THEPOWERGAME
«SOS» εκπέμπουν οι εμπορικές επιχειρήσεις και ειδικά οι μικρομεσαίες -εξαιρουμένων τροφίμων, οχημάτων και καυσίμων-, που είναι αντιμέτωπες με μείωση της ζήτησης και επιβράδυνση, καθώς ακόμη και όσες εμφανίζουν αύξηση τζίρου, αυτή διαμορφώνεται πολύ κάτω από τον πληθωρισμό.
Με απλά λόγια, το μπαράζ ανατιμήσεων στα σούπερ μάρκετ στερεί χρήμα από το υπόλοιπο λιανεμπόριο, καθώς οι δαπάνες των καταναλωτών αυξάνονται για τρόφιμα και μειώνονται για ρούχα, με αποτέλεσμα πολλές εμπορικές επιχειρήσεις, κυρίως μικρού μεγέθους, να αντιμετωπίζουν πρόβλημα βιωσιμότητας.
Είναι ενδεικτικό ότι το 2023 οι μεγάλες επιχειρήσεις, όσες δημοσιεύουν διπλογραφικά στοιχεία, εμφάνισαν αύξηση τζίρου 30% στο α’ τρίμηνο, ρυθμός που αποκλιμακώθηκε σε 12% στο β’ τρίμηνο και 6% στο γ’ τρίμηνο, για να φτάσει στο 4% στο δ’ τρίμηνο, ενώ στις μικρές επιχειρήσεις ο ρυθμός διαμορφώθηκε σε 8%, 6%, 4% και -1% αντίστοιχα. Σημειωτέον ότι στα 68 δισ. ευρώ που υπολογίζεται ο συνολικός τζίρος του λιανεμπορίου το 2023 οι μεγάλες επιχειρήσεις εισφέρουν περίπου 58 δισ. ευρώ και άλλα 10 δισ. ευρώ οι μικρομεσαίες. Επίσης, από τα 68 δισ. ευρώ, με εξαίρεση τροφίμων, καυσίμων και αυτοκινήτων, η αξία της αγοράς κυμαίνεται σε περίπου 25 δισ. ευρώ και είναι μοιρασμένη σχεδόν ισόποσα σε μεγάλες και μικρές επιχειρήσεις.
Ο πληθωρισμός των τροφίμων έχει πλήξει το σύνολο της αγοράς, αλλά η εικόνα είναι ζοφερή σε ένα μέρος της, με σειρά δομικών προβλημάτων να συντηρούν ανισότητες μεγάλων και μικρών, όπως αποκαλύπτει η επεξεργασία στοιχείων της ΕΛΣΤΑΤ, με εξαίρεση τα τρόφιμα, που αντιστοιχούν στο 27% του τζίρου της αγοράς, αλλά και τα καύσιμα και τον κλάδο αυτοκινήτου, που αποσπούν άλλο ένα 23%, επηρεάζοντας ασύμμετρα τις συνολικές επιδόσεις του λιανεμπορίου. Πρόκειται για περιοδική μελέτη, πρωτοβουλία του Εμπορικού Συλλόγου της Αθήνας (ΕΣΑ) εδώ και δύο χρόνια, σε συνεργασία με την ΕΛΣΤΑΤ και τον καθηγητή του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών (ΟΠΑ) Γιώργο Μπάλτα, στο πλαίσιο της έκδοσης του «Δείκτη Λιανικών Πωλήσεων του ΕΣΑ», που αποτυπώνει τα πραγματικά μεγέθη του λιανεμπορίου.
Οι τάσεις το 2024 και τα αναγκαία μέτρα
Το 2024 δεν ξεκίνησε καλά για το λιανεμπόριο, σύμφωνα με τον Σταύρο Καφούνη, πρόεδρο του ΕΣΑ, που συμφωνεί ότι η αγορά προσβλέπει στην πασχαλινή αγορά και στην τουριστική κίνηση για να ανακάμψει, ενώ προβληματισμό για τις επιπτώσεις της ακρίβειας εκφράζει ο Θεόδωρος Καπράλος, πρόεδρος του Εμπορικού Συλλόγου Πειραιά (ΕΣΠ). Οι εκπρόσωποι της αγοράς επισημαίνουν ότι πέρα από την ανταγωνιστικότητα, που είναι στοιχείο διαφοροποίησης μικρών και μεγάλων εμπορικών επιχειρήσεων, υπάρχουν και προβλήματα που συντηρούν τις ανισότητες, όπως η πρόσβαση σε δανεισμό με ευνοϊκούς όρους και σε προγράμματα ΕΣΠΑ, η τεκμαρτή φορολόγηση και το βάρος του μη μισθολογικού κόστους, μετά την αύξηση του κατώτατου μισθού σε περιβάλλον πληθωρισμού.
Ο Γιώργος Μπάλτας εξηγεί ότι οι καταναλωτικές δαπάνες αυξάνονται σε τρόφιμα και καύσιμα, δύο κλάδους ανελαστικής ζήτησης και με μεγάλες ανατιμήσεις -πάνω από 30% στην τριετία-, ενώ μειώνονται στην υπόλοιπη αγορά, όπως καταστήματα ένδυσης-υπόδησης, καθώς οι καταναλωτές αναπροσαρμόζουν τον προϋπολογισμό τους και ανασχεδιάζουν τις δαπάνες τους προκειμένου να καλύψουν άμεσες ανάγκες.
Τα στοιχεία του δείκτη είναι χρήσιμα, διότι έτσι εξάγονται ρεαλιστικά συμπεράσματα για τα προβλήματα της αγοράς και επομένως μπορούν να σχεδιαστούν στοχευμένα μέτρα, με την κυβέρνηση να εμφανίζεται πρόθυμη να δώσει λύσεις, όπως ανέφερε ο Κώστας Σκρέκας, υπουργός Ανάπτυξης, χαιρετίζοντας την εκδήλωση του ΕΣΑ για την παρουσίαση της μελέτης. Αναφέρθηκε στην προσπάθεια διατήρησης σταθερού πολιτικού και οικονομικού περιβάλλοντος, με περιορισμό των παραγόντων μεταβλητότητας και ενίσχυση της εμπιστοσύνης προς όλους, καθώς, όπως τόνισε, οι προκλήσεις είναι μπροστά μας.
Στο πλαίσιο αυτό, οι εκπρόσωποι της αγοράς έχουν ήδη ατζέντα για περαιτέρω επαφές με την κυβέρνηση. Ο Σταύρος Καφούνης, πρόεδρος του ΕΣΑ, τόνισε ότι αν και όλες οι επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν κοινά προβλήματα, οι μικρότερες υποφέρουν περισσότερο και έχει αναλάβει πρωτοβουλίες. Σήμερα έχει προγραμματισμένο ραντεβού στο υπουργείο Εργασίας για τα προβλήματα με την Ψηφιακή Κάρτα Εργασίας, προωθεί παρεμβάσεις για το My Data και τη διασύνδεση ταμειακών μηχανών με POS σε συνεργασία με άλλους φορείς, ώστε να μην κινδυνέψουν με άδικα πρόστιμα οι επιχειρήσεις, και συντονίζει δράσεις για την αντιστάθμιση των εξόδων από ενοίκια και μισθολογικό κόστος.
Το αποτύπωμα του πληθωρισμού
Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσίασε ο Γιώργος Μπάλτας, με εξαίρεση τα σούπερ μάρκετ και ευρύτερα τον κλάδο τροφίμων, που αποσπά τη μερίδα του λέοντος, αλλά και τις εταιρείες καυσίμων και οχημάτων, τα μεγέθη στην υπόλοιπη αγορά συρρικνώνονται.
Είναι ενδεικτικό ότι το 2023 στο σύνολο του λιανικού εμπορίου ο κύκλος εργασιών ανήλθε σε 68,14 δισ. ευρώ, με αύξηση 7% σε σχέση με το 2022, αλλά αν εξαιρέσουμε τρόφιμα, καύσιμα και οχήματα, ο κύκλος εργασιών διαμορφώνεται σε 24,82 δισ. ευρώ, με αύξηση 5,6%.
Ειδικά στο δ’ τρίμηνο του 2023, ο καθαρός κύκλος εργασιών του λιανεμπορίου σημείωσε αύξηση μόλις 1,5% σε σχέση με το δ’ τρίμηνο του 2022. Στο σύνολο των μικρομεσαίων επιχειρήσεων λιανικού εμπορίου, ο κύκλος εργασιών στο δ’ τρίμηνο του 2023 ανήλθε σε 10,66 δισ. ευρώ, σημειώνοντας αύξηση 1,7%, αλλά εξαιρουμένων των κλάδων οχημάτων, τροφίμων και καυσίμων, ο κύκλος εργασιών ανέρχεται σε 5,12 δισ. ευρώ, με αύξηση 1,3%. Ειδικά στην Αττική το δ’ τρίμηνο του 2023 το σύνολο του λιανικού εμπορίου εμφάνισε αύξηση 5,2%, αλλά με την εξαίρεση τροφίμων, καυσίμων και οχημάτων η αύξηση είναι μόλις 0,4%, και τον Δεκέμβριο, μήνα που περιλαμβάνει τη χριστουγεννιάτικη αγορά, η αύξηση περιορίστηκε σε 0,1%.