THEPOWERGAME
Μετά το ριψοκίνδυνο εκλογικό στοίχημα του Εμανουέλ Μακρόν στη Γαλλία τον Ιούλιο, η μεγάλος αντίπαλός του, Μαρίν Λεπέν, δοκιμάζει τη δική της τύχη. Η ηγέτιδα της ακροδεξιάς αυτή την εβδομάδα προκάλεσε αναταράξεις στις αγορές και έθεσε τον πρωθυπουργό Μισέλ Μπαρνιέ σε θέση άμυνας, απειλώντας να ανατρέψει την κυβέρνησή του, εάν δεν ικανοποιηθούν τα αιτήματά της κατά της λιτότητας για τον προϋπολογισμό του επόμενου έτους.
Όπως σημειώνει το Bloomberg σε άρθρο γνώμης του Lionel Laurent, η Λεπέν έχει λόγο να πιέζει τους αντιπάλους της ενόψει μιας δικαστικής απόφασης που θα μπορούσε να καταστρέψει τις προεδρικές της φιλοδοξίες. Ωστόσο, αντί να ρισκάρει να διαψεύσει τις απειλές της, η κυβέρνηση του Μπαρνιέ έκανε το απολύτως λογικό, προσφέροντας παραχωρήσεις, όπως η ανατροπή των αυξήσεων στους φόρους ηλεκτρικού ρεύματος. Οι προστριβές με την ακροδεξιά δεν έχουν ιδιαίτερο νόημα, όταν το κόστος δανεισμού της Γαλλίας αγγίζει αυτό της Ελλάδας για πρώτη φορά παράλληλα με την επικείμενη επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος θα χαρεί ιδιαίτερα να δει τα γαλλικά προβλήματα να προστίθενται σε αυτά της Γερμανίας, πριν καν ακουστεί η πρώτη «βολή» στον εμπορικό πόλεμο.
Αυτό που δεν είναι σαφές είναι το πού μπορεί να οδηγήσει αυτή η αντιπαράθεση. Η Γαλλία, η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία της ευρωζώνης, δεν είναι η Ελλάδα του 2011, υπογραμμίζει το Bloomberg. Η κυβέρνησή της έχει την υποστήριξη των Βρυξελλών και οι θεσμοί της θα μπορούσαν θεωρητικά να διαχειριστούν το χάος μιας πτώσης της κυβέρνησης. Ωστόσο, η Γαλλία είναι κομβική για την Ευρώπη.
Ο συνδυασμός θεατρικής πολιτικής και δημοσιονομικού ακροβατισμού δεν εμπνέει εμπιστοσύνη σε μια ήπειρο όπου η δημογραφική και παραγωγική παρακμή είναι ήδη εμφανής, ακόμη κι αν οι ελιγμοί και οι συμβιβασμοί επιτρέψουν στον προϋπολογισμό του Μπαρνιέ να περάσει. Η μείωση του ελλείμματος της Γαλλίας στο 5% του ΑΕΠ από περίπου 6% μοιάζει τιτάνια: το πολυετές πρόγραμμα λιτότητας του Μπαρνιέ δεν έχει ιστορικό προηγούμενο και έρχεται σε μια περίοδο στασιμότητας της ανάπτυξης.
Οι κίνδυνοι υλοποίησης είναι υψηλοί — όπως και η εξάρτηση της Γαλλίας από ξένους επενδυτές που χρηματοδοτούν ένα τεράστιο χρέος. Η Γαλλία έχει περίπου 350 εκατ. δισεκατομμύρια χρέος που λήγει το επόμενο έτος, ενώ οι πληρωμές τόκων ύψους 40 δισεκατομμυρίων ευρώ αντιστοιχούν στο μέγεθος του αμυντικού προϋπολογισμού. Αυτά τα ποσά δεν έχουν ακόμη γίνει πλήρως κατανοητά από τους ψηφοφόρους και η κοινή γνώμη στρέφεται όλο και περισσότερο εναντίον των αντιδημοφιλών σχεδίων του Μπαρνιέ για αυξήσεις φόρων. Αυτό εξηγεί γιατί η Λεπέν είναι διατεθειμένη να τα αντιπαλέψει ενεργά, σύμφωνα με τον Κρίστοφερ Ντεμπίκ της Pictet Asset Management — καθώς και γιατί το κόμμα της υποστηρίζει αριστερούς αντιπάλους στις, δημοσιονομικά ανεύθυνες, προσπάθειές τους να αναιρέσουν τη μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού. Η τελευταία έχει μικρές πιθανότητες επιτυχίας, αλλά δείχνει ότι ο λαϊκισμός δύσκολα «πεθαίνει».
Με τις πιθανές πρόωρες βουλευτικές εκλογές το επόμενο έτος και τις προεδρικές εκλογές το 2027, αυτό θα μπορούσε τελικά να εξελιχθεί σε κάτι μεγαλύτερο: Μια κρίση θεσμών και ελίτ. Το γαλλικό σύστημα είναι ένα παιχνίδι «ο νικητής τα παίρνει όλα», με έναν ισχυρό εκτελεστικό πυρήνα· όταν λειτουργεί, είναι αποτελεσματικό, αλλά όταν αποτυγχάνει, το κάνει με θόρυβο. Η πρώτη αστάθεια αυτό το καλοκαίρι ήταν ο κίνδυνος μιας κρίσης στις τάξεις της δημόσιας διοίκησης της Πέμπτης Δημοκρατίας, εάν το κόμμα της Λεπέν κατάφερνε να σχηματίσει κυβέρνηση. Αυτό δεν συνέβη, αλλά τώρα ο φόβος είναι ότι οι Μπαρνιέ και Μακρόν αποτελούν ένα εύθραυστο δίδυμο που πιθανόν να καθυστερήσει αντί να εξουδετερώσει τη λαϊκιστική στιγμή της Γαλλίας. Ο οικονομολόγος της HSBC, Φάμπιο Μπαλμπόνι, αναφέρει ότι η Γαλλία αντιμετωπίζει μια «σημαντική» πρόκληση, με πολιτικούς κινδύνους πέρα από την έγκριση του προϋπολογισμού.
Υπάρχουν, ωστόσο, κάποιες αχτίδες ελπίδας μέσα στη γενική απαισιοδοξία στον πυρήνα της Ευρώπης. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δείχνει σαφώς πιο πρόθυμη να καλύψει το κενό ηγεσίας της Ευρώπης, με τον επικεφαλής της Τράπεζας της Γαλλίας, Φρανσουά Βιλερουά ντε Γκαλό, να μιλά για τη «σημαντική δυνατότητα» χαλάρωσης των επιτοκίων. Επιπλέον, οι επικείμενες εκλογές στη Γερμανία το επόμενο έτος προσφέρουν θετικές πολιτικές προοπτικές, καθώς η βιομηχανική κρίση της χώρας και το προβληματικό εξαγωγικό της μοντέλο αναγκάζουν μια αναθεώρηση πολιτικών.
Παρόλα αυτά, η κατάσταση παραμένει εύθραυστη, και ο Μπαρνιέ δεν έχει πολλές επιλογές πέρα από το να συνεχίσει να παίζει το κακό «χαρτί» που του έτυχε. Έχει εμπειρία σε τέτοιου είδους κρίσεις, έχοντας καθοδηγήσει μια ενωμένη Ευρώπη κατά τη διάρκεια της κρίσης του Brexit. Ωστόσο, τώρα ηγείται μιας χώρας που μοιάζει περισσότερο με το Ηνωμένο Βασίλειο εκείνης της εποχής — ένα κοινοβούλιο σε αδιέξοδο, μια απαισιόδοξη επενδυτική διάθεση και μια πολιτική τάξη που βάζει το κόμμα πάνω από το έθνος. Ο Μπαρνιέ έχει προειδοποιήσει για τον κίνδυνο μιας «καταιγίδας» στις αγορές που απειλεί τη Γαλλία· αυτή δεν έχει εξαφανιστεί ακόμα.
Διαβάστε επίσης
Η αμυντική καινοτομία, οι startups και η αναξιοποίητη ευκαιρία
attica: Το management και οι επενδύσεις που θα τα κάνουν Harrods
ΙΕΑ Wind: H ακτινογραφία της αιολικής ενέργειας στην Ελλάδα