«Η Ελλάδα βρίσκεται πολύ ψηλά στις προτεραιότητές της Snam», σχολίασαν πηγές του ΔΕΣΦΑ στο energygame.gr. Η φράση αυτή μετουσιώνει όχι μόνο το κλίμα, αλλά και την ουσία της διήμερης επίσκεψης του Stefano Venier, CEO του ιταλικού ενεργειακού κολοσσού, στη χώρα μας, συνοδευόμενου από την Πρόεδρο του Διοικητικού Συμβουλίου Monica de Virgiliis και τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της εταιρείας.
Η παρουσία της κορυφής της Snam στην Αθήνα και η επίσκεψη στη Ρεβυθούσα σηματοδοτούν την περαιτέρω εμβάθυνση της στρατηγικής συνεργασίας με τον ΔΕΣΦΑ, θυγατρική του ιταλικού ομίλου. Σε μια περίοδο όπου η ενεργειακή ασφάλεια, η απανθρακοποίηση και η καινοτομία συνδιαμορφώνουν το νέο τοπίο, το μήνυμα που εξέπεμψαν οι δύο πλευρές είναι σαφές: ο διάδρομος Νοτιοανατολικής Ευρώπης – Ιταλίας αποτελεί πλέον βασικό πυλώνα του νέου ευρωπαϊκού ενεργειακού συστήματος.
Η συνάντηση με τον Νίκο Τσάφο
Σημαντικό σκέλος της επίσκεψης αποτέλεσε η συνάντηση με τον Υφυπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Νίκο Τσάφο, στο πλαίσιο της οποίας, σύμφωνα με πληροφορίες, πραγματοποιήθηκε ουσιαστική ανταλλαγή απόψεων για τις γεωπολιτικές εξελίξεις, τη διασυνδεσιμότητα και τις αυξανόμενες ανάγκες ευελιξίας του ενεργειακού συστήματος. Όπως επιβεβαίωσε και ο CEO της Snam, Stefano Venier, η συζήτηση προσέφερε την ευκαιρία για εις βάθος ανάλυση των προκλήσεων που συνοδεύουν την ενεργειακή μετάβαση στην ευρύτερη περιοχή, τη στρατηγική θέση της Ελλάδας ως “gateway” για την Ευρώπη, καθώς και των θεσμικών εργαλείων που απαιτούνται για την επιτάχυνση κρίσιμων επενδύσεων.
Στελέχη που συμμετείχαν στη συνάντηση επισημαίνουν ότι η παρουσία, για πρώτη φορά, της Προέδρου, του CEO και σύσσωμου του Διοικητικού Συμβουλίου της Snam στην Ελλάδα, υπογραμμίζει το ιδιαίτερο βάρος που αποδίδει ο ιταλικός όμιλος στη συνεργασία με τον ΔΕΣΦΑ και στις προοπτικές που διαμορφώνονται στη χώρα.
Όπως αναφέρουν πηγές της αγοράς, οι συναντήσεις υπήρξαν ουσιαστικές και εστιασμένες σε στρατηγικά θέματα. Στην ατζέντα κυριάρχησε η ενίσχυση των ενεργειακών διασυνδέσεων, η αξιοποίηση της κοινής τεχνογνωσίας σε υδρογόνο και CCS, καθώς και η ανάγκη διαμόρφωσης ενός αποτελεσματικού ρυθμιστικού περιβάλλοντος σε ευρωπαϊκό επίπεδο, που θα επιτρέψει την ταχύτερη ωρίμανση των έργων κοινού ενδιαφέροντος (PCI).
Σε ανάρτησή του στο LinkedIn, ο Stefano Venier χαρακτήρισε τον τερματικό σταθμό LNG της Ρεβυθούσας «ακρογωνιαίο λίθο του ελληνικού ενεργειακού συστήματος», αναδεικνύοντας τη σημασία της υποδομής για την ασφάλεια εφοδιασμού και τη λειτουργική ευελιξία του εθνικού δικτύου. Παράλληλα, υπογράμμισε ότι η συνεργασία με τον ΔΕΣΦΑ αποτελεί καταλύτη για την ανάδειξη της Ελλάδας σε βασικό κόμβο της ενεργειακής μετάβασης στην Ανατολική Μεσόγειο.
Ανάλογο στίγμα έδωσε και η Μαρία Ρίτα Γκάλλι, Διευθύνουσα Σύμβουλος του ΔΕΣΦΑ, προ ολίγων ημερών στο πλαίσιο του Power & Gas Forum, υπογραμμίζοντας ότι η Ελλάδα καταγράφει εντυπωσιακή αύξηση στη ζήτηση φυσικού αερίου. Όπως είπε, το 2024 η ζήτηση αυξήθηκε κατά 30% σε σχέση με το 2023, ενώ το πρώτο δίμηνο του 2025 η αύξηση έφτασε στο 44%, με την αξιοποίηση του εθνικού δικτύου να αυξάνεται κατά 50% λόγω και της ανάκαμψης των εξαγωγών. Όπως τόνισε, η χώρα εξυπηρετεί πλέον μεγάλο μέρος της ζήτησης στην περιοχή των Βαλκανίων, ενώ η ανάγκη επιτάχυνσης του δεκαετούς επενδυτικού προγράμματος –με χαρακτηριστικό παράδειγμα τον αγωγό προς τη Δυτική Μακεδονία που θα ολοκληρωθεί εντός του 2025– είναι πλέον κρίσιμη.
Ταυτόχρονα, τα τελευταία στοιχεία του Green Tank για το πρώτο δίμηνο του 2025 επιβεβαιώνουν τη σταθερή μεταστροφή του ενεργειακού μείγματος της χώρας. Σύμφωνα με τα δεδομένα, οι συνολικές εισαγωγές φυσικού αερίου ανήλθαν σε 15,75 TWh. Πρώτη πηγή ήταν το LNG, με μερίδιο 51% (8,03 TWh) μέσω των δύο πυλών εισόδου – Αγία Τριάδα και FSRU Αλεξανδρούπολης. Ακολούθησε το ρωσικό αέριο μέσω Σιδηροκάστρου με 37,9% (5,97 TWh) και το αζέρικο αέριο μέσω TAP με 11,1% (1,74 TWh). Η λειτουργία του FSRU από τον Οκτώβριο του 2024 αποδείχθηκε καθοριστική για την αναβάθμιση του ρόλου του LNG στην ασφάλεια εφοδιασμού.
Διαβάστε περισσότερα στο energygame.gr