THEPOWERGAME
Με τις μεγαλύτερες κεντρικές τράπεζες του πλανήτη να έχουν εισέλθει σε τροχιά αύξησης των επιτοκίων υπό την απειλή του πληθωρισμού, η Capital Economics εξετάζει τα πιθανά σενάρια για το πόσο ψηλά μπορούν να φτάσουν σε αυτόν τον οικονομικό κύκλο τα επιτόκια, μετά από σχεδόν μία δεκαετία αρνητικών επιτοκίων.
Στο βασικό σενάριο, τα πραγματικά επιτόκια, ακόμη και στο αποκορύφωμά τους, την περίοδο 2023/24, θα παραμείνουν σε αρνητικό έδαφος στις περισσότερες χώρες. Ο οίκος προβλέπει ότι τα ονομαστικά επιτόκια θα κορυφωθούν μόλις στο 2,25%-2,50% στις ΗΠΑ, στο 2% στη Μ. Βρετανία, στο 0,5% στην Ευρωζώνη και στο -0,1% στην Ιαπωνία.
Με τα επιτόκια ισορροπίας στις ανεπτυγμένες αγορές πιθανώς να βρίσκονται ακόμη κοντά σε ιστορικά χαμηλά, τα πραγματικά επιτόκια αναμένεται να κορυφωθούν σε ένα πολύ πιο χαμηλό επίπεδο σε αυτόν τον κύκλο, σε σύγκριση με προηγούμενους κύκλους. Ο βασικός κίνδυνος για τις προβλέψεις είναι οι κυκλικές πληθωριστικές πιέσεις να αποδειχθούν ισχυρότερες απ’ ότι πιστεύουμε, απαιτώντας τη σημαντική αύξηση των επιτοκίων πάνω από το σημείο ισορροπίας για κάποιο χρονικό διάστημα.
Οι παράγοντες που θα κρίνουν τα επιτόκια
Το που θα κορυφωθούν τα επιτόκια θα εξαρτηθεί από τρεις παράγοντες. Ο πρώτος είναι το επίπεδο των επιτοκίων ισορροπίας, το «ουδέτερο» δηλαδή σημείο της νομισματικής πολιτικής, όπου η οικονομική παραγωγή συνάδει με τη δυναμική της και ο πληθωρισμός είναι σταθερός.
Ο δεύτερος είναι κατά πόσο η δυναμική της ζήτησης ως προς την προσφορά συνεπάγεται ότι τα επιτόκια πρέπει προσωρινά να αυξηθούν πάνω από το σημείο ισορροπίας για να καταπολεμήσουν τον πληθωρισμό, όπως συνέβη και σε προηγούμενους κύκλους και κυρίως στις αρχές της δεκαετίας του 1980.
Ο τρίτος είναι το κατά πόσο οι κεντρικές τράπεζες έχουν το βλέμμα στραμμένο μόνο στον στόχο για τον πληθωρισμό, όταν αποφασίζουν για τα επιτόκια.
Σε αυτό το πλαίσιο, η Capital Economics εκτιμά ότι τα επιτόκια θα κορυφωθούν σε σχετικά χαμηλά επίπεδα.
Πρώτον, γιατί το σημείο ισορροπίας των πραγματικών επιτοκίων είναι ακόμη πολύ χαμηλό. Ο οίκος σημειώνει ότι το μακροπρόθεσμο σημείο ισορροπίας των πραγματικών επιτοκίων έφτασε μέσα στην πανδημία κοντά στο μηδέν και θα παραμείνει σε αυτό το επίπεδο στο προσεχές μέλλον.
Δεύτερον, η CE δεν πιστεύει ότι τα πραγματικά επιτόκια πρέπει να αυξηθούν σημαντικά πάνω από το σημείο ισορροπίας για να υποχωρήσει ο πληθωρισμός. Η τρέχουσα άνοδος του πληθωρισμού σχετίζεται περισσότερο με τις αυξήσεις στις ενεργειακές τιμές και με τη στροφή της κατανάλωσης προς τα αγαθά, παρά με την υπερθέρμανση της οικονομίας εξαιτίας της υπερβολικής ζήτησης.
Τρίτον, οι κεντρικές τράπεζες ενδεχομένως προτίθενται να αφήσουν τον πληθωρισμό να παραμείνει πάνω από τον στόχο γιατί ανησυχούν για τις επιπτώσεις των αυξήσεων των επιτοκίων στο βάρος των δημόσιων χρεών και των τιμών των assets. Μία ήπια αύξηση των επιτοκίων δεν θα πρέπει να κάνει μεγάλη διαφορά στη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους, ούτε να επισπεύσει μια μεγάλη διόρθωση στις αγορές. Παρ’ όλα αυτά, σίγουρα υπάρχουν εστίες αβεβαιότητας, όπως η αγορά κατοικίας σε πολλές χώρες και το κρατικό χρέος σε χώρες της ευρωπαϊκής περιφέρειας.