Τα ευρωπαϊκά κράτη του ΝΑΤΟ εξακολουθούν να εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τις εισαγωγές όπλων από τις ΗΠΑ, σύμφωνα με έκθεση του σουηδικού Ινστιτούτου SIPRI. Η Ουκρανία ήταν ο μεγαλύτερος εισαγωγέας όπλων παγκοσμίως την τελευταία τετραετία. Τα ευρωπαϊκά κράτη του ΝΑΤΟ, εξακολουθούν να εξαρτώνται από τις τις ΗΠΑ, σε μια εποχή που οι διατλαντικές σχέσεις φθίνουν.
Ειδικότερα, σύμφωνα με την SIPRI, περίπου το 64% των όπλων που εισήγαγαν οι χώρες του ΝΑΤΟ στην Ευρώπη προήλθαν από τις ΗΠΑ κατά την περίοδο αυτή, σε σύγκριση με το 52% μεταξύ 2015 και 2019, σύμφωνα με το Ινστιτούτο SIPRI στη Στοκχόλμη. Οι ΗΠΑ είχαν μερίδιο 43% των παγκόσμιων εξαγωγών όπλων την περίοδο 2020-24, γεγονός που τις καθιστά μακράν τον μεγαλύτερο προμηθευτή μπροστά από τη Γαλλία και τη Ρωσία.
Η Ουκρανία ήταν ο μεγαλύτερος εισαγωγέας όπλων την περίοδο αυτή με 8,8% του παγκόσμιου συνόλου, ανέφερε το SIPRI. Η Ινδία, το Κατάρ, η Σαουδική Αραβία και το Πακιστάν ήταν επίσης σημαντικοί εισαγωγείς. Η Ρωσία αντιπροσώπευε το 7,8% των παγκόσμιων εξαγωγών όπλων την ίδια περίοδο, ενώ το μερίδιο της Κίνας ήταν 5,9%, σύμφωνα με τα στοιχεία.
Η ροή αμερικανικών όπλων προς τα ευρωπαϊκά κράτη του ΝΑΤΟ υπογραμμίζει τις πολυπλοκότητες που συνεπάγεται η μείωση της εξάρτησης της περιοχής, ακόμη και όταν χώρες όπως το Ηνωμένο Βασίλειο, η Γαλλία και η Γερμανία ζητούν επιτακτικά μεγαλύτερη αυτονομία.
Ο κίνδυνος αποκαλύφθηκε όταν οι ΗΠΑ ανέστειλαν τη στρατιωτική και πληροφοριακή βοήθεια προς την Ουκρανία, καθώς ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ αυξάνει τις πιέσεις με στόχο να υπογράψει ειρηνευτική συμφωνία με τη Ρωσία, αν και με όρους που ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι προειδοποίησε ότι εκθέτουν τη χώρα του σε νέα επίθεση.
Το όλο και πιο χαοτικό γεωπολιτικό περιβάλλον θα αναγκάσει την Ευρώπη να επωμιστεί περισσότερο από το δικό της αμυντικό βάρος, με κόστος που είναι πιθανό να αυξηθεί σημαντικά, δήλωσε την περασμένη εβδομάδα ο επικεφαλής της αμυντικής βιομηχανίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης Andrius Kubilius.
Η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν έχει υποβάλει προτάσεις που, όπως είπε, θα μπορούσαν να κινητοποιήσουν έως και 800 δισεκατομμύρια ευρώ (866 δισεκατομμύρια δολάρια) σε πρόσθετες αμυντικές δαπάνες, και η Γερμανία βρίσκεται στη διαδικασία χαλάρωσης των δημοσιονομικών κανόνων εν αναμονή.
Σημειώνεται ότι σήμερα ακανθώδες ζήτημα ανάμεσα το Παρίσι και το Βερολίνο είναι εάν τα δάνεια 150 δισ. ευρώ των Βρυξελλών για την τόνωση της αμυντικής βιομηχανίας πρέπει να διοχετευτούν αποκλειστικά σε βιομηχανίες της Ε.Ε. ή να κατευθυνθούν σε ευρωπαϊκές χώρες με παρόμοια ατζέντα. Στο πλαίσιο της έκτακτης συνόδου κορυφής της Ε.Ε. που έλαβε χώρα την περασμένη Πέμπτη, ο νυν καγκελάριος της Γερμανίας, Όλαφ Σολτς, δήλωσε πως «είναι πολύ σημαντικό να ανοιχτούν οι πρωτοβουλίες αυτές σε χώρες που δεν ανήκουν στην Ε.Ε., αλλά με τις οποίες συνεργαζόμαστε στενά, όπως η Βρετανία, η Νορβηγία, η Ελβετία ή η Τουρκία».
Από την άλλη πλευρά, ο πρόεδρος της Γαλλίας, Εμανουέλ Μακρόν, υποστηρίζει εδώ και καιρό την ενίσχυση της ευρωπαϊκής αυτονομίας και την τόνωση της βιομηχανικής παραγωγής εντός Ε.Ε. Στη σύνοδο υπογράμμισε πως οι «αμυντικές δαπάνες δεν θα πρέπει να αφορούν ένα σετ τυποποιημένου εξοπλισμού που ξανά δεν θα είναι ευρωπαϊκό». Οι αξιωματούχοι της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που έχουν αναλάβει να παρουσιάσουν λεπτομερείς προτάσεις εντός των επόμενων ημερών έχουν παροτρύνει το Παρίσι, το Βερολίνο και τις υπόλοιπες κυβερνήσεις να συνεργαστούν στενά, ώστε να υπάρξει ομοφωνία απόψεων όταν έρθει η στιγμή για τη λήψη των οριστικών αποφάσεων. Επείγει ο στρατιωτικός εξοπλισμός της Ουκρανίας.