THEPOWERGAME
Για χειραγωγημένα κέρδη της Temenos AG, λογιστικές παρατυπίες, εικονικές συνεργασίες και κεφαλαιοποίηση που δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, εξαπατώντας τους επενδυτές, κάνει λόγο η Hindenburg Research σε έκθεσή της για την ελβετική εταιρεία τραπεζικού λογισμικού με τις ελληνικές ρίζες. Η αμερικανική εταιρεία χρηματοοικονομικών ερευνών, έχοντας «σορτάρει» την Temenos, αναφέρεται σε σειρά από αποτυχημένες εγκαταστάσεις προϊόντων και παράτυπες συμφωνίες αδειοδότησης, που στόχο είχαν να βοηθήσουν την ελβετική εταιρεία να επιτύχει τους ετήσιους στόχους της, «φουσκώνοντας» τους ισολογισμούς.
Με έδρα την Ελβετία και Έλληνα βασικό μέτοχο για δεκαετίες, αλλά και Έλληνες στη σημερινή διοίκησή της, η Temenos AG θεωρείται πρωτοπόρος στην ανάπτυξη και παροχή υπηρεσιών τραπεζικού λογισμικού (core banking system), με πάνω από 3.000 πελάτες παγκοσμίως. Πρόεδρος της Temenos ήταν ο Γιώργος Κούκης, επί των ημερών του οποίου η εταιρεία πληροφορικής μετατράπηκε σε κορυφαία εταιρεία software τραπεζικών συστημάτων (private και retail banking). Γεννημένος στη Χαλκίδα το 1946 και έχοντας μεταναστεύσει στην Αυστραλία τη δεκαετία του 1970, ο ελληνικής καταγωγής επιχειρηματίας αγόρασε την ανερχόμενη Temenos για λίγο περισσότερα από 940.000 δολάρια, τον Νοέμβριο του 1993, μαζί με την Kim Goodall. Επτά χρόνια μετά γίνεται εισηγμένη με κεφαλαιοποίηση περίπου 2 δισ. ελβετικών φράγκων. Το 2011 ο Γιώργος Κούκης αποσύρεται από πρόεδρος, παραμένοντας μη εκτελεστικό μέλος του ΔΣ. Τωρινός πρόεδρος και CEO στην Temenos είναι ο Ανδρέας Ανδρέαδης, ο οποίος ανέλαβε μετά την παραίτηση του Max Chuard.
H 4μηνη έρευνα της Hinderburg Research για την Temenos
Όπως επισημαίνεται στην έκθεση της Hindenburg Research, η Temenos εμφανίζει τρέχουσα κεφαλαιοποίηση στα 7,5 δισ. δολάρια, παρουσιάζοντας έσοδα ύψους 1 δισ. δολαρίων για το 2023. Βασισμένη σε στοιχεία από συνεντεύξεις με 25 πρώην εργαζόμενους της εταιρείας, η Hinderburg Research σημειώνει ότι «η 4μηνη έρευνά μας για την Temenos αποκάλυψε στοιχεία για στρογγυλοποιημένα έσοδα και υπερβολική κεφαλαιοποίηση φαινομενικά ανύπαρκτων επενδύσεων». Αυτές οι λογιστικές πρακτικές, σύμφωνα με πρώην διευθυντικά στελέχη της εταιρείας, «φαίνεται να αποτελούν ανοιχτό μυστικό μεταξύ πολλών πρώην εργαζομένων με τους οποίους μιλήσαμε». Και συνεχίζει, υπογραμμίζοντας: «Αρκετοί ανέφεραν ότι ο διευθύνων σύμβουλος Andreas Andreades ενθαρρύνει τις πρακτικές αυτές, οι οποίες βοηθούν να αποσιωπηθεί η σημαντική δυσαρέσκεια και η φθορά των πελατών από τα προϊόντα».
Στην έκθεση αναφέρεται το παράδειγμα της Mbanq. Τον Οκτώβριο του 2021 η Temenos ανακοίνωσε τη στρατηγική συνεργασία με τη συγκεκριμένη fintech στο πλαίσιο επιτάχυνσης του μοντέλου «banking as a service» στις ΗΠΑ. Η συμφωνία, όπως τόνισε πρώην στέλεχος της εταιρείας, περιελάμβανε την αγορά λογισμικού και υπηρεσιών από την Mbanq, ύψους 20 εκατ. δολαρίων. Τα αρχεία της δικαστικής διαδικασίας, οι οικονομικές καταστάσεις και τα στοιχεία πρώην στελεχών της Temenos αποδεικνύουν ότι η ελβετική εταιρεία χρηματοδότησε κρυφά την αγορά του δικού της λογισμικού -συμμετέχοντας ουσιαστικά σ’ ένα σύστημα roundtripping- πραγματοποιώντας μια επένδυση αντίστοιχου χρηματικού ύψους στην Mbanq περίπου την ίδια χρονική περίοδο με την αγορά του επίμαχου software. «Το μετατρέψιμο ομόλογο υπεγράφη την ίδια ημέρα και ώρα που έπεσαν οι υπογραφές στη συμφωνία για την Μbanq. Διαφορετικά δεν θα μπορούσαν να το υπογράψουν, αφού δεν θα είχαν τα χρήματα. Αν αυτό γινόταν στις ΗΠΑ και στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, όλοι θα ήταν έξω», είπε πρώην στέλεχος της Temenos.
Τον Φεβρουάριο του 2021 η Temenos ανακοίνωσε μια συνεργασία με την αμερικανική εταιρεία τραπεζικού λογισμικού DXC Technology, η οποία, όπως τόνισε πρώην στέλεχος της DXC, συνεπαγόταν την αγορά αδειών χρήσης λογισμικού, ύψους περίπου 8-10 εκατ. δολαρίων. Όπως γνωστοποιεί στην έκθεσή της η Hinderburg Research, ενώ η Temenos διαβεβαίωνε επανειλημμένα τους μετόχους ότι η συνεργασία με την DXC «άλλαζε το παιχνίδι» και θα «επιτάχυνε τη διείσδυσή μας» στις μεγάλες τράπεζες της Βόρειας Αμερικής, ένα πρώην στέλεχος της DXC είπε ότι η συμφωνία «πραγματοποιήθηκε εσπευσμένα» την τελευταία ημέρα του έτους για να «βοηθήσει την Temenos στα ετήσια νούμερά της». Και πρόσθεσε: «Δεν πρόκειται για συνεργασία. Μας χρησιμοποιήσατε για την πώληση μιας άδειας χρήσης». Όπως, μάλιστα, δήλωσε, η συμφωνία έλαβε τέλος στη συνέχεια με ευθύνη της Temenos, προκαλώντας απώλειες 8 εκατ. δολαρίων για την DXC. Σύμφωνα, πάντα, με το ίδιο στέλεχος: «Δώσαμε ένα σωρό χρήματα στην Temenos και μετά κυριολεκτικά έφυγαν». Πρώην στέλεχος της ελβετικής εταιρείας επιβεβαίωσε ότι η συγκεκριμένη συνεργασία απέτυχε, επισημαίνοντας ότι το deal ήταν «τυπικό» για την ελβετική εταιρεία και όλα αφορούσαν «πωλήσεις και γρήγορες επιτυχίες».
Το backdating της Temenos στις συμβάσεις ανανέωσης και οι ανύπαρκτες δαπάνες στο E&A
Πρώην στέλεχος της Temenos μίλησε για την πρακτική backdating, την αναπροσαρμογή δηλαδή σε τακτική βάση των συμβάσεων με εταιρείες για τη μεταφορά κερδών σε προηγούμενα τρίμηνα. «Η συνήθης πρακτική, η οποία ήταν απολύτως γνωστή και επιδοκιμαζόταν από τον Andreas (σ.σ. τωρινό πρόεδρο και CEO), αλλά δεν το παραδεχόταν δημοσίως, ήταν ότι οι νομικές ομάδες έδιναν πληρεξούσιο στους πωλητές να αναπροσαρμόσουν μια συμφωνία που είχε έρθει μετά το τέλος του τριμήνου». Για το ίδιο θέμα ένας πρώην επικεφαλής πωλήσεων της εταιρείας δήλωσε: «Έχω δει συμφωνίες που έκλεισαν τον Ιανουάριο, οι οποίες ανακλήθηκαν στο προηγούμενο τρίμηνο».
Σύμφωνα με την Temenos, το 20% των εσόδων επενδύονται για Έρευνα και Ανάπτυξη (R&D) -ποσοστό υπερδιπλάσιο από τον ανταγωνισμό. Πρώην υψηλόβαθμα στελέχη ξεκαθάρισαν ότι οι συγκεκριμένες δαπάνες είναι «ανύπαρκτες» και στην πραγματικότητα αποτελούν δαπάνες υλοποίησης για συγκεκριμένους πελάτες. «Το μόνο που κάνετε είναι να παίρνετε κάτι που ήταν προσαρμοσμένο για έναν πελάτη και να λέτε ότι είναι Ε&Α. Δεν είναι. Αυτή είναι η πλειονότητα», ανέφεραν χαρακτηριστικά. Το 2022, το ποσοστό κεφαλαιοποίησης Ε&Α της Temenos ήταν 62% υψηλότερο από τις αντίστοιχες εταιρείες, με αποτέλεσμα να μεταφερθούν στον ισολογισμό περίπου 86 εκατ. δολάρια από ήδη αμφισβητήσιμα έξοδα Ε&Α. Σε σύγκριση με το μέσο ποσοστό κεφαλαιοποίησης των ανταγωνιστών, η κεφαλαιοποίηση της Temenos οδήγησε σε μια εκτιμώμενη τεχνητή ενίσχυση κατά 29,5% στα κέρδη προ φόρων του 2022.
Επίσης, το 2023 η ελβετική εταιρεία με τις ελληνικές ρίζες επέκτεινε την επιτρεπόμενη περίοδο απόσβεσης των «εσωτερικά δημιουργούμενων δαπανών ανάπτυξης λογισμικού» από 5 σε 7 έτη, επιτρέποντας έτσι να αναγνωρίζονται οι κεφαλαιοποιημένες δαπάνες ακόμη πιο αργά σε σχέση με ό,τι ίσχυε προηγουμένως, αποκρύπτοντας παράλληλα τις επιπτώσεις στα οικονομικά της από τη συγκεκριμένη λογιστική πρακτική. Η Hindenburg Research εκτιμά ότι η συγκεκριμένη αλλαγή επιτρέπει στην επιχείρηση να αυξήσει τεχνητά τα κέρδη του 2023 έως και 8,7%.
Οι μηνύσεις και τα εικονικά success stories
Στην έκθεση της Hinderburg Research δίνεται έμφαση και στις μηνύσεις που έχουν υποβάλει συνεργαζόμενες εταιρείες, οι οποίες κατηγορούν την Temenos για πώληση ελαττωματικών προϊόντων software. Αναλυτικά:
- Η Unify Financial Credit Union, με έδρα τις ΗΠΑ, υπέγραψε συμφωνία με την Temenos τον Σεπτέμβριο του 2018. Τον Δεκέμβριο του 2021 υπέβαλε μήνυση για δόλια παρακίνηση και παραπλανητική παρουσίαση, υποστηρίζοντας ότι η Temenos «φούσκωσε» τις δυνατότητες cloud της, με το λογισμικό που πούλησε να είναι τόσο ασταθές που η Unify αναγκάστηκε να επιστρέψει στο παλιό της σύστημα δύο μήνες μετά την έναρξη χρήσης του software.
- Η First Fidelity Bank, με έδρα τις ΗΠΑ, υπέγραψε συμφωνία με την Temenos τον Δεκέμβριο του 2019. Το 2022 μήνυσε την ελβετική εταιρεία για παραβίαση της σύμβασης και δόλια παραπλάνηση, λέγοντας ότι «βαρέθηκε τις δικαιολογίες και τις καθυστερήσεις της εταιρείας».
- Η αμερικανική Grasshopper Bank ξεκίνησε τη λειτουργία της με το βασικό λογισμικό της Temenos το 2019, για να το εγκαταλείψει 4 χρόνια αργότερα, έπειτα από πολλά προβλήματα εφαρμογής. Ένα πρώην στέλεχος της Grasshopper είπε στη Hindenburg Research ότι ολόκληρο το λανσάρισμα της νέας τράπεζάς αναβλήθηκε «σε μεγάλο βαθμό λόγω της στρατηγικής υλοποίησης της Temenos», την οποία περιέγραψε ως «βασανιστική».
- Η Varo Bank με έδρα τις ΗΠΑ ξεκίνησε τη λειτουργία της με το βασικό τραπεζικό λογισμικό της Temenos τον Σεπτέμβριο του 2020 και σήμερα προβάλλεται ως «success story» στον ιστότοπο της ελβετικής εταιρείας. Πρώην εργαζόμενοι της Varo περιέγραψαν την εφαρμογή ως μια «φρικτή εμπειρία» που τους άφησε «για πάντα σημαδεμένους».
Κλείνοντας την έκθεσή της για τις πρακτικές της Temenos, η Hindersburg Research εκτιμά ότι η ελβετική εταιρεία «θα ξεμείνει από λογιστικά κόλπα, νέους ανυποψίαστους πελάτες που θα πιστέψουν τα γυαλιστερά διαφημιστικά της και νέους επενδυτές πρόθυμους να αγοράσουν, καθώς τα στελέχη συνεχίζουν να πωλούν».
Σημειώνεται ότι η έκθεση Hindenburg οδήγησε σε απότομη πτώση της μετοχής στην Ελβετία, με βουτιά έως και 25% στις συναλλαγές της Πέμπτης (15/2). Μέχρι στιγμής η Temenos δεν έχει απαντήσει στην έκθεση της αμερικανικής εταιρείας επενδυτικών ερευνών.