THEPOWERGAME
Κατά παράδοση, οι Ρεπουμπλικάνοι τάσσονται κατά της ρύθμισης των αγορών και της αύξησης των φόρων, προασπίζοντας την απόλυτη ελευθερία στην επιχειρηματική δραστηριότητα και θεωρώντας όχληση έστω και την παραμικρή ύπαρξη του κράτους. Σήμερα έχει καλλιεργηθεί μια σκληροπυρηνική δεξιά που συντάσσεται με τον Ντόναλντ Τραμπ και καταδικάζει τον προοδευτισμό με τον πιο απόλυτο τρόπο. Πρόκειται για το κίνημα των anti–woke που θέτει πια στο στόχαστρο πρόσωπα και μάλιστα τους επικεφαλής κάποιων από τις πιο επιτυχημένες εταιρείες των ΗΠΑ. Κατά συνέπεια, οι BlackRock, Disney, Pfizer και Moderna δαπανούν εκατοντάδες χιλιάδες δολάρια για την προσωπική ασφάλεια των υψηλόβαθμων στελεχών τους.
Στο περσινό πακέτο αμοιβής του Μπομπ Ίγκερ, διευθύνοντος συμβούλου της Disney, συμπεριλήφθηκαν δαπάνες προσωπικής ασφάλειας της τάξεως του 1,2 εκατ. δολαρίων, σύμφωνα με στοιχεία των Financial Times. Πρόκειται για μια μεγάλη αύξηση από τα 830.437 δολάρια που είχαν δαπανηθεί έναν χρόνο πριν και ειδικότερα από τον Νοέμβριο του 2022 όταν ο Ίγκερ επέστρεψε στη θέση του επικεφαλής για να αντιμετωπίσει την οργή του Ρεπουμπλικάνου κυβερνήτη της Φλόριντα, Ρον ντε Σάντις. Αφορμή αυτής της διαμάχης ήταν ότι ο όμιλος ψυχαγωγίας καταδίκασε δημόσια τον νόμο για τα Γονικά Δικαιώματα στην Εκπαίδευση, γνωστό ως Don’t Say Gay, προ διετίας.
Ο επίμαχος νόμος περιόριζε τη συζήτηση για τον σεξουαλικό προσανατολισμό και την ταυτότητα φύλου στα σχολεία. Θεωρήθηκε από την Disney αναχρονιστικός, με την εταιρεία να παίρνει δημόσια θέση επί του θέματος καθώς αποδέχεται τη διαφορετικότητα του ατόμου στην επιχειρηματική του κουλτούρα. Η αποκορύφωση αυτής της δημόσιας κόντρας ήταν πως ομάδα νεοναζί διαδηλωτών συγκεντρώθηκαν στην είσοδο του θεματικού πάρκου Walt Disney World.
Στην περίπτωση του Λάρι Φινκ, προέδρου και διευθύνοντος συμβούλου της BlackRock, οι δαπάνες για την αναβάθμιση της προσωπικής του ασφάλειας ξεπέρασαν πέρσι το μισό εκατομμύριο δολάρια, μη συμπεριλαμβανομένων των περίπου 200.000 δολαρίων που είναι η αθροιστική αμοιβή των σωματοφυλάκων του, όπως αποκάλυψε η βρετανική εφημερίδα. Ο λόγος είναι πως ο Φινκ έχει στοχοποιηθεί ως «μαύρο πρόβατο» επειδή παροτρύνει τις εταιρείες να αντιμετωπίσουν την κλιματική κρίση. Σε δημοσίευμα του Financial Review αναφέρεται πως η Consumers Research και άλλες οργανώσεις έχουν σχηματίσει ένα ισχυρό λόμπι, το οποίο υποστηρίζει σε πολιτείες που κυβερνούνται από Ρεπουμπλικάνους πως τα περιβαλλοντικά, κοινωνικά και εταιρικά κριτήρια (ESF) καταστρέφουν τις κοινωνικές νόρμες.
Επενδυτικά ταμεία σε «κόκκινες» πολιτείες των ΗΠΑ, δηλαδή εκεί όπου κυβερνά το Ρεπουμπλικανικό κόμμα, έχουν αποσύρει 13,3 δισ. δολάρια από την BlackRock εδώ και μια διετία, συμπεριλαμβανομένου του Texas Permanent School Fund που ανακοίνωσε πως θα τραβήξει 8,5 δισ. δολάρια από τον όμιλο στα τέλη Απριλίου. Τα κεφάλαια αυτά αντικατοπτρίζουν μια μικρή απώλεια σε έναν χρηματοοικονομικό κολοσσό με ενεργητικό άνω των 9 τρισ. δολαρίων και χαρτοφυλάκιο με 18.000 εταιρείες στη Δύση. Αλλά καταδεικνύει πως ένα κοινωνικό χάσμα επηρεάζει την επιχειρηματική κουλτούρα της χώρας. Ρεπουμπλικάνοι σε 37 πολιτείες των ΗΠΑ έχουν προτείνει νόμους που θέτουν στο στόχαστρο τα κριτήρια ESG.
Ο συντηρητικός μεγαλοεπενδυτής Πήτερ Τέιλ δήλωσε πρόσφατα σε συνέδριο για το bitcoin πως τα «ESG είναι ένα εργοστάσιο μίσους». Παραδόξως, η BlackRock, έχει επενδύσει μόνον το 3% των κεφαλαίων σε επενδύσεις ESG εντός των ΗΠΑ. Εκτός των άλλων, ο ιστότοπος Whoislarryfink.com κυριαρχείται από μια προπαγανδιστικού τύπου πληροφόρηση για την προσκόλληση του Φινκ στην Κίνα.
Παρομοίως, το κίνημα κατά των εμβολίων στις ΗΠΑ εν μέσω της πανδημίας και η ευρύτερη συνωμοσιολογία προέτρεψαν τις Pfizer και Moderna να αυξήσουν τους προϋπολογισμούς για την ασφάλεια των CEOs. Η προσωπική ασφάλεια του Αλβέρτου Μπουρλά, διευθύνοντος συμβούλου της Pfizer, απορρόφησε πέρσι πάνω από 780.000 δολάρια σε επιπλέον έξοδα λόγω «αυξημένων κινδύνων, περιλαμβανομένων απειλών εναντίον στελεχών». Η Moderna, μια από τις πιο καινοτόμες εταιρείες των τελευταίων δεκαετιών, δαπάνησε πάνω από 1 εκατ. δολάρια για την ασφάλεια του διευθύνοντος συμβούλου, Στεφάν Μπάνσελ.