THEPOWERGAME
Στο ύψος-ρεκόρ των 112,959 δισ. ευρώ διαμορφώθηκε το συνολικό ανεξόφλητο υπόλοιπο των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς τη Φορολογική Διοίκηση στο τέλος του Ιανουαρίου του 2022, σημειώνοντας αύξηση κατά 4,1 δισ. ευρώ σε σχέση με τον Ιανουάριο του 2021. Το συμπέρασμα αυτό προκύπτει από αναλυτικά στοιχεία της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.), τα οποία αποκαλύπτονται στην έκθεση αξιολόγησης της ελληνικής οικονομίας την οποία συνέταξε το Γραφείο Κρατικού Προϋπολογισμού της Βουλής.
Από το ποσό αυτό, μόλις 26,9 δισ. ευρώ, που αντιστοιχούν το 23,8% του συνόλου θεωρείται σίγουρο ότι μπορούν να εισπραχθούν και αποτελούν τη δεξαμενή από την οποία αντλεί έσοδα ο κρατικός προϋπολογισμός. Από τα υπόλοιπα 86 δισ. ευρώ τα 25 δισ. ευρώ που αντιστοιχούν σε ποσοστό 22,2% του συνόλου έχουν χαρακτηριστεί «ανεπίδεκτα είσπραξης» (αφορούν περιπτώσεις στις οποίες ο οφειλέτης και οι συνυπόχρεοί του δε διαθέτουν περιουσιακά στοιχεία και στις οποίες έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης επί κινητών, ακινήτων και απαιτήσεων του οφειλέτη και έπαυσαν οι εργασίες πτώχευσης αν πρόκειται για πτωχό) και τα 61 δισ. ευρώ έχουν πολύ χαμηλά ποσοστά εισπραξιμότητας (σ’ αυτά περιλαμβάνονται 8,9 δισ. ευρώ που πηγάζουν από οφειλές αφερέγγυων οφειλετών, κυρίως πτωχών και υπό εκκαθάριση, 9,2 δισ. ευρώ που αφορούν σε οφειλές με λήξη δόσεων πέραν της τελευταίας δεκαετίας καθώς και πρόστιμα ύψους 24,8 δισ. ευρώ για φορολογικές και άλλες παραβάσεις).
Σύμφωνα με τα όσα αναφέρονται στην έκθεση, η αύξηση των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς τη Φορολογική Διοίκηση κατά 4,1 δισ. ευρώ προέκυψε εξαιτίας της συσσώρευσης νέων ληξιπρόθεσμων οφειλών ύψους 7,3 δισ ευρώ κατά τη διάρκεια του 2021 καθώς και πρόσθετων ληξιπρόθεσμων οφειλών ύψους 2,1 δισ. ευρώ βεβαιωμένων μέχρι την 1η-2-2022, αφαιρουμένων των εισπράξεων και διαγραφών ύψους 5,3 δισ. ευρώ που πραγματοποιήθηκαν κατά την ίδια χρονική περίοδο.
Όπως εξηγεί πιο αναλυτικά το Γ.Κ.Π.Β., το «συνολικό ανεξόφλητο υπόλοιπο των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς τη Φορολογική Διοίκηση» της 1ης-2-2022 περιλαμβάνει, δηλαδή, όλες τις οφειλές που συσσωρεύτηκαν μέχρι την ημερομηνία αυτή, οι οποίες υπολογίστηκαν αθροίζοντας το «παλιό» ληξιπρόθεσμο χρέος, όπως διαμορφώθηκε στις 30/11 του προηγούμενου έτους, με το «νέο» ληξιπρόθεσμο χρέος, όπως διαμορφώθηκε μέχρι την 1η-2-2022 και αφαιρώντας εισπράξεις και διαγραφές έναντι «παλιού» και «νέου» ληξιπρόθεσμου χρέους την 1η-2-2022.
Παράλληλα, σύμφωνα με τα στοιχεία της Α.Α.Δ.Ε. που παρατίθενται στην έκθεση του Γ.Κ.Π.Β., κατά τον πρώτο μήνα του 2022 το σύνολο των ληξιπρόθεσμων οφειλών αυξήθηκε κατά 1,5 δισ. ευρώ, καθώς οι εισπράξεις και οι διαγραφές ανήλθαν σε 396,3 εκατ. ευρώ και ήταν λιγότερες από τις εισροές, οι οποίες περιλαμβάνουν τα νέα ληξιπρόθεσμα ύψους 1,7 δις ευρώ και τις ληξιπρόθεσμες οφειλές ύψους 218,6 εκατ. ευρώ στο τέλος του 2021 που βεβαιώθηκαν μεταγενέστερα.
Η αύξηση των νέων ληξιπρόθεσμων οφειλών και των διαγραφών εντός του Ιανουαρίου του 2022 οφείλεται εν μέρει στην παρουσία ακραίων τιμών.
Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι ποσοστό 22,2% του συνολικού ληξιπρόθεσμου υπολοίπου, που αντιστοιχεί σε 25 δισ. ευρώ, αφορά σε οφειλές που χαρακτηρίζονται ως «ανεπίδεκτες είσπραξης». Πρόκειται για οφειλές των οποίων η είσπραξη είναι αντικειμενικά αδύνατη, βάσει των προϋποθέσεων που ορίζονται στο άρθρο 82 του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (ΝΔ 356/1974). Στις «ανεπίδεκτες είσπραξης» οφειλές περιλαμβάνονται περιπτώσεις στις οποίες ο οφειλέτης και οι συνυπόχρεοί του δε διαθέτουν περιουσιακά στοιχεία και ολοκληρώθηκε η διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης επί κινητών, ακινήτων και απαιτήσεων του οφειλέτη (και έπαυσαν οι εργασίες πτώχευσης αν πρόκειται για πτωχό).
Κατά συνέπεια, το υπόλοιπο των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς τη Φορολογική Διοίκηση το οποίο μπορεί να εισπραχθεί (δηλαδή το συνολικό υπόλοιπο μετά την αφαίρεση του ανεπίδεκτου είσπραξης υπολοίπου) ανέρχεται στα 87,9 δισ. ευρώ την 1/2/2022, και έχει σημειώσει αύξηση κατά 3,1 δισ. ευρώ σε ετήσια βάση.
Βάσει, εξάλλου, των στοιχείων της Α.Α.Δ.Ε. που παρατίθενται στην έκθεση του Γ.Κ.Π.Β.:
- Μόνο το 51,1% του θεωρούμενου ως «εισπράξιμου» υπολοίπου των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς τη Φορολογική Διοίκηση, ποσοστό που αντιστοιχεί σε 45 δισ. ευρώ, πηγάζει από φορολογικές οφειλές (άμεσοι και έμμεσοι φόροι, φόροι στην περιουσία, ΦΠΑ, ειδικοί φόροι κατανάλωσης κτλ.). Μεγάλο μέρος των οφειλών αυτών παρουσιάζει, εξάλλου, χαμηλά ποσοστά είσπραξης. Ειδικότερα, 8,9 δις ευρώ πηγάζουν από οφειλές αφερέγγυων οφειλετών (κυρίως πτωχών και υπό εκκαθάριση οφειλετών), ενώ 9,2 δισ. ευρώ αφορούν σε οφειλές με λήξη δόσεων πέραν της τελευταίας δεκαετίας. Συνεπώς, απομένουν 26,9 δις ευρώ οφειλών από τις οποίες, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΑΑΔΕ, πηγάζει άνω του 90% των εισπράξεων. Με άλλα λόγια το σύνολο σχεδόν των εισπράξεων προέρχεται από μόλις το 30,6% του πραγματικού ληξιπρόθεσμου υπολοίπου των 87,9 δισ. ευρώ, που ισοδυναμεί με το 23,8% του συνολικού ληξιπρόθεσμου υπολοίπου.
- Το υπόλοιπο ποσό των πραγματικών ληξιπρόθεσμων οφειλών, ύψους 42,9 δισ. ευρώ, προέρχεται από άλλες κατηγορίες οφειλής, οι οποίες παρουσιάζουν επίσης πολύ χαμηλά ποσοστά είσπραξης. Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΑΑΔΕ, σε αυτές περιλαμβάνονται τα πρόστιμα (φορολογικά και μη φορολογικά) τα οποία αποτελούν το 28,2% του πραγματικού ληξιπρόθεσμου υπολοίπου, καθώς αγγίζουν τα 24,8 δισ. ευρώ. Σημαντικό μερίδιο των οφειλών αυτής της κατηγορίας αφορά στα πρόστιμα που έχουν επιβληθεί στην εταιρεία Ακρόπολις Χρηματιστηριακή (5,5 δισ. ευρώ).
- Επίσης, εκτός από τα πρόστιμα, χαμηλή εισπραξιμότητα διαπιστώνεται και στις μη φορολογικές οφειλές, οι οποίες αποτελούν το 20,7% του πραγματικού ληξιπρόθεσμου υπολοίπου, ποσοστό που αντιστοιχεί σε 18,2 δισ. ευρώ. Βασική συνιστώσα των μη φορολογικών οφειλών είναι η κατηγορία των «δανείων» που αφορούν σε καταπτώσεις εγγυήσεων του ελληνικού δημοσίου. Το κυριότερο μέρος αυτής της κατηγορίας οφειλής (85% των δανείων) αποτελεί το ληξιπρόθεσμο υπόλοιπο του Οργανισμού Σιδηροδρόμων Ελλάδος (ΟΣΕ), ύψους 10,7 δισ. ευρώ, για το οποίο έχει διαμορφωθεί το νομοθετικό πλαίσιο σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο, ώστε να υπάρχει η δυνατότητα διαγραφής του[1]. Εκτός από τα δάνεια στις μη φορολογικές οφειλές περιλαμβάνονται και κατηγορίες όπως «δικαστικά έξοδα», «καταλογισμοί», «μισθώματα» κτλ.
- Αναφορικά με τον συνολικό αριθμό των οφειλετών, στο τέλος του Ιανουαρίου του 2022 παρατηρείται μείωση κατά 61.687 πρόσωπα (φυσικά και νομικά) σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2021 με αποτέλεσμα να διαμορφώνεται στους 4.049.913 οφειλέτες. Η ανωτέρω μείωση πηγάζει πρωτίστως από την κατηγορία οφειλής μέχρι 50 ευρώ, με τον αριθμό των οφειλετών να εμφανίζεται μειωμένος κατά 126.594 πρόσωπα σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του προηγούμενου έτους. Στη μείωση αυτή συνέβαλε κυρίως η περιοδική διαγραφή βεβαιωμένων ανείσπρακτων οφειλών νομικών προσώπων ή τρίτων με εισπρακτέο υπόλοιπο ανά βασική οφειλή μικρότερο του 1 ευρώ. Η συγκεκριμένη διαγραφή οδήγησε σε μείωση του πλήθους των οφειλετών στην κατηγορία οφειλής μικρότερης του 1 ευρώ κατά 126.593 πρόσωπα σε ετήσια βάση, με τον συνολικό αριθμό των οφειλετών να διαμορφώνεται σε 125.956.
- Μείωση του αριθμού των οφειλετών παρατηρείται επίσης στην κατηγορία οφειλής μεταξύ 500 και 10.000 ευρώ (κατά 4.874 πρόσωπα), η οποία ωστόσο πηγάζει από τους οφειλέτες που οφείλουν μεταξύ 500 και 5.000 ευρώ. Συγκεκριμένα, στο εν λόγω εύρος οφειλής παρατηρείται μείωση των οφειλετών κατά 8.695 πρόσωπα, η οποία συνοδεύεται από μείωση ληξιπρόθεσμων οφειλών κατά 15,5 εκατ. ευρώ.
- Αντίθετα, στις λοιπές κατηγορίες οφειλής διαπιστώνεται αύξηση τόσο στο πλήθος των οφειλετών, όσο και στο ληξιπρόθεσμο υπόλοιπο. Ειδικότερα στην κατηγορία οφειλής μεταξύ 50 και 500 ευρώ, στην οποία συσσωρεύεται το 37% των οφειλετών, εντοπίζεται η μεγαλύτερη αύξηση στο πλήθος τους σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του προηγούμενου έτους (κατά 59.061 οφειλέτες), η οποία ωστόσο συνοδεύεται από περιορισμένη αύξηση των ληξιπρόθεσμων οφειλών (κατά 12,9 εκατ. ευρώ), καθώς στην κατηγορία αυτή περιλαμβάνεται μόλις το 0,3% του συνολικού ληξιπρόθεσμου υπολοίπου.
- Από την άλλη πλευρά, το μεγαλύτερο μέρος της αύξησης του συνολικού ληξιπρόθεσμου υπολοίπου σε ετήσια βάση πηγάζει από τους οφειλέτες με ύψος οφειλής άνω του 1 εκατ. ευρώ (αύξηση του ληξιπρόθεσμου υπολοίπου σε αυτήν την κατηγορία κατά 3,3 δις ευρώ), ο αριθμός των οποίων σημείωσε αύξηση κατά 336 πρόσωπα. Σημειώνεται ότι στη συγκεκριμένη κατηγορία οφειλής συγκεντρώνεται το 80% του συνολικού ληξιπρόθεσμου υπολοίπου και μόλις το 0,2% των οφειλετών.
- Στην αύξηση του ληξιπρόθεσμου υπολοίπου στο εύρος οφειλής άνω του 1 εκατ. ευρώ σημαντική είναι η συνεισφορά των νομικών προσώπων καθώς οι οφειλές που προέρχονται από αυτά αυξήθηκαν κατά 2,7 δις ευρώ σε ετήσια βάση. Σημειώνεται ότι από τα νομικά πρόσωπα προέρχεται το 73% των οφειλών στο συγκεκριμένο εύρος οφειλής με το ληξιπρόθεσμο υπόλοιπό τους να αγγίζει στο τέλος του Ιανουαρίου του 2022 τα 66 δις ευρώ. Αντίστοιχα το πλήθος των νομικών προσώπων που οφείλουν πάνω από 1 εκατ. ευρώ διαμορφώθηκε στα 5.378, καθώς αυξήθηκε σε ετήσια βάση κατά 193 νομικά πρόσωπα.