THEPOWERGAME
Ο στόχος της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη μείωση των εκπομπών ρύπων τουλάχιστον κατά 55% μέχρι το 2030 από τα επίπεδα του 1990 προκαλεί αντιδράσεις από τη βαριά βιομηχανία, η οποία καλείται να προσαρμόσει την παραγωγή της σε νέα δεδομένα. Αυτή τη φορά, η ευρωπαϊκή χαλυβουργία προσπαθεί να κερδίσει πίστωση χρόνου από την Κομισιόν για να προσαρμοστεί σε αυστηρότερους κανόνες, θεωρώντας πως οι ξένες εταιρείες θα βρίσκονται σε ευνοϊκότερη θέση ακόμη και αν φορολογηθούν οι εισαγωγές τους με μεγάλο περιβαλλοντικό αποτύπωμα.
Καθώς η Ε.Ε ετοιμάζεται, ουσιαστικά, να επιβάλει ένα πλαίσιο για τη συμμόρφωση των ξένων εταιρειών σε αυστηρότερα κριτήρια για το περιβάλλον, η ευρωπαϊκή ένωση χαλυβουργιών (Eurofer) προσπαθεί να πείσει τις Βρυξέλλες να μην μειώσει άμεσα το ανώτατο επιτρεπτό όριο για τις εκπομπές ρύπων των εγχώριων ενεργοβόρων βιομηχανιών, υπογραμμίζεται σε επιστολή που δόθηκε στο φως της δημοσιότητας από τους Financial Times. Η Eurofer φοβάται πως οι ευρωπαϊκές χαλυβουργίες θα επιβαρύνονται δυσανάλογα για το περιβαλλοντικό τους αποτύπωμα, πληρώνοντας περισσότερα δικαιώματα στο ευρωπαϊκό χρηματιστήριο ρύπων (Emissions Trading System, ETS). Την ίδια ώρα, οι ανταγωνιστές από το εξωτερικό θα πληρώνουν φόρους μόνον για τα προϊόντα που εισάγουν στα κράτη-μέλη.
Ως εκ τούτου, η Eurofer υποστηρίζει ότι οι ξένες εταιρείες αποκτούν άτυπα ένα ανταγωνιστικό πλεονέκτημα. Οι επιπτώσεις θα εξαρτηθούν, επίσης, από το χρονοδιάγραμμα που θα δοθεί σε κάθε περίπτωση. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή βρίσκεται σε μια διαδικασία αναθεώρησης του ευρωπαϊκού χρηματιστηρίου ρύπων με στόχο να καλύπτει περισσότερες βιομηχανίες, προτείνοντας την άμεση αλλά σταδιακή κατάργηση του κάθε επιτρεπτού ορίου σε εκπομπές αερίων που είναι επιζήμιες για το περιβάλλον. Η εφαρμογή ενός διασυνοριακού φόρου αναμένεται να τεθεί σε λειτουργία το 2023 εάν όχι αργότερα.
Οι ευρωπαϊκές χαλυβουργίες θα επωμισθούν τουλάχιστον δεκαπλάσιες δαπάνες σε σχέση με τους ανταγωνιστές στην παγκόσμια οικονομία. Για να υπάρξει μια βιώσιμη αγορά για τον «πράσινο χάλυβα» θα πρέπει να δοθεί μια οκταετία προσαρμογής, τονίζεται χαρακτηριστικά.
Παράπονα από τη Μόσχα για την περιβαλλοντική πολιτική της Ε.Ε
Η έκκληση της Eurofer για μεγαλύτερη πίστωση χρόνου έρχεται σε πλήρη αντίθεση με διαμαρτυρίες από το εξωτερικό για τη μεροληπτική μεταχείριση των εισαγωγών από την Ε.Ε. Η Μόσχα δεν δίστασε να κατηγορήσει τις Βρυξέλλες για προστατευτισμό όταν ανακοίνωσαν τα σχέδια για τον μηχανισμό (carbon border adjustment mechanism, CBAM) από τον οποίο θα προκύπτει ο διασυνοριακός φόρος ρύπων. Εκτιμήσεις για τις πρόσθετες δαπάνες που θα επωμισθούν οι ρωσικές εταιρείες κυμαίνονται από τα 3 δισ δολάρια, ετησίως, σε ετήσια βάση μέχρι τα 60 δισ δολάρια εντός οκταετίας.
Η Ρωσία προμηθεύει την Ε.Ε με προϊόντα σχεδόν 10 δις ευρώ που έχουν μεγάλο περιβαλλοντικό αποτύπωμα από λιπάσματα και αλουμίνιο μέχρι τσιμέντο και χάλυβα, ενώ δεν φορολογούνται από τη Μόσχα για τις εκπομπές ρύπων. Στην ίδια λίστα περιλαμβάνεται η Κίνα και η Τουρκία. Από την πλευρά της, η Ε.Ε έχει τονίσει πως ο CBAM συνάδει με τους κανόνες του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου. Θέση επί του θέματος πήρε πρόσφατα και ο Τζον Κέρι, ειδικός απεσταλμένος της κυβέρνησης Μπάιντεν για το κλίμα. Τόνισε πως ο διασυνοριακός φόρος ρύπων θα πρέπει να λειτουργεί ως «ύστατο μέτρο».