THEPOWERGAME
Σε αύξηση του ποσού επιστροφής του ΕΦΚ στο πετρέλαιο και την κάλυψη μέρους της ρήτρας αναπροσαρμογής στα τιμολόγια ηλεκτρικής ενέργειας από τον Μάρτιο και για όσο κριθεί απαραίτητο, καταλήγουν στην κυβέρνηση για τη στήριξη αγροτών και κτηνοτρόφων, την ώρα που απομακρύνεται το ενδεχόμενο χρηματοδότησης από την Ευρωπαϊκή Ένωση για την κάλυψη του αυξημένου κόστους παραγωγής, με αιχμή τα λιπάσματα και τις ζωοτροφές.
Σύμφωνα με πληροφορίες του powergame.gr, η απόφαση για το αγροτικό πετρέλαιο και την ηλεκτρική ενέργεια έχει ήδη ληφθεί σε ανώτατο κυβερνητικό επίπεδο και πλέον τα συναρμόδια υπουργεία Οικονομικών, Αγροτικής Ανάπτυξης & Τροφίμων και Ενέργειας & Περιβάλλοντος επεξεργάζονται τις σχετικές διατάξεις ποσοτικοποιώντας το κόστος για τον προϋπολογισμό.
Όσον αφορά στο αγροτικό πετρέλαιο, έχει ήδη ανακοινωθεί επιστροφή του ΕΦΚ για τους νέους αγρότες και τα μέλη συνεταιρισμών, συνολικού ύψους 50 εκατ. ευρώ, για το πετρέλαιο που θα καταναλώσουν στις εκμεταλλεύσεις τους το 2022. Το ποσό αυτό πρόκειται τώρα να αυξηθεί ώστε να επιδοτηθούν και οι υπόλοιποι παραγωγοί καθώς οι διεθνείς τιμές του πετρελαίου έχουν αυξηθεί σημαντικά από τις αρχές του έτους (κοντά στα 100 δολ. το βαρέλι την περασμένη εβδομάδα), ενώ εκτιμάται ότι θα αυξηθούν ακόμη περισσότερο στο ενδεχόμενο σύρραξης στην Ουκρανία. Το ακριβές ύψος της επιδότησης στο αγροτικό πετρέλαιο μένει να ανακοινωθεί, με τις υπάρχουσες πληροφορίες να την προσδιορίζουν στα 70 εκατ. ευρώ ώστε το συνολικό ποσό να διαμορφωθεί στα 120 εκατ. ευρώ.
Όσον αφορά στην ηλεκτρική ενέργεια, η επιδότηση μέρους της ρήτρας αναπροσαρμογής θα επεκταθεί στους αγρότες και μετά τον Μάρτιο, όταν, άλλωστε, ξεκινά η περίοδος της άρδευσης και, συνεπώς, αυξάνεται η κατανάλωση. Μέχρι τώρα για τους αγρότες και κτηνοτρόφους έχει ανακοινωθεί ότι καλύπτεται η ρήτρα αναπροσαρμογής κατά 80% από τον Αύγουστο έως τον Δεκέμβριο και κατά 50% Ιανουάριο και Φεβρουάριο.
Η ΕΕ χρειάζεται ένα νέο «Ταμείο Ανάκαμψης» μόνο για τον αγροτικό τομέα
Οι δύο αυτές παρεμβάσεις κινούνται εντός των δημοσιονομικών δυνατοτήτων της χώρας και έχει εξασφαλισθεί η σύμφωνη γνώμη των ευρωπαϊκών αρχών ότι δεν προσκρούουν στον κανονισμό κρατικών ενισχύσεων. Αντίθετα, δεν ισχύει το ίδιο για την επιδότηση σε λιπάσματα και ζωοτροφές, πέραν προφανώς των μέτρων που έχουν ήδη ανακοινωθεί για τους κτηνοτρόφους.
Ενώ όλοι αναγνωρίζουν πόσο συντελούν φέτος στην αύξηση του κόστους παραγωγής ως συνέπεια της μεγάλης αύξησης των διεθνών τιμών, μια ενίσχυση «που να πιάνει τόπο», κατά τη χαρακτηριστική φράση κρατικού αξιωματούχου, έχει σημαντικό για τα δημοσιονομικά δεδομένα της Ελλάδας κόστος, την ώρα που οι Βρυξέλλες ενθαρρύνουν περισσότερο παρεμβάσεις στη φορολογία (μείωση συντελεστών ΦΠΑ) παρά επιδοματικού χαρακτήρα.
Και για τους δύο αυτούς λόγους, στην κυβέρνηση θα έβλεπαν ως «μάννα εξ ουρανού» τη λήψη μέτρων κάλυψης του κόστους παραγωγής σε ευρωπαϊκό επίπεδο, με χρηματοδότηση από την ίδια την ΕΕ. Το αίτημα έχει τεθεί τόσο από την ελληνική πλευρά όσο και από τις περισσότερες χώρες στις τελευταίες συνεδριάσεις του Συμβουλίου Υπουργών Γεωργίας της ΕΕ, ωστόσο ο αρμόδιος Επίτροπος Γεωργίας, κ. Γιάνους Βοϊτσεχόφσκι παραδέχτηκε ότι το συνολικό ποσό που θα απαιτούνταν σε μια τέτοια περίπτωση είναι τόσο υψηλό, που υπερβαίνει τις δυνατότητες της Γενικής Διεύθυνσης Γεωργίας.
Ως εκ τούτου, το θέμα παραπέμπεται στο Κολέγιο των Επιτρόπων και, αν χρειασθεί, στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο καθώς, σύμφωνα με στελέχη της Κομισιόν, για να δοθεί ενίσχυση στους Ευρωπαίους παραγωγούς θα πρέπει να καταρτιστεί πρόγραμμα ανάλογο αλλά σε μικρότερη κλίμακα του Ταμείου Ανάκαμψης, ενώ για να το χρηματοδοτήσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα κληθεί να δανειστεί από τις αγορές αφού υπερβαίνει τις δυνατότητες του προϋπολογισμού της ΕΕ, που ούτως ή άλλως έχει «κλείσει».
Με τα σημερινά δεδομένα, λοιπόν, μια τέτοια εξέλιξη δεν φαίνεται πιθανή. Αντίθετα δεν αποκλείεται να δοθεί εκ νέου η δυνατότητα στα κράτη – μέλη να ενισχύσουν τους παραγωγούς μέσω των Προγραμμάτων Αγροτικής Ανάπτυξης, όπως έγινε και στην κορύφωση της πανδημικής κρίσης ή και με κάποιο άλλο τρόπο.
Σε περίπτωση πάντως κλιμάκωσης της κρίσης στην Ουκρανία και εκτίναξης των διεθνών τιμών πετρελαίου, φυσικού αερίου (αποτελεί το 80% του κόστους των λιπασμάτων) και δημητριακών, δεν αποκλείεται το θέμα να τεθεί ακόμη πιο εμφατικά στο τραπέζι των συζητήσεων των «27, στο πλαίσιο ενός γενικότερου «πακέτου» μέτρων στήριξης της ευρωπαϊκής οικονομίας.