Τα αυξανόμενα επίπεδα των ανθρωπογενών εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου στην ατμόσφαιρα ενδέχεται να μειώσουν μέχρι το τέλος του αιώνα τον συνολικό αριθμό των δορυφόρων που μπορούν να βρίσκονται σε ασφαλή τροχιά γύρω από τη Γη έως και κατά 66% της σημερινής φέρουσας ικανότητας. Αυτό διαπιστώνεται σε μελέτη που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Nature Sustainability».
Προηγούμενες μελέτες έχουν διαπιστώσει ότι η αυξανόμενη ποσότητα διοξειδίου του άνθρακα και άλλων αερίων του θερμοκηπίου στην ατμόσφαιρα μπορεί να προκαλέσει συρρίκνωση της ανώτερης ατμόσφαιρας της Γης, που αποτελείται από τη μεσόσφαιρα και τη θερμόσφαιρα. Η θερμόσφαιρα παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, καθώς εκεί βρίσκονται σε τροχιά ο Διεθνής Διαστημικός Σταθμός και οι περισσότεροι δορυφόροι.
Όταν η θερμόσφαιρα συρρικνώνεται, η μειωμένη πυκνότητα μειώνει την ατμοσφαιρική αντίσταση, που τραβάει τους παλιούς δορυφόρους και άλλα συντρίμμια προς τα κάτω, σε ύψη που θα καούν. Επομένως, λιγότερη αντίσταση σημαίνει μεγαλύτερη διάρκεια ζωής για τα διαστημικά σκουπίδια και άρα αύξηση της πιθανότητας συγκρούσεων σε τροχιά.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής το MIT, επιχείρησαν να εκτιμήσουν μέσα από προσομοιώσεις τον αριθμό των δορυφόρων που μπορούν να διατηρηθούν βιώσιμα σε γήινη τροχιά μέχρι το 2100 υπό διαφορετικά σενάρια εκπομπών. Η ομάδα συνέκρινε διαφορετικά σενάρια: ένα στο οποίο οι συγκεντρώσεις των αερίων του θερμοκηπίου παραμένουν στα επίπεδα του 2000 και άλλα στα οποία οι εκπομπές μεταβάλλονται σύμφωνα με τα σενάρια της Διακυβερνητικής Επιτροπής για την Κλιματική Αλλαγή.
Στο σενάριο με τις υψηλότερες εκπομπές διαπίστωσαν ότι ο μέγιστος αριθμός δορυφόρων που μπορούν να είναι υπό διαχείριση με βιώσιμο τρόπο σε χαμηλή γήινη τροχιά θα είναι κατά 50-66% μικρότερος ως το 2100, ανάλογα και με την ηλιακή δραστηριότητα.
Οι ερευνητές σημειώνουν ότι ο μετριασμός των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου δεν είναι σημαντικός μόνο για το κλίμα της Γης, αλλά και για τη διατήρηση της πρόσβασής μας στο Διάστημα.