THEPOWERGAME
Θετικά εξελίσσεται η εκτέλεση του προϋπολογισμού 2022, παρά τις δυσχέρειες που έφερε ο ρωσο-ουκρανικός πόλεμος. Σύμφωνα με τα στοιχεία του υπουργείου Οικονομικών, ακόμη και τον Μάρτιο, δηλαδή το μήνα που ο πόλεμος στην Ουκρανία είχε φουντώσει, η κατανάλωση δεν υποχώρησε παρά τις αυξημένες τιμές ενέργειας. Οι ηλεκτρονικές συναλλαγές που βλέπει και παρακολουθεί το οικονομικό επιτελείο, εμφανίζονται σημαντικά βελτιωμένες σε σχέση, τόσο με τον Φεβρουάριο, όσο και τον Ιανουάριο.
Στελέχη του υπουργείου Οικονομικών δεν ανέφεραν τον ρυθμό αύξησης των ηλεκτρονικών συναλλαγών μήνα με το μήνα. Σημείωσαν, όμως, ότι οι πωλήσεις που καταγράφηκαν στην ΑΑΔΕ και στο υπ. Οικονομικών τον περασμένο μήνα, ήταν αυξημένες κατά 48% σε σχέση με το Μάρτιο του 2020 και κατά 39% σε σχέση με το Μάρτιο του 2021.
Σημειώνεται ότι το Μάρτιο του 2020 ενέσκηψε η πανδημία, ενώ τον περυσινό Μάρτιο η αγορά ήταν σε μερικό lockdown. Επίσης, υπογραμμίζεται ότι οι ηλεκτρονικές συναλλαγές καταγράφουν μόνο ένα μέρος των εμπορικών συναλλαγών που διενεργούνται στην ελληνική οικονομία, καθώς υπάρχει σημαντικός όγκος που διενεργείται με μετρητά.
Στα προ πανδημίας επίπεδα οι ηλεκτρονικές συναλλαγές
Οι επιτελείς ωστόσο του οικονομικού επιτελείου είναι ικανοποιημένο από την πορεία αυτή, καθώς διαπιστώνουν ότι η δομή των ηλεκτρονικών συναλλαγών αποκαθίσταται στα προ πανδημίας επίπεδα. «Υπάρχει μετατόπιση (των δαπανών) από τα τρόφιμα προς τα καύσιμα και το ηλεκτρικό», παραδέχεται στέλεχος της κυβέρνησης, σημειώνοντας ότι αυτό είναι φυσιολογικό, τόσο εξαιτίας της επαναφοράς της ζωής εκτός καραντίνας, αλλά και των υψηλών τιμών ενέργειας που βιώνουν οι καταναλωτές.
Το δεύτερο σημαντικό στοιχείο που φέρνει χαμόγελα στο οικονομικό επιτελείο, είναι η συνεχιζόμενη ικανοποιητική κίνηση στον τουρισμό, με τα έσοδα φιλοξενίας και των αεροπορικών εισιτηρίων να ανακάμπτουν αισθητά και μάλιστα σε μια νεκρή τουριστικά περίοδο (Φεβ.-Μάρ. 2022). «Ο στόχος των εσόδων για τον τουρισμό παραμένει στο 80% (του 2019)», αναφέρει κυβερνητική πηγή.
Η εστίαση, επίσης, ανέκαμψε θεαματικά, ξεπερνώντας σε ηλεκτρονικές συναλλαγές όχι μόνον τον Μάρτιο του 2021 που ήταν περίοδος lockdown, αλλά και τον Μάρτιο του 2020 που είχαμε μόνον μερικές ημέρες lockdown. «Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι μεγάλα κομμάτια της οικονομίας, όπως η εστίαση και ο τουρισμός, τώρα αναγεννώνται και βοηθάνε σημαντικά την πορεία του ΑΕΠ και τις επενδύσεις», ανέφερε στέλεχος του υπ. Οικονομικών.
Η εικόνα αυτή αντικατοπτρίστηκε στα στοιχεία εκτέλεσης του προϋπολογισμού που ανακοίνωσε ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Θόδωρος Σκυλακάκης. Τα έσοδα από φόρους την περίοδο Ιανουαρίου-Μαρτίου 2022 εμφανίσθηκαν αυξημένα κατά 12,4% σε σχέση με τις εκτιμήσεις του προϋπολογισμού. Επίσης το πρωτογενές έλλειμμα εμφανίζεται βελτιωμένο κατά μια έως μιάμιση ποσοστιαία μονάδα σε σχέση με την εκτίμηση του προϋπολογισμού.
Η μείωση του πρωτογενούς ελλείμματος
Όπως ανέφερε και ο κ. Σκυλακάκης, γίνεται πιο εύκολα επιτεύξιμος ο στόχος της μείωσης του πρωτογενούς ελλείμματος, από το 7 % το 2021 σε 1,4% το 2022. «Στις επόμενες ημέρες», είπε χαρακτηριστικά, «αναμένονται τα στοιχεία της Eurostat για το έλλειμμα του 2021, που εκτιμάται ότι θα είναι σημαντικά καλύτερα σε σχέση με την πρόβλεψη του προϋπολογισμού. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς του Γενικού Λογιστηρίου πιθανώς η βελτίωση να φτάσει ή ακόμα και να ξεπεράσει την 1,5 μονάδα του ΑΕΠ. Η εξέλιξη αυτή, ανέφερε ο κ. Σκυλακάκης, είναι εξαιρετικά σημαντική καθώς επιβεβαιώνει προς τους θεσμούς και τις αγορές την συνετή διαχείριση των δημοσίων οικονομικών.
Ο κ. Σκυλακάκης σημείωσε ακόμη ότι αυτή η εξέλιξη, παρέχει το περιθώριο για την «λελογισμένη πρόσθετη ενίσχυση των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων έναντι των παράλογα υψηλών τιμών ενέργειας που έχει προκαλέσει η απεχθής ρωσική εισβολή» που ήδη έχει ανακοινώσει η κυβέρνηση.
Κυβερνητικά στελέχη πάντως σημείωναν χθες ότι αυτή η βελτίωση του πρωτογενούς ελλείμματος δεν σημαίνει ότι θα μετασχηματιστεί αυτόματα σε νέα μέτρα στήριξης των ευπαθών νοικοκυριών ή των επιχειρήσεων. Εξάλλου ο συμπληρωματικός προϋπολογισμός που μόλις ψηφίσθηκε στη Βουλή περιλαμβάνει «αδιάθετα» περίπου 1,3 δισ. ευρώ, τα οποία η κυβέρνηση θα αξιοποιήσει, σύμφωνα με τις ανάγκες που δημιουργούνται.