THEPOWERGAME
Το αστρονομικό ποσό των 15 δισ. δολαρίων ζητά η καναδική TC Energy ως αποζημίωση από την κυβέρνηση του Τζο Μπάιντεν για την ακύρωση του αγωγού Keystone XL που προορίζονταν να μεταφέρει 830.000 βαρέλια αργού πετρελαίου από το δυτικό Καναδά στον Κόλπο των ΗΠΑ, σε ημερήσια βάση.
Μια από τις πιο αμφιλεγόμενες επενδύσεις στις ΗΠΑ, ο αγωγός Keystone XL απεικονίζει τη διαμάχη ανάμεσα σε αυτούς που τάσσονται υπέρ της άνευ ορίων οικονομικής ανάπτυξης και τους περιβαλλοντολόγους.
Το έργο τέθηκε πρώτη φορά επί τάπητος το 2008, απορρίφθηκε το 2015 από την κυβέρνηση του Δημοκρατικού, Μπάρακ Ομπάμα και εγκρίθηκε δυο ημέρες μετά την ορκωμοσία του Ρεπουμπλικάνου, Ντόναλντ Τραμπ, το 2017. Έπειτα από μια τετραετία και μια ταραχώδη εκλογική διαδικασία, η άδεια του ανακαλέστηκε κυριολεκτικά σχεδόν με την είσοδο του Τζο Μπάιντεν στον Λευκό Οίκο.
Είχε διαμεσολαβήσει απόφαση του ομοσπονδιακού δικαστηρίου της Μοντάνα το 2018 -και ενώ είχαν κτιστεί κάποια τμήματα του αγωγού- βάσει της οποίας σταμάτησε το έργο διότι η κυβέρνηση Τραμπ δεν είχε διεκπεραιώσει τους απαραίτητους περιβαλλοντικούς ελέγχους πριν αναθεωρηθεί η απόρριψη του από τον προκάτοχο του, Μπάρακ Ομπάμα. Η νέα κυβέρνηση των Δημοκρατικών έχει δεσμευτεί για την προστασία του περιβάλλοντος, επαναφέροντας τις ΗΠΑ στη διεθνή συμφωνία για την κλιματική αλλαγή.
Μέσα στον Ιούνιο, η TC Energy ανακοίνωσε τελικά πως αποσύρεται ολοκληρωτικά από το έργο. Επεσήμανε πως «θα συνεχίσει να συνεργάζεται με τις αρμόδιες ρυθμιστικές αρχές, τους λοιπούς εμπλεκόμενους και τους ιθαγενείς πληθυσμούς ώστε να ανταπεξέλθει στις περιβαλλοντικές και ρυθμιστικές δεσμεύσεις της και να διασφαλίσει τον ασφαλή τερματισμό του έργου».
Άμεση η αντίδραση των Ρεπουμπλικάνων
Η αντίδραση των Ρεπουμπλικάνων ήταν άμεση, με τον Γερουσιαστή Τζον Μπαρόσο να δηλώνει τον περασμένο μήνα πως ο πρόεδρος Μπάιντεν «έβαλε μια ταφόπλακα στο έργο Keystone XL και σε χιλιάδες, καλά αμειβόμενες θέσεις εργασίας». Σύμφωνα με το αμερικανικό ειδησεογραφικό δίκτυο CNN, η TC Energy στοχεύει σε οικονομική αποζημίωση 15 δισ δολαρίων.
Στην προσφυγή της, η TC Energy ισχυρίζεται πως οι ΗΠΑ παραβίασαν τις υποχρεώσεις τους έτσι όπως ορίζονται από τη συμφωνία ελευθέρου εμπορίου με τον Καναδά και το Μεξικό (NAFTA). Στον αντίποδα, υπέρμαχοι για την προστασία του περιβάλλοντος παροτρύνουν τον πρόεδρο Μπάιντεν να ανακαλέσει και άλλες άδειες για την κατασκευή αγωγών που είχαν δοθεί επί κυβέρνησης Τραμπ, ο οποίος είχε θέσει την κλιματική αλλαγή στο περιθώριο και ήταν αυτός που είχε αποσύρει τις ΗΠΑ από τη συμφωνία του Παρισιού.
Οικονομικοί αναλυτές τονίζουν, ωστόσο, πως ακόμη και εάν ξεπερνιούνταν τα νομικά εμπόδια ή δεν υπήρχε διαφορετική αντιμετώπιση σε κυβερνητικό επίπεδο, το έργο αυτό δεν ήταν απόλυτα βιώσιμο από οικονομική άποψη. Αν και οι τιμές του πετρελαίου έχουν αυξηθεί από τις αρχές του έτους στα 75 με 76 δολάρια το βαρέλι, η άντλησή του από τα εδάφη του Καναδά είναι δαπανηρή λόγω της αμμώδους πίσσας.
Οπότε οι τιμές του μαύρου χρυσού θα πρέπει να κυμαίνονται σταθερά στα 65 με 100 δολάρια το βαρέλι για να εξασφαλίζονται κέρδη. Τόσο υψηλές τιμές απέχουν σε βάθος χρόνου από τα 40 δολάρια που κυμαίνονταν, κατά μέσο όρο, το 2020 ή τα 50 δολάρια που προβλέπονται αντίστοιχα για το 2022.