THEPOWERGAME
Η οικονομία μπορεί να αναπτυχθεί εντυπωσιακά αλλά μόνο μέσα από την αλλαγή της, είναι το μήνυμα που στέλνει ο γενικός διευθυντής του ΙΟΒΕ Νίκος Βέττας.
Το μέλλον της οικονομίας είναι «πολύ θετικό, γιατί πράγματι υπάρχουν οι συνθήκες» τονίζει ο γενικός διευθυντής του ΙΟΒΕ , επισημαίνοντας ωστόσο πως «σημαντικές ευκαιρίες έχουν χαθεί και στο παρελθόν» και εντοπίζοντας τους κινδύνους και τις προκλήσεις που αναδεικνύονται.
«Το κρίσιμο, σήμερα, είναι να γίνει κατανοητό πως η οικονομία μπορεί να αναπτυχθεί εντυπωσιακά, αλλά μόνο μέσα από την αλλαγή της» αναφέρει σε συνέντευξή του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Για την σημερινή εικόνα της οικονομίας
Ερωτηθείς για την σημερινή εικόνα της οικονομίας ο κ. Βέττας σημειώνει: «Μετά τους πρωτόγνωρους περιορισμούς και τη βαθιά ύφεση λόγω της πανδημίας, η οικονομία ανακάμπτει εξίσου ισχυρά. Αν δεν υπάρξουν εκπλήξεις στο επιδημιολογικό μέτωπο, θα έρθουν στο προσκήνιο πιο μεσοπρόθεσμα ζητήματα και το πώς εξελίσσονται τα θεμελιώδη της οικονομίας. Φοβάμαι πως σε ένα βαθμό έχουμε ξεχάσει τη δεκαετή ακραία περιπέτεια. Αν απλώς πιάσουμε το νήμα από την προηγουμένη πορεία, θα υπάρξει ανάπτυξη, αλλά όχι τόσο ισχυρή όσο χρειάζεται. Μπορεί να είναι ενισχυμένη για όσα χρόνια θα υπάρχει πρόσβαση σε πρόσθετους πόρους, ευρωπαϊκούς και άλλους, αλλά οι βασικές τάσεις θα τη μειώνουν σταδιακά, οδηγώντας σε στασιμότητα. Ενώ ,λοιπόν, υπάρχουν οι συνθήκες να βρεθεί η ελληνική οικονομία σε υψηλότερη και διατηρήσιμη τροχιά ανάπτυξης, αυτό δεν θα συμβεί αυτόματα».
Οι προκλήσεις
Σε ό,τι αφορά τις προκλήσεις που παρουσιάζονται, ο γενικός διευθυντής του ΙΟΒΕ παρατηρεί πως «στη διάρκεια των τελευταίων 4 δεκαετιών η οικονομία μας, δυστυχώς, διολισθαίνει προς τα χαμηλότερα επίπεδα των ευρωπαϊκών συγκρίσεων: Αυτό αφορά εισοδήματα, κοινωνική προστασία, εκπαίδευση, και συνολικά ευημερία. Δεν μεγαλώνει μόνο η απόσταση από τις χώρες του πυρήνα αλλά μας ξεπερνούν σχεδόν όλες οι οικονομίες της λεγομένης περιφέρειας, όπως η Ισπανία, και οι περισσότερες της πρώην ανατολικής Ευρώπης. Η απόκλιση έχει στη βάση της την ασθενή πορεία της παραγωγικότητας και εκφράζεται με χαμηλές αμοιβές, μικρή ελκυστικότητα για παραγωγικές επενδύσεις και χαμηλή εξωστρέφεια».
Στη βάση όλων αυτών, όπως εξηγεί, βρίσκονται η θεσμική λειτουργία και οι κανόνες της οικονομίας. «Η ανάπτυξη δεν προκύπτει απλώς όταν εισρέουν νέοι πόροι. Για να είναι διατηρήσιμη, πρέπει να υπάρξουν δομικές αλλαγές, στο πώς λειτουργούν οι αγορές και πώς διαρθρώνονται με τον δημόσιο τομέα. Οι αγορές μας είναι σχετικά κλειστές, χωρίς επαρκή καινοτομία και ανταγωνισμό. Ο δημόσιος τομέας, από τη μια πλευρά δυσκολεύει τις παραγωγικές επενδύσεις και από την άλλη δεν είναι αρκετά αποτελεσματικός σε κρίσιμες περιοχές του, όπως η υγεία, η εκπαίδευση και η δικαιοσύνη» αναφέρει.
Οι λόγοι αισιοδοξίας
Ο κ. Βέττας δηλώνει πάντως πως βασική πηγή αισιοδοξίας του είναι πως πολλά στοιχεία της χώρας, συνυπολογίζοντας τη γεωγραφία, φυσικούς πόρους, και χαρακτηριστικά του πληθυσμού, είναι τέτοια που, υπό άλλες συνθήκες, θα την καθιστούσαν μία από τις πιο ευημερούσες στην Ευρώπη. «Αυτός ο δυναμισμός φαίνεται σε επιμέρους τμήματα της – συγκεκριμένους κλάδους, επιχειρήσεις, οργανισμούς ¬- που λειτουργούν εξαιρετικά παρά τις δύσκολες συνθήκες. Αν λοιπόν αρθούν οι περιορισμοί, οι δυνατότητες είναι απεριόριστες. Μια πιο συγκεκριμένη πηγή αισιοδοξίας είναι το παράθυρο ευκαιρίας που εμφανίζεται σήμερα. Ανάκαμψη παγκοσμίως μετά την πανδημία, ευρωπαϊκή υποστήριξη με πόρους, χαμηλά επιτόκια και δυνατότητα μείωσης ανεργίας και επενδυτικού κενού μαζί με μεταρρυθμιστικές παρεμβάσεις» σημειώνει.
Οι ανησυχίες
Σε ό,τι αφορά τις πηγές ανησυχίας απαντά: «Η εμπειρία των τελευταίων ετών είναι πως ούτε διάθεση ούτε δυνατότητα για πραγματικές αλλαγές υπήρχε. Στη μεγάλη εικόνα, το ελληνικό δημόσιο, η επιχειρηματικότητα και οι αγορές δεν διαφέρουν ουσιωδώς από το πώς ήταν πριν από είκοσι χρόνια. Χωρίς να υποτιμώ επιμέρους πολύ σημαντικές προσπάθειες και όσα θετικά έγιναν, οι αντιστάσεις αποδείχτηκαν πολύ ισχυρές. Είτε γιατί υπήρχαν συμφέροντα που θίγονταν από τις αλλαγές και φόβος για κάτι νέο, είτε γιατί η μετάβαση χρειάζεται νέους πόρους. Σήμερα λοιπόν, θα ανησυχούσα μήπως η ανάκαμψη και η θετική εικόνα που θα έχουμε βραχυχρόνια μπορεί να παρερμηνευτούν ως απόδειξη πως τα προβλήματα λύθηκαν και δεν χρειάζεται να γίνουν πραγματικές αλλαγές».