Στο πλάνο του Υπερταμείου εντάσσεται η αποδέσμευση περιουσιακών στοιχείων, τα οποία δεν εξυπηρετούν τον προσανατολισμό του ευρύτερου σχεδιασμού και των δραστηριοτήτων του. Ανάμεσα σε αυτές είναι η πώληση των Ελληνικών Αλυκών, οι οποίες δεν συνάδουν με την ευρύτερη στρατηγική του, κάτι που σύμφωνα με πηγές που έχουν γνώση του θέματος αναμένεται να τρέξει ως διαδικασία στη διάρκεια του 2026.
Στην εταιρεία Ελληνικές Αλυκές Α.Ε., που αποτελούν την κύρια πηγή προμήθειας αλατιού της χώρας μας, υπάγονται 7 αλυκές σε όλη τη χώρα (Αγγελοχώρι, Καλλονή, Κίτρος Πιερίας, Μέση Κομοτηνής, Μεσολόγγι, Νέα Κεσσάνη Ξάνθης, Πολίχνιτος Λέσβου). Στο πλαίσιο της σχεδιαζόμενης αποκρατικοποίησης της συγκεκριμένης δραστηριότητας, ο ανοιχτός διεθνής διαγωνισμός αναμένεται να λάβει χώρα το 2026. Οι Ελληνικές Αλυκές είχαν 3,4 εκατ. κέρδη στην επταετία 2018-2024, τα 2,6 εκατ. ευρώ εκ των οποίων κατά την τριετία 2022-2024, έναντι σωρευτικής ζημίας 0,1 εκατ. ευρώ πριν η εταιρεία περάσει στο Υπερταμείο (2011-2017).
Tα σενάρια αποκρατικοποίησης στις Ελληνικές Αλυκές
Στα σενάρια που έχουν κατά καιρούς εξεταστεί είναι η είσοδος στρατηγικού επενδυτή, ο οποίος θα αποκτήσει το 51% του μετοχικού κεφαλαίου της εταιρείας, με το Υπερταμείο να διατηρεί το 49% των μετοχών. Ωστόσο, δεν αποκλείεται η διάθεση και του συνόλου των μετοχών της εταιρείας που έχει στην κατοχή του το Υπερταμείο, εφόσον υπάρξει μία πρόταση η οποία θα ικανοποιήσει πλήρως τον σχεδιασμό του φορέα αξιοποίησης της δημόσιας περιουσίας. Σημειώνεται ότι το Υπερταμείο κατέχει το 80% των μετοχών, αποτελώντας στρατηγικό επενδυτή σε μια εταιρεία η οποία είναι θυγατρική του από το 2018. Το υπόλοιπο 20% των μετοχών παραμένει σε δήμους, μεταξύ των οποίων ο δήμος Μεσολογγίου.
Το Υπερταμείο είχε προχωρήσει τον Σεπτέμβριο του 2023 στην εξαγορά του 24,81% των μετοχών των Ελληνικών Αλυκών, ποσοστό που κατείχε έως εκείνη τη στιγμή η εταιρεία Κάλας Α.Ε., που παράγει το φερώνυμο αλάτι «Κάλας», ενισχύοντας με αυτόν τον τρόπο το ποσοστό του στην εταιρεία. Η Ελληνικές Αλυκές Α.Ε. ιδρύθηκε το 1988 και αποτελεί τη μεγαλύτερη εταιρεία παραγωγής θαλασσινού αλατιού στην Ελλάδα, καλύπτοντας πάνω από το 90% της εγχώριας παραγωγής.
Το 2024 η παραγωγή των Αλυκών ανήλθε σε αριθμό-ρεκόρ που άγγιξε τους 250.000 τόνους. Ωστόσο, η παραγωγή αποτελεί συνάρτηση των καιρικών συνθηκών που επικρατούν κάθε χρονιά και επομένως παρουσιάζει διακυμάνσεις από χρονιά σε χρονιά. Χαρακτηριστικό των διακυμάνσεων αυτών στην παραγωγή είναι για παράδειγμα το γεγονός ότι στην οικονομική χρήση του 2023 ο κύκλος εργασιών μειώθηκε κατά 2,76 εκατομμύρια ευρώ σε σχέση με αυτήν του 2022, ήτοι στα 6,29 εκατομμύρια από 9,06 εκατομμύρια ευρώ. Με την εταιρεία, ωστόσο, να είναι απολύτως κερδοφόρα, με 985,86 χιλιάδες ευρώ έναντι 1,17 εκατομμυρίων ευρώ αντίστοιχα στις δύο προαναφερόμενες οικονομικές χρήσεις.
Οι επτά αλυκές και η δυναμικότητά τους
Η μεγαλύτερη εκ των αλυκών είναι αυτή του Μεσολογγίου, με έκταση 12.400 στρέμματα και μέση δυναμικότητα 110.000 τόνων, ακολουθούν αυτή του Κίτρους με 3.867 στρέμματα και δυναμικότητα 30.000 τόνων, της Καλλονής με έκταση 3.016 στρέμματα και δυναμικότητα 40.000 τόνων, της Μέσης με 1.920 στρέμματα και δυναμικότητα 10.000 τόνων, της Νέας Κεσσάνης με 1.168 στρέμματα (4.000 τόνοι), του Αγγελοχωρίου με 1.166 στρέμματα (4.000 τόνοι), του Πολίχνιτου με 797 στρέμματα (8.000 τόνοι).
Να θυμίσουμε ότι στις δραστηριότητες που σχετίζονται με τον τομέα των τροφίμων υπάγονται και οι δύο κεντρικές αγορές Αθηνών και Θεσσαλονίκης, όπου υπό την προηγούμενη διοίκηση, Γρηγόρη Δημητριάδη, είχε εξεταστεί το ενδεχόμενο εισαγωγής τους στο Χρηματιστήριο Αθηνών. Η εταιρεία Οργανισμός Κεντρικών Αγορών και Αλιείας, στον οποίο υπάγονται οι δύο αγορές, έχει πραγματοποιήσει σημαντικές κινήσεις μετασχηματισμού τα τελευταία χρόνια με ηλεκτρονική τιμολόγηση και τεχνολογία RFID, μειώνοντας τον χρόνο διελεύσεων στην αγορά και εφαρμογή για ηλεκτρονικές πληρωμές προς απλοποίηση των διαδικασιών. Στον ΟΚΑΑ μπήκαν οπτικές ίνες για τα λογιστήρια και αναβαθμίσεις στις ιχθυόσκαλες.
Στόχος είναι η συγχώνευση των δύο αγορών σε μία και η είσοδός τους στην οργανωμένη αγορά του Χρηματιστηρίου. Ωστόσο, η συγκεκριμένη προοπτική είναι κάτι που θα εξεταστεί από τη νέα διοίκηση του Γιάννη Παπαχρήστου, ο οποίος ανάλεβε πρόσφατα καθήκοντα διευθύνοντος συμβούλου στο Υπερταμείο.