Περίπου τρία χρόνια πριν, οι τέσσερις μεγαλύτεροι «παίκτες» του αγροδιατροφικού τομέα στον κόσμο, με μερίδιο πάνω από 90% στην αγορά, απολάμβαναν τις τελευταίες μέρες της δόξας τους, χάρη στο χάος που προκλήθηκε στις αγορές μετά την επίθεση της Ρωσίας στην Ουκρανία. Η εν λόγω εξέλιξη, ανέτρεψε την παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα τροφίμων και εκτόξευσε τις τιμές των σιτηρών και των ελαιούχων σπόρων.
Πλέον, οι κολοσσοί «ABCD», δηλαδή οι Archer Daniels Midland (ΑDM), Bunge, Cargill και Louis Dreyfus βρίσκονται σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι και αντιμετωπίζουν δυσκολίες στο να διαφοροποιηθούν, καθώς προσπαθούν να απεξαρτηθούν από τον κυκλικό χαρακτήρα του κλάδου, ο οποίος είναι αρκετά εκτεθειμένος στις αυξομειώσεις των τιμών των εμπορευμάτων.
Οι ADM και Bunge, που είναι οι δύο εταιρείες μεταξύ των ABCD, οι οποίες είναι εισηγμένες στο Χρηματιστήριο, κατέγραψαν δραματική πτώση στα ετήσια κέρδη τους, τα οποία «βούτηξαν» κατά 48% και 49% αντίστοιχα το 2024. Και αυτό είναι μόνο η αρχή, αφού και οι δύο αναμένουν ακόμη μεγαλύτερες μειώσεις φέτος. Σημαντική πτώση ύψους 28% κατέγραψε στα κέρδη της και η Louis Dreyfus, ενώ η Cargill είχε πτώση 10% στα έσοδά της.
Οι τέσσερις εταιρείες κυριαρχούσαν στον αγροδιατροφικό κλάδο για χρόνια, αποκομίζοντας έσοδα εκατοντάδων δισεκατομμυρίων δολαρίων, χάρη στον έλεγχο που ασκούν στο εμπόριο και την επεξεργασία αγροτικών πρώτων υλών, κυρίως σιτηρών και ελαιούχων σπόρων (π.χ κράμβοι, ηλιόσποροι, σπόροι σόγιας). Ωστόσο, λειτουργούν με εξαιρετικά χαμηλά περιθώρια κέρδους, με τα κέρδη να εκτοξεύονται όταν οι τιμές παρουσιάζουν διακυμάνσεις, λόγω της μεταβλητότητας της αγοράς, αλλά να υποχωρούν σε πιο ήρεμες περιόδους, όταν οι ευκαιρίες αρμπιτράζ περιορίζονται.
Παρά τις στρατηγικές αλλαγές που επιχείρησαν οι ABCD και στοχεύουν στο να έχουν λιγότερη έκθεση στις μεταβολές των τιμών, οι κολοσσοί αυτοί δεν απέφυγαν τη σημαντική διολίσθηση που καταγράφηκε στα κέρδη τους.
Η Louis Dreyfus
Το όνομα του Ομίλου, απασχόλησε πρόσφατα τη χώρα μας, καθώς η επικεφαλής Μαργαρίτα Λουί Ντρέιφους, ήταν το πρόσωπο πίσω από την ολλανδική Leonidsport, που διεκδικούσε σημαντικό μερίδιο στον ΟΛΘ μέσω δημόσιας πρότασης.
Η Louis Dreyfus προχώρησε σε μια σημαντική αναδιάρθρωση μετά από μεγάλες ζημίες τη δεκαετία του 2000, αποεπενδύοντας από μη βασικά και ζημιογόνα περιουσιακά στοιχεία και εστιάζοντας στα δυνατά της «χαρτιά», τα εμπορεύματα και τη ναυτιλία.
Η εταιρεία βέβαια, δεν έχει μείνει ανεπηρέαστη από τις δυσκολίες του κλάδου, αναφέροντας στην τελευταία της οικονομική ενημέρωση τον Μάρτιο, ότι τα EBITDA του 2024 ανήλθαν σε 1,88 δισ. δολάρια, σημειώνοντας πτώση 15% σε σύγκριση με το 2023, ενώ τα καθαρά κέρδη μειώθηκαν κατά 28%, στα 726 εκατ. δολάρια.
ADM και Bunge
Οι ADM και Bunge απέδωσαν τις δυσοίωνες προβλέψεις για τα κέρδη τους, εν μέρει, στη γεωπολιτική αβεβαιότητα, συμπεριλαμβανομένων των πιθανών επιπτώσεων της εμπορικής πολιτικής του Ντόναλντ Τραμπ.
Η ADM βρίσκεται επίσης αντιμέτωπη με ρυθμιστική έρευνα για τις λογιστικές της πρακτικές, μετά από εσωτερική έρευνα, που αποκάλυψε ότι τα ιστορικά κέρδη στον τομέα της διατροφής είχαν υπερεκτιμηθεί.
Η Bunge από πλευράς της, προσπάθησε να μειώσει την εξάρτησή της από τη μεταβλητότητα των εμπορευμάτων μέσω της συγχώνευσής της με τη Viterra, που υποστηρίζεται από την Glencore, έναντι 8,2 δισ. δολαρίων. Η συμφωνία, η οποία θα συνδυάσει τον κορυφαίο επεξεργαστή ελαιούχων σπόρων παγκοσμίως με έναν ηγετικό έμπορο σιτηρών, αναμένεται να δημιουργήσει έναν όμιλο αξίας 25 δισ. δολαρίων, ικανό να ανταγωνιστεί την ADM και την Cargill.
Cargill
Τέλος, η Cargill, ο μεγαλύτερος έμπορος αγροτικών εμπορευμάτων στον κόσμο, αντιμετωπίζει επίσης δυσκολίες. Ο όμιλος ανακοίνωσε τον Δεκέμβριο ότι θα μειώσει κατά 5% το εργατικό του δυναμικό, που ανέρχεται σε 164.000 υπαλλήλους, ενώ θα περιορίσει τις επιχειρησιακές του μονάδες από πέντε σε τρεις, καθώς ανέφερε πτώση 10% στα έσοδά του, στα 160 δισ. δολάρια, για τη χρήση που έληξε τον Μάιο του 2024, από 177 δισεκατομμύρια το προηγούμενο έτος.
Όπως η ADM, έτσι και η Cargill επεκτάθηκε στον τομέα της διατροφής, αλλά η πιο τολμηρή της κίνηση έγινε στην επεξεργασία κρέατος. Οι δραστηριότητές της στη συσκευασία κρέατος βοήθησαν στην ενίσχυση των κερδών και την ξεχώρισαν από τους κορυφαίους ανταγωνιστές της, αλλά ο τομέας του κρέατος, όπως και το εμπόριο σιτηρών, είναι κυκλικός.
Ο Florian Schattenmann, διευθυντής έρευνας και ανάπτυξης της εταιρείας, δήλωσε πρόσφατα στους Financial Times ότι το μέλλον της Cargill βρίσκεται σε περαιτέρω ανάπτυξη προϊόντων προστιθέμενης αξίας . «Όταν έχεις ένα χαρτοφυλάκιο, ένα μέρος του μπορεί να είναι σε άνοδο, ένα άλλο σε πτώση, οπότε αυτό σταθεροποιεί τα πράγματα», δήλωσε, προσθέτοντας ότι η εταιρεία διαφοροποιείται σε προϊόντα όπως οι φυτικές πρωτεΐνες «έχοντας κατά νου πολύ σαφείς τάσεις: υγεία, διατροφή, βιωσιμότητα, επισιτιστική ασφάλεια».
Το μόνο σίγουρο είναι, ότι με βάση τις γενικές τάσεις και την αβεβαιότητα που επικρατεί αυτή τη στιγμή στον αγροδιατροφικό κλάδο, εάν οι ABCD δεν προχωρήσουν σε κάποια σημαντική εξαγορά, ή σε διαφοροποίηση των δραστηριοτήτων τους και με εταιρείες εκτός του αγροτικού τομέα, θα παραμείνουν εξαιρετικά ασταθείς και εξαρτημένες από τις γεωργικές συνθήκες.