Στον εμπορικό πόλεμο του Τραμπ, Κίνα και ΗΠΑ έχουν πολλά περισσότερα να χάσουν σε σχέση με τις αρχικές εκτιμήσεις των οικονομικών επιτελείων, τα οποία μοιάζουν εγκλωβισμένα σ’ ένα συνεχιζόμενο γαϊτανάκι δασμών. Με τα προσχήματα να έχουν πέσει εδώ και ημέρες, ο Τραμπ έχει ανεβάσει τους δασμούς στο 145%, με την Κίνα να σηκώνει συνεχώς το γάντι, απαντώντας με αντίμετρα ύψους 125%.
Σε ανάλυσή της η Wall Street Journal εστιάζει στις επιπτώσεις που θα έχουν οι ανταποδοτικοί δασμοί στις επιχειρήσεις των δύο χωρών, υπογραμμίζοντας το μεγάλο άνοιγμα στο εμπορικό έλλειμμα των ΗΠΑ, καθώς οι εισαγωγές αγαθών made in China έχουν εκτοξευτεί σε σχέση με το τι ίσχυε στις αρχές του 2000. Για περισσότερο από ένα τέταρτο του αιώνα, οι Αμερικανοί ξοδεύουν ένα μεγάλο μέρος των χρημάτων τους, αγοράζοντας πράγματα που κατασκευάζονται στην Κίνα. Με τη σειρά της η Κίνα έχει επενδύσει τεράστια ποσά στην ανάπτυξη των υποδομών της για να καλύψει αυτήν τη ζήτηση, διευρύνοντας έτσι το ετήσιο ΑΕΠ της.
Με τις δύο μεγαλύτερες οικονομίες του πλανήτη σε πλήρη αλληλεξάρτηση, το τίμημα για την αμερικανική μεταποίηση ήταν οδυνηρό. Χιλιάδες χαμένες θέσεις εργασίας, «λουκέτα» σε εργοστάσια στην αμερικανική επικράτεια και ένα συνεχώς αυξανόμενο εμπορικό έλλειμμα. Το 2024 οι ΗΠΑ έκαναν εξαγωγές αγαθών, αξίας 143,5 δισ. δολαρίων προς την Κίνα, εισάγοντας κινεζικά αγαθά αξίας 438,9 δισ. δολαρίων.
Η αμερικανική εφημερίδα επισημαίνει ότι σε αυτόν τον κλιμακούμενο εμπορικό πόλεμο με διακύβευμα τον διμερή τζίρο ύψους 582 δισ. δολαρίων, οι επιπτώσεις έχουν ήδη κάνει την εμφάνισή τους και στις δύο πλευρές του Ειρηνικού Ωκεανού.
Αμερικανικά εργοστάσια ακυρώνουν παραγγελίες, την ώρα που ορισμένοι Κινέζοι κατασκευαστές θέτουν σε προσωρινή άδεια τους εργαζομένους. Την ίδια στιγμή τα διαθέσιμα στοιχεία δείχνουν «βουτιά» στις κρατήσεις κοντέινερ για θαλάσσιες μεταφορές κινεζικών προϊόντων με προορισμό τα λιμάνια των ΗΠΑ στην Καλιφόρνια.
Το φάντασμα της ύφεσης απλώνεται στις ΗΠΑ
Όπως αναφέρθηκε και νωρίτερα, στις δύο πρώτες δεκαετίες του 2000 ένα μεγάλο κομμάτι της αμερικανικής οικονομίας δομήθηκε πάνω στο ακόλουθο μοντέλο: Κατασκευή προϊόντος με ελάχιστο κόστος στην Κίνα, με σχεδιασμό προώθησης (μάρκετινγκ) και διανομής στις ΗΠΑ. Αυτό το δίπολο θέλει να σπάσει ο Τραμπ με την επιθετική πολιτική δασμών, με απώτερο στόχο να «αναστήσει» την αμερικανική βιομηχανία. Ωστόσο, αυτή η βίαιη προσπάθεια «απογαλακτισμού» της αμερικανικών επιχειρήσεων από τις γραμμές παραγωγής στην Κίνα ωθεί με μαθηματική ακρίβεια τις ΗΠΑ στην ύφεση.
Το 2024 η Κίνα αντιπροσώπευε το 13% των αμερικανικών εισαγωγών αγαθών. Σημαντικό μέρος των προϊόντων made in China καταλαμβάνουν τα smartphones, τα παιχνίδια και τα βιομηχανικά εξαρτήματα. Η απώλεια της πρόσβασης στη φθηνή κινεζική αγορά θα έχει το τίμημά της τόσο για τις αμερικανικές επιχειρήσεις όσο και για τον Αμερικανό καταναλωτή, ο οποίος την περίοδο διακυβέρνησης Μπάιντεν είδε την αγοραστική του δύναμη να συρρικνώνεται.
Η ακρίβεια σε βασικά αγαθά την τελευταία 5ετία (αύξηση τιμών 24%) είχε ως αποτέλεσμα την «έκρηξη» παραγγελιών από κινεζικές πλατφόρμες τύπου Temu και Shein και τη μεταστροφή των Αμερικανών ψηφοφόρων στις λεγόμενες swing states -εξέλιξη που έφερε τη «δεύτερη φορά» Τραμπ στον Λευκό Οίκο. Με τις εφοδιαστικές αλυσίδες μεταξύ Κίνας και ΗΠΑ να έχουν «παγώσει», οι Αμερικανοί καταναλωτές αναμένεται να πληρώσουν ακόμη πιο ακριβά καθημερινά αγαθά. Υπενθυμίζεται ότι ο Τραμπ υποσχέθηκε προεκλογικά φθηνά προϊόντα made in USA.

Διάγραμμα με τις εισαγωγές και εξαγωγές μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας © WSJ
Οι εκτιμήσεις των αναλυτών κορυφαίων αμερικανικών τραπεζών είναι ενδεικτικές του κλίματος που διαμορφώνεται. Η JPMorgan ανακοίνωσε την Τετάρτη ότι είναι πιθανό η αμερικανική οικονομία να μπει σε ύφεση ως απόρροια των δασμών Τραμπ. Ο κόσμος βρίσκεται σε πορεία προς «μια άτακτη οικονομική αποσύνδεση μεταξύ των δύο μεγαλύτερων οικονομιών του κόσμου» επισημαίνουν αναλυτές της Deutsche Bank.
Οικονομολόγοι της Capital Economics υπολογίζουν ότι οι εξαγωγές της Κίνας προς τις ΗΠΑ θα μπορούσαν να μειωθούν περισσότερο από το μισό τα επόμενα χρόνια, την ώρα που αναλυτές της Société Générale περιμένουν οι κινεζικές εξαγωγές «να εξαλειφθούν σε μεγάλο βαθμό» από το μπαράζ δασμών του Τραμπ.
Το τίμημα για την Κίνα
Το Πεκίνο διαμηνύει ότι δεν πρόκειται να κάνει πίσω στον εμπορικό πόλεμο με τις ΗΠΑ, ωστόσο το τίμημα θα είναι σκληρό και για τον «κινεζικό γίγαντα». Και αυτό καθώς θα αποκλειστεί από τη μεγαλύτερη καταναλωτική αγορά του κόσμου, την οποία έχει φροντίσει να τροφοδοτεί με φθηνά προϊόντα όλα αυτά τα χρόνια.
Στην ανάλυσή της η WSJ υπενθυμίζει ότι η κινεζική οικονομία έχει στηρίξει την ανάπτυξή της στις εξαγωγές, προκειμένου να αντισταθμίσει τις χαμηλές πτήσεις στο εγχώριο real estate και την κατανάλωση. Η απώλεια των παραγγελιών του «Θείου Σαμ», λοιπόν, θα στερήσει σημαντικό καύσιμο από την κινεζική οικονομία, με τους παροικούντες την Ιερουσαλήμ όμως να υπογραμμίζουν ότι ένα καθεστώς, όπως αυτό στην Κίνα, μπορεί πιο εύκολα να απορροφήσει τους κραδασμούς σε σχέση με τις ΗΠΑ και την πρόσφατα εκλεγμένη κυβέρνηση Τραμπ.
«Για να το θέσω ευθέως, μπορούμε να κρατηθούμε μόνο για όσο περισσότερο μπορούμε. Αν δεν αντέξουμε άλλο, θα πρέπει να κλείσουμε το εργοστάσιο» δήλωσε ο Χονγκ ΜπινμπίνHong Binbin, ο οποίος διευθύνει την Shenzhen Jiaoyang Industrial, έναν κατασκευαστή λούτρινων παιχνιδιών στη νότια Κίνα. Και πρόσθεσε ότι «οι πωλήσεις στις ΗΠΑ αντιπροσωπεύουν το 70% έως 80% των εσόδων της εταιρείας». Στην επαρχία Γκουανγκντόνγκ, η διοίκηση του εργοστασίου επίπλων Huizhou Yihe Furniture έχει θέσει δεκάδες εργαζόμενους σε άδεια έως τις 13 Απριλίου, αναμένοντας τις εξελίξεις στον εμπορικό πόλεμο ανάμεσα σε Κίνα και ΗΠΑ.
Ήδη, οι ημερήσιες κρατήσεις εμπορευματοκιβωτίων στην εμπορική διαδρομή ΗΠΑ και Κίνας μειώθηκαν κατά ένα τέταρτο από τα τέλη Μαρτίου σε σύγκριση με πέρυσι, σύμφωνα με την πλατφόρμα εμπορευματικών δεδομένων Sonar Container Atlas. Οι διαχειριστές πλοίων μεταφοράς κοντέινερ γνωστοποίησαν ότι ορισμένοι εισαγωγείς των ΗΠΑ έχουν προσωρινά σταματήσει τις εισερχόμενες αποστολές, ενώ άλλοι «στοκάρουν» κινεζικά προϊόντα στις αποθήκες των τελωνείων, περιμένοντας να «καθίσει η σκόνη» με τους δασμούς.
Ο Jacob Rothman, πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της Velong Enterprises, η οποία κατασκευάζει εργαλεία ψησίματος, σκεύη κουζίνας και οικιακά προϊόντα στην Κίνα, την Ινδία και την Καμπότζη που πωλούνται από μεγάλους λιανοπωλητές, όπως η Walmart και η Target, δήλωσε ότι έχει χάσει περίπου 10 εκατομμύρια δολάρια μέχρι στιγμής σε ακυρωμένες παραγγελίες για το εργοστάσιό του στην Κίνα από τους δασμούς. Και η κατάσταση αναμένεται να γίνει ακόμα χειρότερη τις επόμενες εβδομάδες.