THEPOWERGAME
Η αμερικανική πολυεθνική McKinsey κέρδισε συμβόλαια ύψους 101 εκατ. δολαρίων με την ομοσπονδιακή κυβέρνηση των ΗΠΑ το διάστημα Σεπτεμβρίου 2022- Σεπτέμβριο 2023, μεταξύ αυτών 63 εκατ. με το Πεντάγωνο. Τώρα όμως Ρεπουμπλικανοί γερουσιαστές ζητούν να αποκλειστεί από «στρατηγικές» αναθέσεις από την Ουάσινκγτον, καθώς θέτει σε κίνδυνο την ασφάλεια των ΗΠΑ, εξαιτίας συμβουλευτικής εργασίας που έχει κάνει στο παρελθόν για το κινεζικό κράτος, την οποία όμως ο επικεφαλής της, Μπομπ Στέρνφελς, αρνείται.
Σε πρόσφατη ακρόαση ενώπιον του Κογκρέσου, πριν από έναν μήνα, ο Στέρνφελς, διαχειριστικός υπεύθυνος στις παγκόσμιες επιχειρήσεις της εταιρείας, δήλωσε με έμφαση: «Δεν εργαζόμαστε και, με βάση όσα γνωρίζω ποτέ δεν έχουμε εργαστεί, για το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα ή την κεντρική κυβέρνηση της Κίνας. Η μεγάλη πλειοψηφία του έργου που κάνουμε στην Κίνα είναι για πολυεθνικές. Πολλές από αυτές είναι αμερικανικές εταιρείες και κινεζικές του ιδιωτικού τομέα».
Ωστόσο, τα στοιχεία αντιφάσκουν με την κατάθεση. Ένα από αυτά, που αποκάλυψε πρώτα το συντηρητικό αμερικανικό περιοδικό National Review, είναι πως το τμήμα μάρκετινγκ στην ιστοσελίδα του κινεζικού παραρτήματος της McKinsey (mckinseychina.com), είχε αναρτήσει -από το 2014 ως το 2019, οπότε και «έπεσε» η κινεζική ιστοσελίδα και αντικαταστάθηκε με το κεντρικό σάιτ της εταιρείας- μία αναφορά, στην οποία υποστήριζε πως σημαντικό μέρος του έργου της, αφορά συνεργασίες με την κεντρική κινεζική κυβέρνηση. Συγκεκριμένα, ανέφερε:
«Ο αντίκτυπος της McKinsey στην Κίνα επεκτείνεται πολύ πέρα από τον εταιρικό τομέα. Μόνο την τελευταία δεκαετία, έχουμε εξυπηρετήσει πάνω από 20 διαφορετικές κεντρικές, επαρχιακές και δημοτικές κυβερνητικές υπηρεσίες σε μία ευρεία γκάμα οικονομικού σχεδιασμού, αστικής ανάπλασης και κοινωνικών θεμάτων». Συμπληρώνεται μάλιστα πως «έχει συμβουλεύσει αρκετά κεντρικά υπουργεία σε μία γκάμα θεμάτων υψηλού αντίκτυπου, από τον σχεδιασμό πολιτικών αναμόρφωσης του συστήματος υγείας, στην παροχή προγραμμάτων ανάπτυξης για τη νέα γενιά κυβερνητικών ηγετών ως την χάραξη πολιτικών και μέτρων για την αύξηση της εσωτερικής κατανάλωσης».
Το Urban China Initiative
Στο επίκεντρο της κριτικής που δέχεται τώρα η συμβουλευτική και την οποία πυροδότησαν δημοσιεύματα από τους Financial Times, βρίσκεται όμως ένα και συγκεκριμένο πρόγραμμα, που είχε αναλάβει η δεξαμενή σκέψης Urban China Initiative (UCI) την οποία ίδρυσε η McKinsey, σε συνεργασία με το κινεζικό πανεπιστήμιο Τσινγκχουά και το αμερικανικό πανεπιστήμιο Columbia. Η επικεφαλής συνεργάτιδα της McKinsey στη Σαγκάη, Λόλα Βέτζελ, υπέγραφε τον πρόλογο της έκθεσης, με τον τίτλο «Επιστημονικές και Τεχνολογικές Επαναστάσεις Ανά τον Κόσμο», και το 2015 το παρουσίασε προσωπικά στον τότε πρωθυπουργό, Λι Κεκιάνγκ.
Το έργο, το οποίο ανατέθηκε στο UCI από την επιτροπή NDRC (Επιτροπή Εθνικής Ανάπτυξης και Μεταρρύθμισης της Κίνας), συμβούλευε την κινεζική κυβέρνηση να αυξήσει τη συνεργασία ανάμεσα στον στρατό και τις επιχειρήσεις και να απομακρύνει τις ξένες εταιρείες από «ευαίσθητους» τομείς της βιομηχανίας, προκειμένου να μην υποκλέψουν πληροφορίες. Συνολικά το πλάνο 5ετίας που αφορούσε το διάστημα 2016-2020, ανέλυε 14 τεχνολογικούς τομείς, από το cloud computing ως την τρισδιάστατη εκτύπωση και τα ηλεκτρικά οχήματα, που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε δραματική αύξηση της παραγωγικότητας.
Η αντίδραση Ρεμπουμπλικανών και Δημοκρατικών
Μπορεί το παγκόσμιο γεωπολιτικό σκηνικό να ήταν διαφορετικό το 2015, από ό,τι σήμερα, επιτρέποντας σε δυτικές εταιρείες να συμβουλεύουν το Πεκίνο χωρίς τότε να θεωρείται πως βλάπτουν τα αμερικανικά συμφέροντα, όμως οι συγκεκριμένες συστάσεις, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι η εταιρεία αρνείται, εκ των υστέρων, την έκταση των επιχειρήσεών της στην Κίνα, θορύβησαν γερουσιαστές, Ρεπουμπλικανούς αλλά και Δημοκρατικούς. Ο Ρεπουμπλικανός Μαρκ Ρούμπιο, αντιπρόεδρος της επιτροπής της Γερουσίας για τις υπηρεσίες πληροφοριών και ο Μάικλ ΜακΚολ, επικεφαλής της επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων της Βουλής των Αντιπροσώπων, δήλωσαν ότι η McKinsey υποβάθμισε την αμερικανική ασφάλεια μέσω του ρόλου της συγκεκριμένης δεξαμενής σκέψης. Ο τελευταίος χαρακτήρισε μάλιστα «σοκαριστικό το γεγονός πως μία αμερικανική εταιρεία φέρεται να υποστήριζε τις προσπάθειες του Κινεζικού Κομμουνιστικού Κόμματος να αναπτύξει σχεδιασμό και πολιτικές που παραβαίνουν τους διεθνείς εμπορικούς κανόνες και διακινδυνεύουν την αμερικανική εθνική ασφάλεια και τα οικονομικά συμφέροντα».
«Η McKinsey εμφανίζεται να έχει πει ψέματα αρκετές φορές σχετικά με τη σχέση της με το κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα« διαπίστωσε ο Ρούμπιο. Και ξεκαθάρισε: «Σε αυτό το σημείο, είναι αδύνατο να δικαιολογήσουμε οποιοδήποτε συμβόλαιο της ΜcKinsey με την αμερικανική κυβέρνηση». Από πλευράς του, εκπρόσωπος των Δημοκρατικών στην Επιτροπή της Βουλής των Αντιπροσώπων για την Κίνα είπε στο Γαλλικό Πρακτορείο Ειδήσεων πως οι πληροφορίες των Financial Times είναι «βαθιά ανησυχητικές» και η επιτροπή πρέπει να διερευνήσει το ζήτημα.