THEPOWERGAME
«Φωτιά» στο κόστος παραγωγής στην ελληνική κτηνοτροφία βάζει το ράλι στις τιμές των ζωοτροφών και της ενέργειας. Στο 70% υπολογίζεται η αύξηση στο κόστος των ζωοτροφών (οι ζωοτροφές καλύπτουν το 70% του συνολικού κόστους παραγωγής) και στο 50-100% στο ενεργειακό. Υπάρχουν, μάλιστα, περιπτώσεις που το πρόβλημα είναι οξύτερο όπως στην Κρήτη, η οποία έχει ισχυρό κτηνοτροφικό τομέα αλλά δεν παράγει ζωοτροφές, συνεπώς τις προμηθεύεται από άλλες περιοχές σε αυξημένο – λόγω μεταφορικών – κόστος (κάτι ανάλογο ισχύει και για τα υπόλοιπα νησιά).
Η διαφορά της τιμής τεσσάρων βασικών προϊόντων που χρησιμοποιούνται ως ζωοτροφές αποτυπώνει ανάγλυφα το μέγεθος της επιβάρυνσης για τους κτηνοτρόφους, σύμφωνα με τον πρόεδρο του Συνδέσμου Ελληνικής Κτηνοτροφίας (ΣΕΚ), κ. Τάκη Πεβερέτο:
–Καλαμπόκι: πωλείται φέτος προς 30-32 λεπτά το κιλό από 22 λεπτά πέρυσι. Συγκεκριμένα, ένα 40κιλο σακί με καλαμπόκι πωλείται 18 ευρώ στην ηπειρωτική Ελλάδα από 12 ευρώ πέρυσι και 19 ευρώ στην Κρήτη από 13 ευρώ πέρυσι.
–Κριθάρι: πωλείται 30 λεπτά το 2021 από 21 λεπτά το 2020.
–Σόγια: πωλείται φέτος προς 52-54 λεπτά από 42-43 λεπτά πέρυσι. Για τους αγελαδοτρόφους που χρησιμοποιούν μεγάλες ποσότητες, η σόγια πωλείται στα 48 λεπτά από 38 λεπτά πέρυσι.
–Τριφύλλι: έχει αυξηθεί έως τα 30 λεπτά φέτος από 16-17 λεπτά πέρυσι.
Είναι χαρακτηριστικό ότι το κόστος της διατροφής ενός μοσχαριού έχει αυξηθεί κατά 200 ευρώ κατά το διάστημα από τον απογαλακτισμό του και μέχρι ότου φθάσει στο επιθυμητό βάρος για την εμπορική αξιοποίησή του, σύμφωνα με τον αγελαδοτρόφο-πρόεδρο του Αγροτικού Συνεταιρισμού Ιωαννίνων, κ. Χάρη Λιούρη, ενώ στα 20 ευρώ υπολογίζει ο κ. Πεβερέτος την αντίστοιχη αύξηση στο κόστος διατροφής ενός αρνιού μέχρις ότου φθάσει στα 12-13 κιλά (στα 65-70 ευρώ σήμερα από 45-50 ευρώ παλαιότερα).
«Νάρκη» το ενεργειακό κόστος
Το κόστος παραγωγής αυξάνεται για τους κτηνοτρόφους ακόμη περισσότερο λόγω των πολύ μεγάλων αυξήσεων στην ενέργεια. «Η τιμή του πετρελαίου από 1,2-1,25 ευρώ το λίτρο πέρυσι έχει εκτιναχθεί στο 1,5-1,55 ευρώ φέτος», επισημαίνει ο κ. Πεβερέτος την ώρα που και οι παραγωγοί βλέπουν πολύ μεγάλες αυξήσεις και στους λογαριασμούς του ηλεκτρικού – σε ύψος από 50-100% ανάλογα με το μέγεθος της μονάδας και την τάση. Σύμφωνα με εκτιμήσεις, η αύξηση στην τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας επιβαρύνει το κόστος παραγωγής του αγελαδινού γάλακτος κατά 1,5 σεντς το κιλό. Είναι χαρακτηριστικό ότι η Εθνική Διεπαγγελματική Οργάνωση Πτηνοτροφίας (ΕΔΟΠ) υπολογίζει ότι το ενεργειακό κόστος έχει διπλασιασθεί.
Τα δύσκολα είναι μπροστά, εκτιμούν οι κτηνοτρόφοι
Το χειρότερο για τους κτηνοτρόφους είναι πως
-από τη μία δεν φαίνεται ότι αυτή η τάση θα αντιστραφεί σε προβλεπτό χρονικό ορίζοντα
-από την άλλη ότι η μεγάλη αύξηση του κόστους παραγωγής έρχεται την ώρα που οι τιμές στα προϊόντα τους κινούνται ανοδικά κι άρα έχουν – είχαν, για την ακρίβεια – τη δυνατότητα να ανασάνουν οικονομικά μετά από σειρά ετών με χαμηλές τιμές στα προϊόντα τους.
Είναι χαρακτηριστικό ότι ενώ έχουν αυξηθεί οι τιμές παραγωγού στο αιγοπρόβειο γάλα κατά 15-20% και το αιγοπρόβειο κρέας πάνω από 20%, πάλι οριακά κινούνται οι κτηνοτροφικές μονάδες σε οικονομικό επίπεδο. Καθώς μάλιστα, όπως επισημαίνει η πρόεδρος των κτηνοτρόφων Θεσπρωτίας, κα Μυρτώ Λύκα, οι κτηνοτρόφοι δεν προμηθεύτηκαν, λόγω έλλειψης ρευστότητας, επαρκείς ποσότητες ζωοτροφών τους θερινούς μήνες, θα αναγκαστούν να προμηθευτούν το χειμώνα που είναι ακριβότερες. Αν και, όπως, τονίζει ο κ. Πεβερέτος, ακριβώς λόγω του υψηλού κόστους ζωοτροφών δεν αξιοποιούν τις παραγωγικές δυνατότητες των κοπαδιών τους στο σύνολό τους.
Διεργασίες για επιδότηση μέσω de minimis ή άλλου εργαλείου
Για να αντέξουν στη δυσμενή αυτή συγκυρία, οι κτηνοτρόφοι ζητούν τη στήριξη της πολιτείας, πολύ περισσότερο καθώς, όπως επισημαίνουν, ο κλάδος έλαβε πολύ μικρή συγκριτικά ενίσχυση την διετία 2020-21 λόγω του κορονοϊού. Όσον αφορά στη μείωση του ΦΠΑ στο 6% από 13% στις ζωοτροφές, μέτρο που άρχισε να ισχύει από 1ης Οκτωβρίου, εκτιμούν ότι είναι μεν στη σωστή κατεύθυνση αλλά δεν αρκεί.
Σύμφωνα με πληροφορίες, του «Ρ», στο κυβερνητικό επιτελείο εξετάζουν
-για τις μεν μικρές κτηνοτροφικές μονάδες (κυρίως στην αιγοπροβατοτροφία) την καταβολή ενισχύσεων ήσσονος σημασίας, τις γνωστές de minimis,
-όσοι έχουν μεγαλύτερες μονάδες (πτηνοτρόφοι και χοιροτρόφοι κυρίως) τη στήριξη με άλλα χρηματοδοτικά εργαλεία.
Οι τελικές αποφάσεις συναρτώνται, πάντως, από τις δυνατότητες του προϋπολογισμού.