THEPOWERGAME
Από τις κεντρικές τράπεζες της Ελβετίας και της Σουηδίας ξεκινά ο κύκλος των καθοδικών επιτοκίων στην Ευρώπη την ώρα που η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ (Fed) στέλνει σαφή μηνύματα πως δεν βιαστεί να προχωρήσει σε χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής όσο ο πληθωρισμός στην αμερικανική οικονομία δεν τιθασεύεται στον στόχο του 2% λόγω της ζωηρής ανάπτυξης. Οι κεντρικές τράπεζες στην Ευρώπη κρίνουν πως έχουν μεγαλύτερα περιθώρια ευελιξίας για να προχωρήσουν σε μείωση του κόστους δανεισμού λόγω της εξασθένισης της οικονομικής δραστηριότητας από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και έπειτα.
Μόλις την περασμένη Τετάρτη, η Riksbank, δηλαδή η κεντρική τράπεζα της Σουηδίας, μείωσε το βασικό επιτόκιο για πρώτη φορά μετά από μια οκταετία -ειδικότερα από το 4% στο 3,75%- καθώς οι ανατιμήσεις στην οικονομία εξασθένισαν τον Μάρτιο στο 2,2% από το 10% το 2022. Αξίζει να σημειωθεί πως η Σουηδία αξιολογεί τις ανατιμήσεις στην οικονομία βάσει της πορείας του δείκτη τιμών καταναλωτή σε περιβάλλον σταθερού επιτοκίου.
Προ διμήνου, η Τράπεζα της Ελβετίας αιφνιδίασε τις αγορές με τη μείωση του βασικού επιτοκίου κατά 25 μονάδες βάσης στο 1,5%. Ο πληθωρισμός στην ελβετική οικονομία παραμένει χαμηλός ακόμη και στο 1,4% που καταγράφηκε τον Απρίλιο από το 1% του Μαρτίου. Παρομοίως, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) αναμένεται να προχωρήσει σε μείωση των επιτοκίων στη συνεδρίαση της 6ης Ιουνίου μετά τις δέκα αυξήσεις που έχουν συντελεστεί την τελευταία διετία. Μέσα σε αυτό το διάστημα συντελέστηκε η μεγαλύτερη σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής στην Ευρώζωνη, δαμάζοντας τον πληθωρισμό στο 2,4% τον Απρίλιο. Στις ΗΠΑ, ο πληθωρισμός αναρριχήθηκε στο 3,5% τον Μάρτιο.
Από τις αρχές του 21ου αιώνα, η Ευρώπη ακολουθούσε τις ΗΠΑ ως προς τη μείωση των επιτοκίων, όπως εύστοχα παρατηρούν αναλυτές στη Wall Street Journal. Μια χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής στην Ευρώπη και ειδικότερα στην Ευρωζώνη νωρίτερα από τις ΗΠΑ ενέχει τον κίνδυνο να αποδυναμώσει η ισοτιμία των οικονομίων, καθιστώντας έτσι ακριβότερες τις εισαγωγές, τις υπηρεσίες και τροφοδοτώντας εκ νέου την άνοδο του πληθωρισμού.
Αυτήν την ανησυχία εξέφρασε πρόσφατα η επικεφαλής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ). Απευθυνόμενη στο ειδησεογραφικό δίκτυο του CNBC, η Κρισταλίνα Γκεοργκίεβα τόνισε πως η Ευρώπη είναι εξαιρετικά εξαρτώμενη σε εισαγωγές ενέργειας αντίθετα από τις ΗΠΑ, όπου οι εξαγωγές πετρελαίου διαμορφώθηκαν περίπου στα 10,2 εκατ. βαρέλια, ημερησίως, το 2023.
Ας μην λησμονείται πως τα εμπορεύματα τιμολογούνται σε δολάρια στις διεθνείς αγορές, οι οποίες αποτελούν σημεία αναφοράς στις αξίες που διαμορφώνονται εγχώρια. Μια πρόσθετη αδυναμία στην Ευρώπη είναι η χαμηλή παραγωγικότητα συγκριτικά με τις ΗΠΑ και οι χαμηλοί μισθοί που λαμβάνει ένα ολοένα και γηραιότερο κομμάτι του πληθυσμού, ανέφερε η Γκεοργκίεβα.
Οικονομικοί αναλυτές δεν αποκλείουν την περαιτέρω αποδυνάμωση της σουηδικής κορώνας έναντι του ευρώ και του δολαρίου εάν το κόστος δανεισμού μειωθεί ταχύτερα. Εντούτοις, οι οικονομικής επιδόσεις στη Σουηδία είναι αναιμικές ακόμη και συγκριτικά με την Ευρώπη που βρίσκεται σε στασιμότητα επί έξι διαδοχικά τρίμηνα.
Ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της σουηδικής οικονομίας είναι πως επηρεάζεται άμεσα από την πολιτική της Riksbank επειδή τα περισσότερα στεγαστικά δάνεια χορηγούνται με κυμαινόμενα βραχυπρόθεσμα επιτόκια. Γι’ αυτό και οι τιμές των ακινήτων έχουν μειωθεί ταχύτερα από οπουδήποτε αλλού στον ανεπτυγμένο κόσμο.
Πάντως, ο κεντρικός τραπεζίτης της Σουηδίας, Έρικ Τεντίν, αναγνώρισε πως τα υψηλότερα επιτόκια στο εξωτερικό μπορεί να επηρεάσουν το νόμισμα της χώρας αλλά είπε πως οι κινήσεις της Riksbank δεν θα πρέπει να συνδέονται με την πολιτική άλλων κεντρικών τραπεζών. Ανάλογη θέση πήρε η Κριστίν Λαγκάρντ. Μετά τη συνεδρίαση του Απριλίου, η επικεφαλής της ΕΚΤ είπε πως η τράπεζα είναι εξαρτώμενη από τα δεδομένα για τον πληθωρισμό και όχι από τη Fed.