THEPOWERGAME
Υπερ των funds τάχθηκε η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου, με πλειοψηφία (56-9). Συγκεκριμένα, το Ανώτατο Δικαστήριο δέχθηκε την εισήγηση της αρεοπαγίτου Κανέλλας Τζαβέλα ότι οι διαχειριστές των funds που εδρεύουν στην Ελλάδα μπορούν να ενεργούν δικαστικές πράξεις (να γίνονται διάδικοι), να προβαίνουν σε πλειστηριασμούς με τη δική τους επωνυμία και όχι ως πληρεξούσιοι των funds. Ως εκ τούτου, αναμένεται να εκδηλωθεί νέο κύμα πλειστηριασμών ακινήτων από «κόκκινους» δανειολήπτες. Η δημοσίευση της απόφασης αναμένεται μέσα στον επόμενο μήνα.
Η συζήτηση της υπόθεσης
Το θέμα συζητήθηκε στις 26 Ιανουαρίου στην Ολομέλεια του Αρείου Πάγου, όπου αντιπαρατάχθηκαν οι δύο πλευρές, δηλαδή οι δικηγόροι από τη μία των funds και των τραπεζών και από την άλλη των δανειοληπτών «κόκκινων» δανείων, ο Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών και Αιγίου, Επιμελητήρια, επιχειρήσεις κ.λπ.
Ο εισαγγελέας της έδρας, αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου, Πάνος Παναγιωτόπουλος, υποστήριξε ότι μπορεί να γίνεται ταυτόχρονα η χρήση και των δύο νομοθετικών κειμένων (2003 και 2015). Σημειωτέον ότι οι αρεοπαγίτες καλούνται να αποφασίσουν για τη νομιμοποίηση των διαχειριστών δανείων (funds) να μπορούν να προβαίνουν σε κατασχέσεις και πλειστηριασμούς ακινήτων κ.λπ.
Κι αυτό διότι με το προγενέστερο παλαιό νομοθετικό πλαίσιο (3156/2003) δεν μπορούσαν να προβούν σε δικαστικές ενέργειες οι servicers ή funds εφόσον τα καθυστερούμενα δάνεια («κόκκινα» δάνεια) τους είχαν παραχωρηθεί. Αντίθετα, με το μεταγενέστερο νομοθετικό καθεστώς (ν. 4354/2015) δεν μπορούν να πραγματοποιούν διαδικαστικές πράξεις αντί του δικαιούχου της απαίτησης (τράπεζας). Δηλαδή, ο νόμος του 2003 δεν επέτρεπε στα funds να γίνονται διάδικοι και να πραγματοποιούν δικαστικές ενέργειες, ενώ ο νόμος του 2015 άναψε το «πράσινο φως» στους servicers να πραγματοποιούν πλειστηριασμούς κ.λπ.
Στην κατάμεστη δικαστική αίθουσα της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου (πρόεδρος η Μαρία Γεωργίου) οι 5 συνήγοροι των funds ανέφεραν ότι από τις Εταιρείες Ειδικού Σκοπού ή Εταιρείες Διαχείρισης Απαιτήσεων έχουν διευθετηθεί από τους δανειολήπτες απαιτήσεις ύψους 18 δισ. ευρώ από τις αρχικές, οι οποίες ανέρχονταν στο ποσό των 60 δισ. ευρώ. Ακόμη, συνήγοροι των τραπεζών ανέφεραν ότι με τον νόμο 2003 η πολιτεία προέβη σε μια πρωτοβουλία για την αντιμετώπιση απαιτήσεων των τραπεζικών «κόκκινων» δάνειων, προκειμένου να δημιουργηθεί μια δευτερογενής αγορά απαιτήσεων, έτσι ώστε να υπάρχει η δυνατότητα υποβολής ευνοϊκών όρων δανείων.
Ο νόμος του 2003 -συνέχισαν οι συνήγοροι των τραπεζών- θεσμοθετήθηκε προκειμένου να μπορέσουν τα τραπεζικά ιδρύματα να αξιοποιήσουν το δανειακό χαρτοφυλάκιο, να πάρουν χρήματα από εταιρείες ειδικού σκοπού, οι οποίες στη συνέχεια να εκδώσουν ομόλογα και έτσι να αποτελέσει αυτός ο τρόπος ένα χρηματοδοτικό εργαλείο για την εθνική οικονομία, για τις επιχειρήσεις κ.λπ., ανέφεραν οι δικηγόροι των funds και προσέθεσαν ότι πρέπει να δούμε ποιος ήταν ο σκοπός του νομοθέτη πριν και ποιος ήταν ο σκοπός του νομοθέτη μεταγενέστερα, σε μία περίοδο υπό κατάρρευσης του τραπεζικού συστήματος, με πληθώρα «κόκκινων» δανείων.
Η πλευρά των δανειοληπτών, οι δικηγορικοί σύλλογοι κ.λπ. υποστήριξαν ότι οι Εταιρείες Διαχείρισης Απαιτήσεων (funds) δεν μπορούν να είναι διάδικοι σε δίκες, πολύ περισσότερο όταν δεν πληρώνουν έμμεσους φόρους και τέλη (φόρος μεταβίβασης, τέλη χαρτοσήμου, δικαιώματα συμβολαιογράφων κ.λπ.).
Ακόμη, ανέφεραν ότι οι πλειστηριασμοί πρέπει να γίνονται όπως απαιτεί η νομοθεσία, δηλαδή να δίνεται προηγούμενα η δυνατότητα στον οφειλέτη να προβαίνει στον διακανονισμό της οφειλής του και να μην εφαρμόζεται η τακτική των funds.
Επισημάνθηκε ότι τα «κόκκινα» δάνεια (μη εξυπηρετούμενα δάνεια) και τα «ροζ» δάνεια (ημιεξυπηρετούμενα δάνεια), σύμφωνα και με την Τράπεζα Ελλάδος, ανέρχονται στα 87 δισ. ευρώ και οι φοροαπαλλαγές των funds ανέρχονται στα 58,80 δισ. ευρώ. Επίσης, ανέφεραν ότι δεν επιδέχονται μεταβίβαση οι απαιτήσεις των τραπεζών και το Σύνταγμα απαγορεύει να μεταφέρονται δικονομικές απαιτήσεις στα funds.