο στο σύνταγμά μας».
Ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών και επικεφαλής των Φιλελεύθερων, οι οποίοι μαζί με τους Σοσιαλδημοκράτες και τους Πράσινους συνθέτουν τον κυβερνητικό συνασπισμό της χώρας, τάχθηκε επίσης κατά της αύξησης του χρέους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με την έκδοση πρόσθετων ομολόγων υπό το πρότυπο του Ταμείου Ανάκαμψης των 800 δισ. ευρώ, για την κάλυψη των οικονομικών αναγκών της Ουκρανίας. Το Ταμείο Ανάκαμψης ήταν «μεμονωμένη απόφαση», αναφερόμενος στις προκλήσεις της πανδημικής κρίσης που οδήγησαν σε πρωτόγνωρη ύφεση τις οικονομίες λόγω των περιορισμών στις μετακινήσεις. «Η Γερμανία δεν στηρίζει την επανάληψη της ιδέας έκδοσης κοινής χρέους» εξήγησε ο Λίντνερ στη βρετανική εφημερίδα.
Οι δηλώσεις του κ. Λίντνερ λαμβάνουν χώρα σε μια κρίσιμη συγκυρία για την Ευρωζώνη, δεδομένων των προγραμματισμένων συναντήσεων Ecofin και Eurogroup για σήμερα, Δευτέρα και αύριο, Τρίτη. Αφενός έχει αναπτυχθεί μια συζήτηση μεταξύ των κρατών-μελών για τη μεταρρύθμιση των δημοσιονομικών κανόνων της Ευρωζώνης, η ισχύς των οποίων είχε ανασταλεί λόγω της πανδημικής κρίσης και επρόκειτο να επανέλθουν στις αρχές του επόμενου έτους. Αφετέρου η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία έχει οδηγήσει σε ιστορικά υψηλά επίπεδα τον πληθωρισμό, με την αλματώδη αύξηση του κόστους ενέργειας να προκαλεί ασφυκτική αύξηση των δαπανών σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις. H Ε.Ε συμφώνησε τελικά στην παράταση για ένα ακόμη έτος της αναστολής του συμφώνου, το οποίο ορίζει πλαφόν 3% στο δημοσιονομικό έλλειμμα και 60% στο δημόσιο χρέους των κρατών-μελών της Ευρωζώνης.
Ο Λίντνερ αναγνώρισε ναι μεν πως υπάρχει προοπτική για «μεγαλύτερη ευελιξία» στον τρόπο που τίθενται σε εφαρμογή οι δημοσιονομικοί κανόνες, αλλά επεσήμανε την ανάγκη να επιστρέψουν οι οικονομίες σε «μακροοικονομική σταθερότητα» διότι «ελλοχεύει πραγματικός κίνδυνος στασιμοπληθωρισμού».
Στην περίπτωση της Ουκρανίας, εναντίον της οποίας κήρυξε πόλεμο η Ρωσία στις 24 Φεβρουαρίου, ο Λίντνερ διευκρίνισε από την πλευρά του πως υπάρχει διαφορά ανάμεσα σε έναν νέο γύρο έκδοσης κοινών ομολόγων και της οικονομικής βοήθειας των 9 δισ. ευρώ που συζητά η ΕΕ για την Ουκρανία, τονίζοντας πως το τελευταίο είναι ένα «εργαλείο» που «έχουμε χρησιμοποιήσει στο παρελθόν, με βάσει κρατικές εγγυήσεις για την από κοινού στήριξη τρίτων χωρών.
Ο Λίντνερ, ο οποίος ανήκει στα δημοσιονομικά «γεράκια» που προασπίζονται την αυστηρή διαχείριση των δημοσίων δαπανών, είπε επίσης πως είναι «ανοικτός» στην ιδέα της κατάσχεσης των συναλλαγματικών αποθεμάτων της Ρωσίας για τη χρηματοδότηση της ανοικοδόμησης της Ουκρανίας, αλλά θα πρέπει να εξεταστεί η νομική διάσταση του θέματος και οι επιπτώσεις στο διεθνές δίκαιο.