Ο Μάριο Ντράγκι παρουσίασε μια έκθεση για την ανταγωνιστικότητα κατόπιν εντολής της Ευρωπαϊκής Επιτροπής τον Σεπτέμβριο. Έκτοτε, η κατάσταση έχει γίνει πιο πιεστική, αναφέρει το Montel. Οι τιμές του φυσικού αερίου στη χονδρική στην Ευρώπη αυξήθηκαν κατά μέσο όρο πάνω από 40% μεταξύ Σεπτεμβρίου και Φεβρουαρίου, ενώ την τελευταία εβδομάδα αυξήθηκαν επιπλέον κατά 15%, δήλωσε ο Ντράγκι στο ιταλικό κοινοβούλιο.
Τόνισε, επίσης, την ανάγκη ενίσχυσης της αγοραστικής δύναμης της Ευρώπης στην αγορά φυσικού αερίου, καθώς είναι ο μεγαλύτερος καταναλωτής παγκοσμίως. Η βελτιωμένη συνεργασία μεταξύ των χωρών και η πιο ευέλικτη διαχείριση της αποθήκευσης φυσικού αερίου θα μπορούσαν να αποτρέψουν τη δυσκαμψία της ζήτησης, πρόσθεσε, σημειώνοντας ότι μια παρόμοια κατάσταση είχε συμβεί το 2022. Ο Ντράγκι υπογράμμισε επίσης την ανάγκη για μεγαλύτερη διαφάνεια και εποπτεία στις αγορές φυσικού αερίου, οι οποίες επί του παρόντος «κυριαρχούνται από λίγες χρηματοοικονομικές εταιρείες».
Οι τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας στη χονδρική παραμένουν υψηλές στην Ευρώπη, έως και τρεις φορές υψηλότερες από ό,τι στις ΗΠΑ. Για να μειωθεί το κόστος, ο Ντράγκι πρότεινε την αύξηση του μεριδίου της πράσινης ενέργειας στο ενεργειακό μείγμα, τη χρήση συμβάσεων διαφορών (contracts for difference) και την προώθηση συμφωνιών αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας (power purchase agreements).
Ο Ντράγκι προέτρεψε για την ταχεία εφαρμογή των ενεργειακών μεταρρυθμίσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Προειδοποίησε επίσης ότι «η απανθρακοποίηση βρίσκεται σε κίνδυνο», όπως και η επιβίωση ορισμένων βιομηχανικών τομέων, καθώς και η ανάπτυξη νέων τεχνολογιών, όπως τα κέντρα δεδομένων, τα οποία καταναλώνουν μεγάλες ποσότητες ενέργειας.
«Στην Ευρώπη, μεταξύ Σεπτεμβρίου και Φεβρουαρίου, η τιμή του φυσικού αερίου στη χονδρική αυξήθηκε κατά μέσο όρο πάνω από 40%, με αιχμές άνω του 65%, πριν σταθεροποιηθεί σε +15% την τελευταία εβδομάδα. Οι τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας στη χονδρική αυξήθηκαν επίσης γενικά στις διάφορες ευρωπαϊκές χώρες και εξακολουθούν να είναι δύο ή τρεις φορές υψηλότερες από τις τιμές στις Ηνωμένες Πολιτείες» δήλωσε ο Ντράγκι. Και διευκρίνισε: «Αυτό το πρόβλημα είναι ακόμη πιο έντονο στην Ιταλία, όπου το 2024 οι τιμές της ενέργειας στη χονδρική ήταν κατά μέσο όρο υψηλότερες κατά 87% σε σχέση με τις γαλλικές, κατά 70% σε σχέση με τις ισπανικές και κατά 38% σε σχέση με τις γερμανικές».
«Επίσης, οι τιμές του φυσικού αερίου στη χονδρική στην Ιταλία το 2024 ήταν, κατά μέσο όρο, υψηλότερες σε σύγκριση με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές αγορές. Στις τελικές τιμές για τους καταναλωτές επηρεάζει και η φορολογία, η οποία στην Ιταλία είναι από τις υψηλότερες στην Ευρώπη. Το πρώτο εξάμηνο του 2024, η Ιταλία ήταν η δεύτερη ευρωπαϊκή χώρα με το υψηλότερο επίπεδο φορολογίας και μη ανακτήσιμων επιβαρύνσεων για τους μη οικιακούς καταναλωτές ηλεκτρικής ενέργειας. Τόσο υψηλό κόστος ενέργειας θέτει τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις, και ιδιαίτερα τις ιταλικές, σε μόνιμη μειονεκτική θέση έναντι των ξένων ανταγωνιστών. Σε κίνδυνο δεν βρίσκεται μόνο η επιβίωση ορισμένων παραδοσιακών τομέων, αλλά και η ανάπτυξη νέων, ταχέως αναπτυσσόμενων τεχνολογιών, όπως, για παράδειγμα, οι τεράστιες ενεργειακές ανάγκες των Data Centers. Μια σοβαρή πολιτική για την ενίσχυση της ευρωπαϊκής ανταγωνιστικότητας πρέπει να έχει ως πρωταρχικό στόχο τη μείωση των λογαριασμών ενέργειας για τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά».
Διαβάστε περισσότερα στο energygame.gr