Τα σχέδια του Γάλλου προέδρου, Εμανουέλ Μακρόν, να καταστήσει το Παρίσι κυρίαρχο του χρηματοοικονομικού κλάδου στην Ευρώπη δεν εξελίσσονται ομαλά. Η απαραίτητη μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος, η έλλειψη δυναμισμού στη σύναψη συμφωνιών και η πολιτική αστάθεια μετά τις πρόωρες εκλογές πέρυσι το καλοκαίρι δεν διαμορφώνουν τις κατάλληλες συνθήκες για να κατοχυρωθεί η πρωτεύουσα της Γαλλίας ως ο κορυφαίος προορισμός στην Ευρώπη για τα διεθνή χρηματοπιστωτικά ιδρύματα.
Μετά την αποχώρηση της Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση το 2020, η κυβέρνηση του Μακρόν προωθεί δυναμικά την ολοκλήρωση της ευρωπαϊκής ενοποίησης με τη σύγκλιση των αγορών κεφαλαίου στην Ε.Ε. Αυτονόητο ήταν το Παρίσι να αποτελούσε τη «χρηματοοικονομική πρωτεύουσα» της Ευρώπης. Την τριετία 2021-2024 η γαλλική πρωτεύουσα είχε αποσπάσει πάνω από 5.500 θέσεις εργασίας από τράπεζες και εταιρείες χρηματοοικονομικών υπηρεσιών του Λονδίνου, σύμφωνα με πηγές της Le Monde. Το Γαλλικό Εθνικό Ινστιτούτο Στατιστικών και Οικονομικών Σπουδών υπολογίζει πως δημιουργήθηκαν 25.000 νέες θέσεις εργασίας από το 2017 μέχρι το 2023. Το πλεόνασμα του κλάδου ως καθαρός εξαγωγέας χρηματοοικονομικών υπηρεσιών είχε φθάσει σχεδόν τα 5 δισ. ευρώ το 2023, δηλαδή ήταν σχεδόν διπλάσιο από το 2019.
Όμως πηγές του Bloomberg αποκαλύπτουν πως οι διεθνείς χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί «παγώνουν» επεκτατικά σχέδια που θα δημιουργούσαν εκατοντάδες νέες αρμοδιότητες στα γραφεία τους στο Παρίσι. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η Morgan Stanley, η οποία είχε αναγγείλει πως θα αύξανε το προσωπικό της στη γαλλική πρωτεύουσα κατά 100 άτομα ακόμα. Αλλά έκτοτε δεν έχει λάβει κανένα μέτρο προς αυτήν την κατεύθυνση. Ορισμένες τράπεζες προχωρούν σε απολύσεις μικρής κλίμακας. Σύμφωνα με το αμερικανικό πρακτορείο, η JPMorgan απέλυσε εννέα εργαζόμενους στο Παρίσι για «οικονομικούς λόγους». Αυτές οι κινήσεις λαμβάνουν χώρα σε μια περίοδο που επίσημα στοιχεία και έρευνες για την επιχειρηματικότητα σχηματίζουν μια επιδεινούμενη κατάσταση στην αγορά εργασίας της Γαλλίας, η οποία αποτελεί τη δεύτερη ισχυρότερη οικονομία στην Ευρωζώνη. Το ποσοστό απασχόλησης συρρικνώθηκε προς τα τέλη του περσινού έτους για πρώτη φορά έπειτα από μια δεκαετία, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του κράτους. Παράλληλα, η αύξηση των μισθών είναι βραδύτερη μεταξύ των ισχυρών οικονομιών στην Ευρωζώνη, όπως έδειξε έρευνα της Indeed.
Μετά τις εκλογές στη Γαλλία πέρυσι το καλοκαίρι, ο Φρανσουά Μπαϊρού είναι ο δεύτερος πρωθυπουργός που διόρισε ο Μακρόν μετά την παραίτηση του Μισέλ Μπαρνιέ, ο οποίος πέρασε τον Φεβρουάριο τον προϋπολογισμό για το 2025 χωρίς την έγκριση του κοινοβουλίου, με την ενεργοποίηση του Άρθρου 49,3 του συντάγματος. Οι εντάσεις και οι τριγμοί στο κοινοβούλιο αναμένεται να συνεχιστούν μέσα στην επόμενη τριετία, καθώς η κυβέρνηση Μακρόν έχει απέναντι το Σοσιαλιστικό Κόμμα, την Ανυπότακτη Γαλλία, που αντιπροσωπεύει τη ριζοσπαστική αριστερά, και βέβαια την ισχυρότερη Εθνική Συσπείρωση της ακροδεξιάς.
Κάτω από αυτό το κλίμα αστάθειας, το υπουργείο Οικονομικών ναι μεν περιόρισε σχέδια δημοσιονομικής λιτότητας από τα 60 στα 50 δισ., αλλά εξετάζει νέες φορολογικές επιβαρύνσεις για τα υψηλά εισοδηματικά στρώματα. Εντούτοις, κανείς δεν υποθέτει πως θα υπάρξει μια απότομη υποχώρηση των ξένων τραπεζών από το Παρίσι. Όμως παρατηρείται μια κινητικότητα στα νομικά γραφεία και τις εταιρείες συμβουλευτικών υπηρεσιών, καθώς οι τράπεζες και ο ευρύτερος χρηματοοικονομικός κλάδος αποστρέφονται την αβεβαιότητα.