THEPOWERGAME
Η επαναλειτουργία των γαλλικών πυρηνικών σταθμών, η ανάπτυξη των φωτοβολταϊκών, της αιολικής ενέργειας και η ευρεία χρήση αντλιών θερμότητας είναι παράγοντες που αργά μεν, αλλά δομικά δε, συμβάλλουν στη μείωση της εξάρτησης της ΕΕ από το φυσικό αέριο κατά 3,3% σε σύγκριση με την περσινή χειμερινή ζήτηση. Σύμφωνα με τη δεξαμενή σκέψης Bruegel, αυτό είναι και το διακύβευμα της Ευρώπης. Πώς δηλαδή θα καταφέρει να αντιδράσει απέναντι στον επερχόμενο χειμώνα, αλλά και πόσο προετοιμασμένη είναι για αυτόν. Ο πόλεμος στο Ισραήλ περιπλέκει, πάντως, την κατάσταση.
Η πιθανή ετήσια εξοικονόμηση φυσικού αερίου, λόγω βασικών αλλαγών που έχουν πραγματοποιηθεί στην αγορά ενέργειας της ΕΕ διαμορφώνεται ως εξής: η επαναλειτουργία των γαλλικών πυρηνικών σταθμών συμβάλει κατά 1,5% σε σύγκριση με την περσινή χειμερινή ζήτηση, που ισοδυναμεί με 33 TWh. Η ανάπτυξη νέων φωτοβολταϊκών (συνολικής ισχύος 40 GW) τον τελευταίο χρόνο συμβάλει κατά 1,3% που ισοδυναμεί με 29 TWh σε σχέση με πέρυσι. Η εγκατάσταση 3 εκατομμυρίων αντλιών θερμότητας που συμβάλουν κατά 0,4% που ισοδυναμούν με 9 TWh.
Αν και η ΕΕ πιθανότατα δεν αντιμετωπίζει σημαντικούς κινδύνους εφοδιασμού αυτόν τον χειμώνα, οι συνεχιζόμενες επιπτώσεις της διακοπής του φυσικού αερίου θα συνεχίσουν να γίνονται αισθητές μέσω των υψηλότερων τιμών. Ενώ οι τιμές χονδρικής του φυσικού αερίου έχουν μειωθεί σημαντικά, οι τιμές που πληρώνουν πραγματικά τα νοικοκυριά και πολλές επιχειρήσεις παραμένουν υψηλές, λόγω της χρονικής καθυστέρησης στην προσαρμογή των συμβολαίων λιανικής στις τιμές χονδρικής. Το αποτέλεσμα είναι ότι θα ενθαρρυνθεί η μείωση της ζήτησης, αλλά τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις θα συνεχίσουν να αντιμετωπίζουν αυξημένες τιμές.
Σημειώνεται πως, αν και στον απόηχο της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία, ο χειμώνας 2022-23 ήταν ο πιο απαιτητικός από ποτέ για το δίκτυο φυσικού αερίου της Ευρώπης. Ωστόσο, το Bruegel σημειώνει πως φέτος η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι αρκετά καλά προετοιμασμένη για τον επερχόμενο χειμώνα. Τα δύο πρώτα τρίμηνα του 2023 η ζήτηση φυσικού αερίου μειώθηκε κατά 15%, πετυχαινοντας τον στόχο της ΕΕ, ενώ η ικανότητα εισαγωγής υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) έχει επεκταθεί κατά 20%. Η παγκόσμια αγορά LNG παραμένει καλά εφοδιασμένη, εν μέρει χάρη στην έλλειψη σημαντικής αύξησης της ζήτησης στην Κίνα. Συνακολούθως, η ΕΕ πέτυχε τον στόχο αποθήκευσης φυσικού αερίου κατά 90% δύο μήνες πριν από την καταληκτική ημερομηνία τον Νοέμβριο, με τους εμπόρους να στέλνουν πλέον το πλεόνασμα φυσικού αερίου για αποθήκευση στην Ουκρανία.
Εντούτοις, οι Ευρωπαίοι δεν πρέπει να παραμένουν αδρανείς. Οι φόβοι για ελλείψεις φυσικού αερίου ή διακοπές ρεύματος έχουν υποχωρήσει, αλλά η τιμή του φυσικού αερίου, που είναι σταθερά υψηλότερη απ’ ό,τι σε άλλες αγορές, και η συνεχιζόμενη αστάθεια των τιμών θα μπορούσε να έχει επιπτώσεις στη βιομηχανική δομή και την οικονομία της ΕΕ. Για παράδειγμα, οι απεργίες σε εγκαταστάσεις LNG της Αυστραλίας επηρέασαν οριακά τις τιμές φυσικού αερίου στην Ευρώπη, παρ’ όλο που η Γηραιά Ήπειρος δεν εισάγει αυστραλιανό αέριο. Οι εργασίες συντήρησης στο εργοστάσιο της Nyhanma στη Νορβηγία -ο μεγαλύτερος προμηθευτής αγωγών της ΕΕ- έχουν επίσης προκαλέσει αναταραχή στην αγορά. Έως ότου κυκλοφορήσει περισσότερη δυναμικότητα υγροποίησης LNG, η παγκόσμια αγορά LNG, και κατά συνέπεια η αγορά φυσικού αερίου της ΕΕ, θα παραμείνει σφιχτή. Ευτυχώς, αναμένεται μεγαλύτερη ικανότητα υγροποίησης το 2024. Μόνο στις ΗΠΑ αναμένεται να κυκλοφορήσουν ηλεκτρονικά 336 τεραβατώρες/έτος, που αντιστοιχούν σε περίπου διπλάσιες από τις ετήσιες εισαγωγές LNG της ΕΕ από τη Ρωσία.
Σε γενικές γραμμές, το Bruegel βλέπει θετικά τις προοπτικές της αγοράς της ΕΕ για την επερχόμενη χειμερινή περίοδο. Οι κυβερνήσεις θα πρέπει να είναι έτοιμες να δράσουν εάν υπάρξουν ανατροπές στις τάσεις κατανάλωσης. Πολιτικές που αυξάνουν τη ζήτηση φυσικού αερίου, όπως οι επιδοτήσεις, θα πρέπει να αποφεύγονται. Η ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης κατά τη διάρκεια του χειμώνα εξαρτάται επίσης από την ακεραιότητα του αγωγού και της υποδομής LNG. Η δολιοφθορά ή οι διακοπές θα μπορούσαν να έχουν σοβαρές συνέπειες. Ως εκ τούτου, είναι σημαντικό να διατηρηθεί ένα υψηλό επίπεδο εγρήγορσης και ασφάλειας για την προστασία αυτών των κρίσιμων οδών ανεφοδιασμού. Τέλος, ο αντίκτυπος της αύξησης των τιμών του φυσικού αερίου και της ηλεκτρικής ενέργειας σε διάφορες βιομηχανίες απαιτεί προσεκτική και μελετημένη απάντηση.