THEPOWERGAME
Αυτή η επιτυχία δεν εξασφαλίζεται σε φυσιολογικές συνθήκες. Το αντιϊκό χάπι για τον κορονοϊό της Pfizer του Αλμπέρτ Μπουρλά αναμένεται να υπερβεί κατά το ήμισυ τις αναμενόμενες πωλήσεις του των 100 δισ. δολαρίων το 2022. Η επιτυχία έχει αφήσει τα ταμεία της εταιρείας γεμάτα, με περίπου 28 δισ. δολάρια να αναμένεται να επενδυθούν στην ανάπτυξη το αμέσως επόμενο διάστημα.
Όμως οι συνθήκες δεν ήταν όντως φυσιολογικές. Οι εθνικές κυβερνήσεις προσέφεραν στις φαρμακευτικές χρηματοδότηση για να αναπτύξουν με τάχιστους ρυθμούς το εμβόλιο. Και παρότι η Pfizer δεν χρηματοδοτήθηκε από την αμερικανική κυβέρνηση, ωστόσο η γερμανική εταιρεία BioNTech SE με την οποία συνεργάστηκε στο εμβόλιο κατά του κορονοϊού, πήρε 445 εκατομμύρια δολάρια από τη γερμανική κυβέρνηση.
Ταυτόχρονα οι ρυθμιστικές αρχές επιτάχυναν τη διαδικασία αδειοδοτήσεων και η αμερικανική κυβέρνηση προχώρησε σε παραγγελίες δισεκατομμυρίων δολαρίων και επανέφερε νόμο από την εποχή του Ψυχρού Πολέμου, προκειμένου να επισπεύσει την παραγωγή.
Και τώρα; Παρότι κανείς δεν αναμένει σύντομα παρόμοια αστρονομικά κέρδη, η Pfizer δεν μπορεί ούτε να γυρίσει στην αργή πορεία ανάπτυξης που είχε ακολουθήσει για χρόνια. Η μετοχή της έχει ήδη πέσει κατά 25% το 2022, με την προοπτική και μόνο πως κάτι τέτοιο ενδέχεται να συμβεί.
Η στρατηγική των μπλοκμπάστερς και γιατί δεν λειτουργεί πια
Πριν ξεσπάσει η πανδημία, η Pfizer αναζητούσε το επόμενο φάρμακο «blockbuster» (δηλαδή αυτό που θα σπάσει τις πωλήσεις), χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία για κάποια χρόνια. Αρκετά από τα πιο πετυχημένα σκευάσματά της πλησιάζουν ήδη στην ημερομηνία λήξης της πατέντας, και θα βρεθούν αντιμέτωπα με τον ανταγωνισμό των γενοσήμων.
Φαίνεται ωστόσο πως οι εποχές άλλαξαν και η εταιρεία δεν θα επαναφέρει εύκολα την παλιά στρατηγική των mega-deal, όπως είχε κάνει για παράδειγμα το 2000, όταν έδωσε 90 δισ. δολάρια στην Warner-Lambert για το Lipitor κατά της χοληστερόλης, το οποίο έφτασε να αποφέρει 13 δισ. δολάρια σε πωλήσεις ετησίως.
Από το 2000 ως το 2020, οι διευθύνοντες σύμβουλοι δαπάνησαν πάνω από 200 δισ. δολάρια σε συμφωνίες για νέα φάρμακα, σύμφωνα με εκτιμήσεις του πρακτορείου Bloomberg. Όμως πλέον οι ρυθμιστικές αρχές έχουν περιορίσει την ανοχή τους απέναντι στις μονοπωλιακές πρακτικές, ενώ οι συμφωνίες έχουν γίνει πιο ακριβές και πιο απαιτητικές για να ολοκληρωθούν.
Η στρατηγική του Αλμπέρτ Μπουρλά, που ανέλαβε την εταιρεία το 2019, υπήρξε εξ αρχής διαφορετική, ελπίζοντας να κάνει την Pfizer μία δυναμική καινοτόμο εταιρεία στον τομέα της βιοτεχνολογίας και αποσυμφορίζοντας τη διεύθυνση που είχε παλιότερα χτιστεί για την προώθηση του Lipitor και, πριν από αυτό, του άλλου φαρμάκου-σταρ της εταιρείας, του Viagra. Ο στόχος πλέον αλλάζει.
Η υπόσχεση του Μπουρλά και ο δρόμος του mRNA
Ο Μπουρλά έχει βάλει ως στόχο το φαρμακευτικό σκέλος της εταιρείας με την εξαίρεση των πωλήσεων των σκευασμάτων που συνδέονται με τον κορονοϊό, να σημειώσει ετήσια ανάπτυξη εσόδων της τάξης του 6% ως το 2025. Οι αναλυτές της Γουόλ Στριτ θεωρούν πιο πιθανό η ανάπτυξη να κυμανθεί στο 5%.
Μετά και την έλευση του κορονοϊού, το δρόμο αυτόν δείχνει η τεχνολογία mRNA που χρησιμοποιήθηκε και στην ανάπτυξη του εμβολίου τόσο των Pfizer- BioNTech, όσο και της Moderna Inc. Παρά τη φαινομενικά γρήγορη ανάπτυξη του εμβολίου, η δημιουργία του βασίστηκε σε δεκαετίες πρότερης έρευνας από τη δεκαετία του ’90 και έπειτα. Η διαφορά που έκανε η πανδημία του κορονοϊού, είναι πως έδωσε την ευκαιρία τάχιστων άνευ προηγουμένου κλινικών δοκιμών. Πριν την έλευση της νόσου Covid-19, κανένα φάρμακο βασισμένο σε αυτή την τεχνολογία δεν είχε προχωρήσει καν στο πρώτο στάδιο των κλινικών δοκιμών.
Το χτίσιμο επάνω σε αυτή την πρωτοφανή συγκυρία είναι και ο στόχος του Αλμπέρτ Μπουρλά. Η ίδια τεχνολογία μπορεί να χρησιμοποιηθεί για ένα εμβόλιο γρίπης, που θα μπορούσε να φτάσει στην αγορά ακόμη και μέσα στο 2023, σε εμβόλιο για τον έρπητα, θεραπείες για τον καρκίνο και για σπάνιες γενετικές ασθένειες.
Και εδώ πάντως δεν λείπει ο ανταγωνισμός. Εκτός από τις Pfizer, BioNTech και Moderna, μία σειρά start-up αλλά και καθιερωμένων φαρμακευτικών αναζητούν καινοτόμα σκευάσματα και τα επιστημονικά «μυαλά» που θα τα αναπτύξουν.
«Οι φοιτητές και οι εκπαιδευόμενοι βομβαρδίζονται» λέει ο Ντάνιελ Άντερσον, καθηγητής χημικής μηχανικής στο MIT, σύμφωνα με τον οποίο πολλοί από τους φοιτητές του εγκαταλείπουν το πανεπιστήμιο είτε για να δημιουργήσουν νέες εταιρείες, είτε για να προστεθούν στο δυναμικό των φαρμακευτικών.
Περί τις 43 ανερχόμενες εταιρείες που εργάζονται επάνω σε τεχνολογία mRNA έχουν συγκεντρώσει περί τα 1,6 δισ. δολάρια σε χρηματοδότηση το τελευταίο έτος, σύμφωνα με στοιχεία του Pitchbook.
Στόχος της Pfizer είναι να φέρει στην αγορά αρκετά σκευάσματα βασισμένα στην τεχνολογία mRNA μέσα στην επόμενη πενταετία. Ένας στόχος ιδιαίτερα φιλόδοξος, αν σκεφτεί κανείς από πόσες δοκιμασίες περνά συνήθως η ανάπτυξη των φαρμάκων, αλλά και το γεγονός πως ένα 90% αυτών αποτυγχάνουν στις κλινικές δοκιμές.