THEPOWERGAME
Με το παγκόσμιο πρόβλημα της κλιματικής αλλαγής να καταλαμβάνει υψηλή θέση στην ατζέντα των G7 εν όψει της συνόδου κορυφής αυτήν την Παρασκευή και το Σάββατο, τα μεγάλα αφεντικά της βαριάς βιομηχανίας στη Γερμανία τόνισαν πως για να υπάρξει αποτελεσματική μείωση των εκπομπών ρύπων θα πρέπει να χαραχθεί μια ευρωπαϊκή στρατηγική στην τόνωση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (ΑΠΕ). Ο διευθύνων σύμβουλος της RWE, του μεγαλύτερου ενεργειακού ομίλου στη Γερμανία, Μάρκους Κρέμπερ, μίλησε επίσης στο CNBC για τη διπλή πρόκληση της μετάβασης στην πράσινη ενέργεια και της ανταγωνιστικότητας των ευρωπαϊκών βιομηχανιών, με κίνδυνο όχι μόνον να χαθούν θέσεις εργασίας αλλά και η στήριξη της κοινής γνώμης.
Ο Μάρτιν Μπρουντερμιούλερ, διευθύνων σύμβουλος του ομίλου χημικών BASF, δήλωσε πως οι διαδικασίες στην Ευρώπη για την προώθηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας είναι «πολύ αργές και πολύ περίπλοκες». «Πολλά από τα σχέδια έχουν γίνει σε εθνικό επίπεδο και δεν είναι ευρωπαϊκά. Χρειαζόμαστε ενεργειακή ενοποίηση στην Ευρώπη», δήλωσε στους Financial Times. Ο Αντρέας Νάουεν, διευθύνων σύμβουλος της Siemens Gamesa Renewable Energy, της δεύτερης μεγαλύτερης κατασκευάστριας ανεμογεννητριών στον κόσμο, είπε πως ο κλάδος της αιολικής ενέργειας αναπτύσσεται στο ήμισυ των ρυθμών που απαιτούνται για να ανταπεξέλθει η Ε.Ε στις δεσμεύσεις για τη μείωση των εκπομπών ρύπων κατά 55% μέχρι το 2030». Και οι δυο προειδοποιούν πως η Ευρώπη κινδυνεύει να μείνει πίσω στη μάχη για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής σε σχέση με τις ΗΠΑ και την Κίνα παρά τις δηλώσεις των πολιτικών για την πράσινη ενέργεια.
Συνεργασία RWE με την BASF για την κατασκευή αιολικού πάρκου
Τέλη Μάιου, η RWE με την BASF ανακοίνωσαν σχέδια για την κατασκευή εξωχώριου αιολικού πάρκου 2 γιγαβάτ (GW) που θα ηλεκτροδοτεί τις μονάδες του ομίλου χημικών στο Λούντβιχσχαφεν, με απώτερο στόχο να προμηθεύει και ένα ακόμη εργοστάσιο που θα λειτουργεί με πράσινο υδρογόνο μέχρι το 2030. Με την αποπεράτωση του έργου υπολογίζεται πως θα αποφευχθούν οι 3,8 εκατ. τόνοι σε εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα (CO2) ανά έτος, εκ των οποίων οι 2,8 εκατ. τόνοι απορρέουν από τις εγκαταστάσεις του Λούντβιχσχαφεν.
Στο κοινό ανακοινωθέν των κ.κ Μπρουντερμιούλερ και Κρέμπερ τον περασμένο μήνα αναφέρθηκε ειδικότερα πως η μετάβαση στην καθαρή ενέργεια δεν θα μπορεί να επιτευχθεί χωρίς την «εξασφάλιση επαρκούς ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές σε ανταγωνιστικές τιμές». «Αυτή η αποστολή μπορεί να επιτευχθεί μόνον μέσα από την καινοτόμο και εντατική συνεργασία ανάμεσα στην πολιτική και τη βιομηχανία. Και χρειάζεται συνεργασία σε όλο το εύρος των εφοδιαστικών αλυσίδων», ανέφεραν χαρακτηριστικά τα αφεντικά των RWE και BASF.
Οι επιδοτήσεις δεν αποτελούν μακροπρόθεσμη λύση
Ο Κρέμπερ της RWE τόνισε σε συνέντευξη που έδωσε στο αμερικανικό δίκτυο CNBC πως αν και είναι απαραίτητη η κρατική στήριξη στην αρχή της μετάβασης στην πράσινη ενέργεια, θα πρέπει να επικρατήσουν οι νόμοι της αγοράς διότι δεν είναι βιώσιμο να εφαρμόζονται «πολύ ακριβές τεχνολογίες στη Γερμανία». «Ήδη η χώρα έχει τις υψηλότερες τιμές σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη», είπε ο επικεφαλής της RWE.
Μετά την πανδημία, το ζήτημα της κλιματικής αλλαγής είναι από τα σημαντικότερα στην ατζέντα των κυβερνήσεων αλλά και των κεντρικών τραπεζών. Στη Γερμανία, το κόμμα των Πρασίνων εκτιμάται πως είναι πολύ πιθανό να αποτελέσει μέρος ενός κυβερνητικού συνασπισμού μετά τις ομοσπονδιακές εκλογές τον Σεπτέμβριο. Καθώς η κοινή γνώμη φαίνεται να είναι περισσότερο ευαισθητοποιημένη από ποτέ στο ζήτημα της κλιματικής αλλαγής, η κυβέρνηση της Άγκελα Μέρκελ έχει θέσει φιλόδοξους στόχους, αποβλέποντας στην πλήρη απανθρακοποίηση της μέχρι το 2045.