THEPOWERGAME
Στον ισπανικό όμιλο Grupo Profand πέρασε η πλειοψηφία των μετοχών της εταιρείας Ιχθυοτροφεία Κεφαλονιάς η οποία ελέγχονταν έως πρόσφατα από την οικογένεια Γερουλάνου. Ο όμιλος Profand είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος στον τομέα των αλιευμάτων στην Ισπανία με παρουσία σε 60 χώρες, 12 εργοστάσια και περισσότερους από 3.000 εργαζόμενους. Ήδη στο πενταμελές Διοικητικό Συμβούλιο της ελληνικής εταιρείας έχουν τοποθετηθεί τρία μέλη της ισπανικής εταιρείας ενώ παραμένει στην θέση της Προέδρου και Διευθύνουσας Συμβούλου η Λάρα Μπαραζί Γερουλάνου και ως μέλος ο Παύλος Γερουλάνος.
Με αφορμή την εξαγορά της πλειοψηφίας στην Ιχθυοτροφεία Κεφαλονιάς ο Διευθύνων Σύμβουλος της Profand, και μέλος πλέον του Δ.Σ. της ελληνικής εταιρείας, Enrique Garcia Chillon δήλωσε ότι «χάρη σε αυτή την εξαγορά, ενισχύουμε τη θέση μας στις κατηγορίες της τσιπούρας και του λαβρακιού, ελέγχοντας έτσι όλα τα στάδια της διαδικασίας».
Σύμφωνα με τον τελευταίο δημοσιευμένο ισολογισμό, το 2020 τα Ιχθυοτροφεία Κεφαλονιάς παρουσίασαν πωλήσεις ύψους 32,6 εκατ. ευρώ στα ίδια επίπεδα με το 2019 ενώ το EBITDA ήταν στα 2,6 εκατ. ευρώ μειωμένο κατά 26,6% συγκρινόμενο με το 2019. Η εταιρεία πούλησε 4,7 τόνους ψάρια στην αγορά διατηρώντας την δυναμική της σε σχέση με το 2019. Από αυτά οι 2 τόνοι (42%) ήταν ιδιοπαραγωγής και οι υπόλοιποι 2,7 τόνοι ήταν παραγωγής συνεργαζόμενων μονάδων.
Τα ιχθυοτροφία Κεφαλονιάς δημιουργήθηκαν το 1981 από τον Μαρίνο Γερουλάνο, πατέρα του πρώην υπουργού του ΠΑΣΟΚ και στελέχους του ΚΙΝΑΛ, Παύλου Γερουλάνου ο οποίος σήμερα διατηρεί θέση στο Δ.Σ. της εταιρείας. Φέρεται να είναι η πρώτη εταιρεία η οποία δραστηριοποιήθηκε στην ιχθυοκαλλιέργειας μεσογειακών ψαριών (τσιπούρα και λαβράκι). Σήμερα διαθέτει 4 μονάδες, 2 συσκευαστήρια ενώ απασχολεί πάνω από 150 εργαζομένους.
Το Grupo Profand είναι από τα πλέον δυναμικά στον κλάδο και στην Ισπανία. Το 2020 είδε τις πωλήσεις του να εκτοξεύονται στα 664 εκατ. ευρώ έναντι 471 εκατ. ευρώ το 2019. Σημαντικό ρόλο στην γιγάντωση του έπαιξαν οι εξαγορές που βοήθησαν στην περαιτέρω καθετοποίηση του, η επέκταση στην Αμερική καθώς και η συνεργασία με μεγάλες αλυσίδες λιανεμπορίου στην Ιβηρική.