THEPOWERGAME
Η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν επεσήμανε τα βήματα που θα σχεδιάζει η ΕΕ για την καταπολέμηση της ενεργειακής κρίσης στην Ευρώπη, προτείνοντας τη μείωση της κατανάλωσης στις ώρες αιχμής, την επιβολή πλαφόν στις τιμές ενέργειας αλλά και μέτρα για τη στήριξη των παρόχων που δεν έχουν τη ρευστότητα για να ανταπεξέλθουν στην υψηλή μεταβλητότητα των αγορών.
«Έχουμε ενισχύσει την ετοιμότητα μας και έχουμε αποδυναμώσει την πρόσβαση της Ρωσίας στην προσφορά ενέργειας μέσα από τη μείωση της ζήτησης» αναφέρει η πρόεδρος της Κομισιόν σε επίσημη ανακοίνωση την Τετάρτη. Τονίζει πως η ΕΕ έχει καταφέρει να διαφοροποιήσει τις προμήθειες φυσικού αερίου, αυξάνοντας τις παραδόσεις σε μορφή LNG ή μέσω αγωγών από τις ΗΠΑ, τη Νορβηγία, την Αλγερία, το Αζερμπαϊτζάν και άλλες χώρες. Με τα αποθέματα να έχουν φτάσει στο 82% της συνολικής χωρητικότητας, η ΕΕ προχωρά παράλληλα σε τεράστιες επενδύσεις ανανεώσιμων πηγών ενέργειας μέσα από το πρόγραμμα RePowerEU.
Στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας «Smart Savings of Electricity», η Κομισιόν προωθεί πρώτα από όλα, την υιοθέτηση υποχρεωτικού στόχου για την εξοικονόμηση ενέργειας σε περιόδους υψηλής κατανάλωσης κατά τη διάρκεια των οποίων εντείνονται οι ανοδικές τάσεις στις τιμές.
Δεύτερον, η κ. Φον ντερ Λάιεν αναφέρεται στην αναγκαιότητα επιβολής πλαφόν στα έσοδα των εταιρειών που παράγουν ηλεκτρική ενέργεια με χαμηλές δαπάνες. «Οι πηγές ενέργειας με χαμηλές εκπομπές ρύπων εξασφαλίζουν απροσδόκητα έσοδα που δεν αντανακλούν το χαμηλό κόστος παραγωγής τους, όπως είναι οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας» αναφέρει η πρόεδρος της Κομισιόν. Προσθέτει πως «προτείνουμε να διοχετευθούν αυτά τα απροσδόκητα κέρδη στη στήριξη των ευάλωτων καταναλωτών και επιχειρήσεων».
Τρίτον, η πρόεδρος της Κομισιόν αναφέρεται στη λήψη ανάλογων μέτρων για τα απροσδόκητα κέρδη από τα ορυκτά καύσιμα. «Οι εταιρείες πετρελαίου και φυσικού αερίου έχουν εξασφαλίσει υπέρογκα κέρδη» και «προτείνουμε μια εισφορά αλληλεγγύης από τις εταιρείες αυτές».
Τέταρτον, η Κομισιόν υπογραμμίζει πως είναι απαραίτητο να στηριχθούν οι πάροχοι ενέργειας καθώς είναι εκτεθειμένοι στη μεταβλητότητα των αγορών. Αυτός θα είναι ο σκοπός του «Liquidity Support by Member States» καθώς οι μεγάλες διακυμάνσεις των τιμών δυσχεραίνουν τη διαπραγμάτευση από τους παρόχους.
Πέμπτον, η πρόεδρος της Κομισιόν προτείνει πλαφόν «στο ρωσικό φυσικό αέριο», καθώς θα πρέπει να μειωθούν τα έσοδα της χώρας τα οποία «ο Πούτιν χρησιμοποιεί για να χρηματοδοτεί τον αποτρόπαιο πόλεμο εναντίον της Ουκρανίας».
«Έχουμε ενισχύσει την ετοιμότητα μας και έχουμε αποδυναμώσει την πρόσβαση της Ρωσίας στην προσφορά ενέργειας μέσα από τη μείωση της ζήτησης» αναφέρει η πρόεδρος της Κομισιόν σε επίσημη ανακοίνωση την Τετάρτη. Τονίζει πως η ΕΕ έχει καταφέρει να διαφοροποιήσει τις προμήθειες φυσικού αερίου, αυξάνοντας τις παραδόσεις σε μορφή LNG ή μέσω αγωγών από τις ΗΠΑ, τη Νορβηγία, την Αλγερία, το Αζερμπαϊτζάν και άλλες χώρες. Με τα αποθέματα να έχουν φθάσει στο 82% της συνολικής χωρητικότητας, η ΕΕ προχωρά παράλληλα σε τεράστιες επενδύσεις ανανεώσιμων πηγών ενέργειας μέσα από το πρόγραμμα RePowerEU, αναφέρεται στην ανακοίνωση της προέδρου της Κομισιόν.
Οι προτάσεις αυτές θα συζητηθούν σήμερα από τους διπλωματικούς εκπροσώπους των 27 κρατών-μελών της ΕΕ εν όψει της συνάντησης των υπουργών Ενέργειας αυτήν την Παρασκευή.
Από την περασμένη εβδομάδα, η Κομισιόν έχει εντείνει τις προσπάθειες για την υιοθέτηση μιας δέσμης μέτρων στην καταπολέμηση της κλιμακούμενης ενεργειακής κρίσης στην Ε.Ε την ώρα που η Ρωσία έχει διακόψει πλήρως τις ροές φυσικού αερίου μέσω του αγωγού Nord Stream 1 από τις αρχές Σεπτεμβρίου. Σήμερα, η τιμή spot στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας στη Γερμανία κινείται στα 450 ευρώ την μεγαβατώρα (MWh) καθώς είναι συνδεδεμένη με το κόστος φυσικού αερίου που έχει δεκαπλασιαστεί από τον μέσον όρο της τελευταίας δεκαετίας.
Οι συνθήκες που οδήγησαν την Ευρώπη σε ενεργειακή κρίση
Ανέκαθεν οι εταιρείες φυσικού αερίου προτιμούσαν μακροπρόθεσμα συμβόλαια που ήταν συχνά συνδεδεμένα με τις τιμές του πετρελαίου, με αποτέλεσμα να συμβαδίζουν και να παρέχουν μια σταθερή πηγή εσόδων για τον κλάδο, διευκολύνοντας επίσης τη δρομολόγηση επενδύσεων. Κατά τη διάρκεια, όμως, της τελευταίας 20ετίας, η Ε.Ε προωθούσε τη σύνδεση των παραγγελιών με τις τιμές σε κομβικά σημεία διαπραγμάτευσης όπως είναι η αγορά TFF στην Ολλανδία.
Με τη χειραγώγηση της προσφοράς φυσικού αερίου από την Gazprom από πέρσι τον Αύγουστο -με αποκορύφωμα τη διακοπή των ροω΄ν την περασμένη εβδομάδα λόγω των κυρώσεων της Ε.Ε τις βάρος της Ρωσίας εξαιτίας του πολέμου στην Ουκρανία- οι τιμές στην αγορά TFF καταρρίπτουν το ένα ρεκόρ μετά το άλλο. Η Ευρωζώνη και η Βρετανία έχουν οδηγηθεί σε μια ενεργειακή κρίση και κρίση του βιοτικού επιπέδου διότι οι χονδρικές τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας είναι συνδεδεμένες με αυτές του φυσικού αερίου, οι οποίες είναι 12 φορές υψηλότερες σε σχέση με έναν χρόνο πριν.
Οι καθυστερήσεις της Κομισιόν στη διαχείριση της κρίσης
Έτσι το κόστος ηλεκτροδότησης στην Ευρώπη έχει φθάσει σε δυσθεώρητα επίπεδα ανεξάρτητα εάν προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας ή άνθρακα ή φυσικό αέριο ή πυρηνικούς αντιδραστήρες. Αυτός είναι ο λόγος που την περασμένη εβδομάδα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρότεινε αρχικά πλαφόν στην τιμή ηλεκτρικής ενέργειας που προέρχεται από πηγές εκτός του φυσικού αερίου. Αυτήν την Δευτέρα, η Κομισιόν επέκτεινε τις προτάσεις για πλαφόν στις χονδρικές τιμές του φυσικού αερίου ύστερα από δηλώσεις της προέδρου της, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, την περασμένη Παρασκευή.
Είχε προηγηθεί η άσκηση δριμείας κριτικής από τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στις Βρυξέλλες. Απαντώντας στην πρωτοβουλία της προέδρου της Κομισιόν για πλαφόν στις τιμές του φυσικού αερίου, ο Σαρλ Μισέλ τόνισε πως πρέπει να κινηθούν άμεσα με ένα σχέδιο για την ανάσχεση του υπέρμετρου κόστους ενέργειας, υπογραμμίζοντας πως η Κομισιόν έχει καθυστερήσει την ώρα που τα κράτη-μέλη έχουν ήδη δαπανήσει 280 δισ ευρώ για να αμβλυνθούν οι συνέπειες στις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά.
«Τα κράτη βρίσκονται σε διαδικασία φτωχοποίησης» είπε ο Μισέλ, προσθέτοντας πως η ενεργειακή κρίση στην Ευρώπη ξεκίνησε πριν τον πόλεμο στην Ουκρανία. Σήμερα ορισμένες εταιρείες στη Γερμανία επιλέγουν να παύσουν την παραγωγή τους καθώς δεν μπορούν να ανταπεξέλθουν στο υψηλό κόστος ενέργειας.