THEPOWERGAME
Τα μέτρα στήριξης ενίσχυσαν τα εισοδήματα των νοικοκυριών, ωστόσο η άνοδος του πληθωρισμού σε συνδυασμό με την πανδημία διεύρυνε το 2021 τις εισοδηματικές ανισότητες, όπως διαπιστώνει η ετήσια έρευνα του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ.
Συγκεκριμένα, η ετήσια έρευνα του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ για το εισόδημα και τις δαπάνες διαβίωσης των νοικοκυριών το 2021, είναι η 10η κατά σειρά που διεξάγεται από το 2011 σε συνεργασία με την εταιρεία MARC. Η έρευνα πραγματοποιήθηκε σε πανελλαδικό δείγμα 809 αντιπροσωπευτικά επιλεγμένων νοικοκυριών μεταξύ 9-17 Δεκεμβρίου 2021.
Διεξήχθη υπό συνθήκες πανδημίας, υψηλού πληθωρισμού και πριν από την εκδήλωση των πρόσφατων δυσμενών γεωπολιτικών εξελίξεων, που αναμφίβολα θα έχουν σοβαρές οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές επιπτώσεις, το βάθος και το εύρος των οποίων δεν είναι δυνατόν ακόμα να εκτιμηθούν.
Υπό αυτό το πρίσμα, τα στοιχεία που αποτυπώνουν την οικονομική κατάσταση των νοικοκυριών το 2021, μπορούν να αξιοποιηθούν για τη λήψη μέτρων και τη διαμόρφωση πολιτικών με στόχο την διατήρηση και ενίσχυση της εσωτερικής συνοχής.
Σχετικά με τις προσδοκίες ή/και εκτιμήσεις που καταγράφονται για το 2022, είναι μάλλον βέβαιο πως οι τρέχουσες εξελίξεις τις έχουν μεταβάλει προς το δυσμενέστερο.
Τα βασικά συμπεράσματα της έρευνας εισοδήματος των ελληνικών νοικοκυριών για το 2021 είναι τα εξής:
- Τα μέτρα στήριξης σε συνδυασμό με τη μερική επιστροφή στην «κανονικότητα» φαίνεται ότι οδήγησαν σε βελτίωση της εισοδηματικής διάρθρωσης των νοικοκυριών, η οποία ενισχύθηκε και από την αύξηση της απασχόλησης. Ειδικότερα, μειώθηκαν σημαντικά τα νοικοκυριά που ανήκουν στην χαμηλότερη εισοδηματική κατηγορία (με ετήσιο εισόδημα έως 10.000€) κατά 7,5 μονάδες, από 25,1% που ήταν το 2020 σε 17,5% το 2021.
- Ωστόσο, διευρύνθηκε η εισοδηματική ανισότητα μεταξύ των χαμηλών και μεσαίων εισοδηματικά νοικοκυριών έναντι των υψηλών εισοδηματικά νοικοκυριών. Συγκεκριμένα, το 31,6% των νοικοκυριών με εισόδημα έως 25.000 € δήλωσε πως το εισόδημα του μειώθηκε το 2021, έναντι μόλις του 6,9% που δήλωσε ότι αυξήθηκε. Στον αντίποδα το 20% των νοικοκυριών με εισόδημα πάνω από 25.000 € δήλωσε πως το εισόδημα του αυξήθηκε το 2021, έναντι του 11,6% που δήλωσε πως το εισόδημα του μειώθηκε. Σημειώνεται ότι με βάση την έρευνα μόνο 2 στα 10 νοικοκυριά διαβιούν με ετήσιο εισόδημα πάνω από 25.000€.
- Η επάρκεια του εισοδήματος των νοικοκυριών δεν μεταβλήθηκε τόσο σε σχέση με το 2020 όσο και με το 2019. Ένας πολύ μεγάλος αριθμός νοικοκυριών διαβιεί επί μακρόν σε συνθήκες οικονομικής επισφάλειας, καθώς το μηνιαίο εισόδημα για περισσότερα από 4 στα 10 νοικοκυριά δεν επαρκεί για όλο το μήνα, αλλά για 19 ημέρες (μεσοσταθμικά).
- Η ακρίβεια εκτίναξε τον αριθμό των νοικοκυριών που αύξησαν τις δαπάνες τους για βασικά αγαθά. Το 65,1% των νοικοκυριών αύξησε τις δαπάνες του για λογαριασμούς σπιτιού (20% το αντίστοιχο ποσοστό το 2020), το 52,8% για είδη διατροφής (26,2% το 2020), το 51,9% για θέρμανση (12,9% το 2020) και το 34,7% για υγεία και φάρμακα (26% το 2020). Σημειώνεται ότι οι αυξήσεις των τιμών ηλεκτρικής ενέργειας αποτελούν για 1 στα 2 νοικοκυριά την κατηγορία που έχει τη μεγαλύτερη αρνητική επίδραση στο εισόδημα τους. Γενικά, οι συνολικές δαπάνες των νοικοκυριών αυξήθηκαν το 2021 κατά 12% (μεσοσταθμικά).
- Παρά την αποκλιμάκωση του ποσοστού των νοικοκυριών με ληξιπρόθεσμες οφειλές προς την εφορία ή/και τα ασφαλιστικά ταμεία (16,8%) που καταγράφεται για το 2021, περίπου 3 στα 10 νοικοκυριά δήλωσαν πως δεν θα μπορέσουν να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις αυτές το 2022, υποδηλώνοντας πως απέχουμε από μια βιώσιμη διευθέτηση του ιδιωτικού χρέους που δεν αποτελεί μόνο απότοκο της πανδημίας, αλλά και της δεκαετούς οικονομικής κρίσης.
*Η ετήσια έρευνα που παρουσιάζεται διεξάγεται από το Ινστιτούτο Μικρών Επιχειρήσεων της ΓΣΕΒΕΕ σε συνεργασία με την εταιρία MARC AE από το Δεκέμβριο του 2011. Η έρευνα πραγματοποιήθηκε σε δείγμα 809 αντιπροσωπευτικά επιλεγμένων νοικοκυριών από όλη την Ελλάδα μεταξύ 9-17 Δεκεμβρίου 2021. Στόχος της έρευνας ήταν η καταγραφή των επιπτώσεων της πανδημικής κρίσης και του πληθωρισμού στο εισόδημα, τις δαπάνες και την καταναλωτική συμπεριφορά των νοικοκυριών, που προκύπτουν εξαιτίας των οικονομικών δυσκολιών, καθώς και η αποτύπωση της στάσης σχετικά με την ποιότητα διαβίωσης και τις οικονομικές υποχρεώσεις. Τα ευρήματα αυτής της έρευνας μπορούν να συγκριθούν με τα αντίστοιχα των προηγούμενων ερευνών.