THEPOWERGAME
Την απόσυρσή της από 79 χώρες και την παραμονή της σε 61, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα, ανακοίνωσε η Wish. H Wish είναι μια αμερικανική διαδικτυακή πλατφόρμα ηλεκτρονικού εμπορίου για συναλλαγές μεταξύ πωλητών και αγοραστών που επιτρέπει στους πωλητές να καταχωρούν τα προϊόντα τους στο Wish και να τα πωλούν απευθείας στους καταναλωτές. Η εταιρεία ιδρύθηκε το 2010 από τον Piotr Szulczewski, πρώην μηχανικό της Google, και τον Danny Zhang.
Το 2019, η Wish έγινε η τρίτη μεγαλύτερη αγορά ηλεκτρονικού εμπορίου στις Ηνωμένες Πολιτείες βάσει πωλήσεων και τον Αύγουστο του 2019, έλαβε έναν γύρο χρηματοδότησης Series H, με επικεφαλής την εταιρεία μετοχών General Atlantic, ανεβάζοντας την αποτίμηση της εταιρείας στα 11,2 δισεκατομμύρια δολάρια.
Τα προβλήματα της εταιρείας ξεκίνησαν το 2021. Τον Νοέμβριο, καταργήθηκε από τα αποτελέσματα αναζήτησης της Google στη Γαλλία το σύστημα ηλεκτρονικού εμπορίου Wish, συμπεριλαμβανομένου του ιστότοπου και των εφαρμογών smartphone, γιατί οι γαλλικές αρχές ισχυρίστηκαν ότι πολλά προϊόντα που πωλούνται στην πλατφόρμα δεν συμμορφώνονται με τους ευρωπαϊκούς κανονισμούς.Οι ίδιες αρχές κατηγόρησαν επίσης την πλατφόρμα για πώληση πλαστών αντικειμένων.
Η Wish υποστήριξε ότι ανταποκρινόταν πάντα στις απαιτήσεις της Γενικής Διεύθυνσης Πολιτικής Ανταγωνισμού, Καταναλωτικών Υποθέσεων και Ελέγχου της Απάτης της Γαλλίας (DGCCRF).
Επίσης Wish γνωστοποίησε ότι ενώ δεν έχει νομική υποχρέωση να διεξάγει ελέγχους στα 150 εκατομμύρια προϊόντα που πωλούνται μέσω της πλατφόρμας της, έχει επενδύσει σε μια σειρά μέτρων για την προώθηση προϊόντων υψηλότερης ποιότητας.
Το τελευταίο τρίμηνο του 2021 η εταιρεία έχασε το 64% των πωλήσεων της – μειώθηκαν στα 289 εκατ. δολάρια- και 26 εκατ. πελάτες σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2020.
Στις 24 Φεβρουαρίου, το διοικητικό συμβούλιο της εταιρείας ενέκρινε ένα σχέδιο αναδιάρθρωσης των δραστηριοτήτων της.
Το σχέδιο αναδιάρθρωσης περιλαμβάνει τη μείωση του προσωπικού της κατά περίπου 15% (ή περίπου 190 θέσεις), την έξοδο από διάφορες μισθώσεις εγκαταστάσεων και τη μείωση και την αναπροσαρμογή των δαπανών των πωλητών.
Σε σχέση με το σχέδιο αναδιάρθρωσης, η εταιρεία εκτιμά ότι θα επιβαρυνθεί εφάπαξ με 21 εκατ. δολ. ενώ αναμένει να επιτύχει περίπου 32-37 εκατομμύρια δολάρια ετήσια εξοικονόμηση κόστους.