Στην Κίνα, η οικονομία βρίσκεται αντιμέτωπη με μια σοβαρή πρόκληση: ο αποπληθωρισμός, δηλαδή η πτώση των τιμών, επιμένει εδώ και δύο χρόνια. Αν η κατάσταση συνεχιστεί και το 2025, όπως προβλέπουν πολλοί οικονομολόγοι, η Κίνα θα βιώσει τη μεγαλύτερη περίοδο αποπληθωρισμού από τη δεκαετία του 1960.
Όπως εξηγεί το Bloomberg, τους πρώτους μήνες του 2024, οι τιμές καταναλωτή παρουσίασαν αρνητική μεταβολή για πρώτη φορά σε τέσσερα χρόνια. Ακόμα και ο δομικός πληθωρισμός – που δεν περιλαμβάνει αγαθά με έντονες διακυμάνσεις, όπως τρόφιμα και ενέργεια – μειώθηκε τον Φεβρουάριο, κάτι που έχει συμβεί ελάχιστες φορές τα τελευταία 15 χρόνια.
Η κυβέρνηση υπόσχεται νέα μέτρα για την τόνωση της οικονομίας, αλλά η συγκυρία δεν είναι ευνοϊκή: η εμπορική διαμάχη με τις Ηνωμένες Πολιτείες έχει αναζωπυρωθεί μετά την επανεκλογή του Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος έχει επιβάλει πρόσθετους δασμούς 20% στα κινεζικά προϊόντα. Αυτό πλήττει τις εξαγωγές και αυξάνει την αβεβαιότητα για τις επιχειρήσεις.
Τι είναι ο αποπληθωρισμός και γιατί έχει γίνει επικίνδυνος στην Κίνα
Ο αποπληθωρισμός συμβαίνει όταν οι τιμές των αγαθών και των υπηρεσιών μειώνονται σε συνεχή βάση. Δεν πρέπει να συγχέεται με την «αποπληθωριστική τάση» (disinflation), η οποία σημαίνει ότι οι τιμές αυξάνονται, αλλά με πιο αργό ρυθμό. Στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ, για παράδειγμα, οι τιμές συνεχίζουν να ανεβαίνουν, απλώς όχι τόσο γρήγορα όσο τα προηγούμενα χρόνια.
Στην Κίνα, όμως, η πτώση των τιμών δημιουργεί έναν φαύλο κύκλο. Όταν οι καταναλωτές βλέπουν ότι οι τιμές μειώνονται, αναβάλλουν τις αγορές τους περιμένοντας ακόμα χαμηλότερες τιμές. Αυτό οδηγεί σε μείωση της ζήτησης, πλήττοντας τις επιχειρήσεις, οι οποίες μειώνουν ακόμα περισσότερο τις τιμές για να προσελκύσουν πελάτες. Παράλληλα, οι εταιρείες γίνονται πιο επιφυλακτικές στις επενδύσεις και στις προσλήψεις, κάτι που επιδεινώνει την οικονομική αδράνεια.
Ο αποπληθωρισμός επηρεάζει και το τραπεζικό σύστημα. Καθώς οι τιμές πέφτουν, το πραγματικό κόστος του χρέους αυξάνεται. Για παράδειγμα, αν κάποιος έχει πάρει δάνειο 100.000 γουάν για την αγορά σπιτιού, το ποσό αυτό παραμένει το ίδιο, αλλά η αγοραστική του αξία αυξάνεται, δυσκολεύοντας την αποπληρωμή.
Γιατί η Κίνα βρίσκεται σε αυτή την κατάσταση;
Η παγκόσμια οικονομία πέρασε μια περίοδο υψηλού πληθωρισμού μετά την πανδημία, καθώς η ζήτηση αυξήθηκε απότομα και οι εφοδιαστικές αλυσίδες δεν μπορούσαν να ανταποκριθούν. Στις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ευρώπη, οι κυβερνήσεις ενίσχυσαν την αγοραστική δύναμη των πολιτών μέσω δημοσιονομικών πακέτων στήριξης.
Στην Κίνα, ωστόσο, η κατάσταση ήταν διαφορετική. Παρόλο που η χώρα ανέκαμψε γρήγορα από την πανδημία, οι Κινέζοι καταναλωτές έγιναν πιο διστακτικοί στις αγορές τους. Η κρίση στον τομέα των ακινήτων, που αποτελεί έναν από τους βασικούς πυλώνες της κινεζικής οικονομίας, έχει υπονομεύσει την εμπιστοσύνη των πολιτών, οι οποίοι προτιμούν να αποταμιεύουν αντί να ξοδεύουν.
Επιπλέον, η κυβέρνηση έχει εφαρμόσει αυστηρότερους κανονισμούς σε τομείς όπως η τεχνολογία και οι χρηματοοικονομικές υπηρεσίες, κάτι που έχει οδηγήσει σε απολύσεις και χαμηλότερους μισθούς. Παράλληλα, η κινεζική βιομηχανία έχει αυξήσει την παραγωγή της, αλλά χωρίς αντίστοιχη αύξηση της ζήτησης, γεγονός που αναγκάζει τις επιχειρήσεις να μειώνουν τις τιμές για να διατηρήσουν την ανταγωνιστικότητά τους.
Τι κάνει η Κίνα για να αντιμετωπίσει το πρόβλημα;
Η Λαϊκή Τράπεζα της Κίνας έχει μειώσει τα επιτόκια πολλές φορές τα τελευταία δύο χρόνια, ώστε να ενθαρρύνει τον δανεισμό και την κατανάλωση. Παράλληλα, η κυβέρνηση έχει χαλαρώσει τους περιορισμούς στην αγορά ακινήτων, μειώνοντας τα ελάχιστα ποσά προκαταβολών και τα επιτόκια στεγαστικών δανείων.
Έχουν επίσης δοθεί κίνητρα για την αγορά αυτοκινήτων και ηλεκτρικών συσκευών, ενώ το κράτος προωθεί την αγορά απούλητων διαμερισμάτων, ώστε να τα μετατρέψει σε κοινωνικές κατοικίες. Παρόλα αυτά, τα μέτρα αυτά δεν έχουν καταφέρει να αντιστρέψουν την τάση.
Τον Σεπτέμβριο του 2024, η κυβέρνηση ανακοίνωσε ένα φιλόδοξο πρόγραμμα ύψους 1,4 τρισεκατομμυρίων δολαρίων για τη στήριξη των τοπικών κυβερνήσεων, οι οποίες βρίσκονται αντιμέτωπες με τεράστια χρέη. Παρότι αυτό μπορεί να σταθεροποιήσει προσωρινά την οικονομία, οι οικονομολόγοι δεν είναι βέβαιοι ότι θα αρκέσει για να σταματήσει την πτωτική πορεία των τιμών.
Ποιες είναι οι συνέπειες για τον υπόλοιπο κόσμο
Ο αποπληθωρισμός στην Κίνα έχει διεθνείς επιπτώσεις. Από τη μία πλευρά, η μείωση των κινεζικών τιμών κάνει τα προϊόντα πιο φθηνά για τους ξένους καταναλωτές, κάτι που μπορεί να συμβάλει στη μείωση του πληθωρισμού σε άλλες χώρες. Από την άλλη, η μειωμένη κινεζική ζήτηση για πρώτες ύλες μπορεί να πλήξει τις εξαγωγικές οικονομίες, όπως η Αυστραλία και η Βραζιλία, που στηρίζονται στις πωλήσεις μετάλλων και ενέργειας στην Κίνα.
Παράλληλα, η εμπορική διαμάχη με τις Ηνωμένες Πολιτείες προσθέτει ένα επιπλέον εμπόδιο. Ο Ντόναλντ Τραμπ έχει ήδη αυξήσει τους δασμούς στα κινεζικά προϊόντα, ενώ και άλλες χώρες εξετάζουν περιορισμούς στις κινεζικές εισαγωγές. Αν η Κίνα δεν μπορέσει να στηρίξει την εσωτερική της ζήτηση, θα δυσκολευτεί ακόμα περισσότερο να διατηρήσει τις τιμές της σε σταθερά επίπεδα. Το αν θα καταφέρει να ξεφύγει από αυτή την κατάσταση, θα εξαρτηθεί από το αν τα μέτρα που εφαρμόζει θα είναι αρκετά ισχυρά ώστε να αντιστρέψουν την πτωτική τάση των τιμών.