THEPOWERGAME
«Ο στόχος για μηδενικές εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα/CO2 έως το 2050 είναι πολύ απαιτητικός, δεδομένου ότι δεν υπάρχει ακόμα μία διασφαλισμένη πορεία για την επίτευξή του» υποστήριξε ο πρόεδρος της Elpedison Andrea Testi μιλώντας στο συνέδριο του Economist. «Ιδιαίτερα στον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας, όπου «ο κύκλος των επενδύσεων» είναι μακρύς, το 2050 δεν φαίνεται τόσο μακριά» τόνισε ο κ. Testi.
Ο ίδιος εξήγησε πως «ορισμένες από τις τεχνολογίες που προορίζονται για την επίτευξη του στόχου για το 2050, ακόμη και για το 2030 – όπως η αποθήκευση ενέργειας, είτε ηλεκτρικής (μπαταρίες) είτε χημικής (υδρογόνο), τα έξυπνα δίκτυα, η ανταπόκριση στη ζήτηση, η μετατόπιση φορτίου από τη «χρήση όταν υπάρχει ανάγκη» στη «χρήση όταν υπάρχει διαθεσιμότητα» – είναι πολλά υποσχόμενες, αλλά θα πρέπει να δοκιμαστούν σε κλίμακα gigawatt ή ακόμα και terawatt, ώστε να αντικατοπτρίζουν το μέγεθος της ευρωπαϊκής αγοράς ενέργειας».
Η ανάπτυξη αυτών των νέων τεχνολογιών σε πρωτοφανή κλίμακα και με τεράστια ταχύτητα μπορεί να οδηγήσει σε απροσδόκητα εμπόδια είπε ο πρόεδρος της Elpedison. Στο πλαίσιο αυτού του σεναρίου, είναι απαραίτητο να αναπτυχθούν και παράλληλα να δοκιμαστούν πολλές λύσεις, ώστε να αποσαφηνιστεί εάν και σε ποιο βαθμό επαρκούν προκειμένου για την υλοποίηση του στόχου.
«Λαμβάνοντας υπόψη τη σημαντικότητα για ενεργειακή επάρκεια και, ιδιαίτερα, για την επάρκεια ηλεκτρικής ενέργειας, προκειμένου για τη διασφάλιση των σύγχρονων οικονομιών και κοινωνιών μας, χρειάζεται να διασφαλίσουμε την απαραίτητη παραγωγική δυνατότητα, βασισμένη σε δοκιμασμένες τεχνολογίες, που θα λειτουργούν ως δικλείδες ασφαλείας έναντι της αβεβαιότητας που δημιουργεί η Πράσινη Μετάβαση» κατέληξε.
Ο πρόεδρος της Elpedison θεωρεί πως οι μονάδες συνδυασμένου κύκλου με καύσιμο φυσικό αέριο είναι οι καλύτεροι υποψήφιοι για τη διατήρηση ενός ισορροπημένου ηλεκτρικού συστήματος, για τα επόμενα 10, πιθανώς και 20 χρόνια ή και για ακόμη μεγαλύτερη περίοδο. Περιλαμβάνονται στις δοκιμασμένες τεχνολογικές λύσεις, με τη χαμηλότερη επίδραση στο περιβάλλον, ενώ χαρακτηρίζονται από τον σύντομο χρόνο κατασκευής τους και την υψηλή λειτουργική τους ευελιξία – έτσι ώστε να υποστηρίζουν την μη προγραμματιζόμενη/προβλέψιμη παραγωγή από τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας – χαμηλό κόστος απόσυρσης και καλό επίπεδο αποδοχής από την κοινωνία. Παράλληλα, παρέχουν τη δυνατότητα για περαιτέρω μείωση εκπομπών CO2 , με την ένταξη της χρήσης υδρογόνου αλλά και άλλων «καθαρών» καυσίμων (π.χ. βιοκαύσιμα), καθώς αυτά θα διατίθενται σε επαρκείς ποσότητες.
Ο κ. Testi επισήμανε πως δεδομένου ότι τα σημεία αβεβαιότητας που σχετίζονται με το ευρωπαϊκό Green Deal θα μεταφέρουν, de facto, το κανονιστικό και ρυθμιστικό ρίσκο στους επενδυτές, οι οποίοι μάλιστα δεν θα έχουν σαφή εικόνα για την οικονομική βιωσιμότητα των επενδύσεών τους, είναι σημαντικό οι ρυθμιστικές αρχές να προωθήσουν έγκαιρα τους μηχανισμούς αποζημίωσης ισχύος (Capacity Remuneration Mechanisms), οι οποίοι πρέπει να υιοθετηθούν γρήγορα, ώστε να επιτρέψουν τον απαραίτητο χρόνο στον «κύκλο των επενδύσεων».
Οι μηχανισμοί αυτοί «αποτελούν κρίσιμο παράγοντα επιτυχίας για την Πράσινη Μετάβαση, καθώς θα εξασφάλιζαν την κατασκευή επαρκών παραγωγικών μονάδων συνδυασμένου κύκλου με φυσικό αέριο – οι οποίες θα λειτουργούν με πολύ υψηλότερες περιβαλλοντικές επιδόσεις σε σχέση με τις παλιές μονάδες ηλεκτροπαραγωγής- για να μας «μεταφέρουν» με ασφάλεια στις «ακτές» του 2030 και του 2050».