THEPOWERGAME
Τα καλά νέα για τη γερμανική οικονομία ήταν λιγοστά. Και τα τελευταία οικονομικά στοιχεία δεν έκαναν πολλά για να το αλλάξουν αυτό. Μερικά βασικά στοιχεία για το 2023, δηλαδή οι εργοστασιακές παραγγελίες, οι εξαγωγές και η βιομηχανική παραγωγή, δημοσιεύτηκαν την περασμένη εβδομάδα και έδειξαν ένα αδύναμο τέλος του έτους, που είδε να επανέρχονται τα ερωτήματα σχετικά με το ότι η Γερμανία είναι ο «άρρωστος άνθρωπος της Ευρώπης».
«Τα στοιχεία επιβεβαιώνουν ότι η γερμανική βιομηχανία εξακολουθεί να βρίσκεται σε ύφεση», δήλωσε στο CNBC ο Holger Schmieding, επικεφαλής οικονομολόγος της Berenberg Bank.
Η βιομηχανική παραγωγή μειώθηκε κατά 1,6% τον Δεκέμβριο σε μηνιαία βάση και συνολικά το 2023 ήταν μειωμένη κατά 1,5% σε σχέση με το προηγούμενο έτος. Οι εξαγωγές -οι οποίες αποτελούν ακρογωνιαίο λίθο της γερμανικής οικονομίας- μειώθηκαν κατά 4,6% τον Δεκέμβριο και κατά 1,4% ή 1,562 τρισεκατομμύριο ευρώ (1,68 τρισεκατομμύριο δολάρια) σε ολόκληρο το έτος.
Εν τω μεταξύ, τα στοιχεία για τις εργοστασιακές παραγγελίες φάνηκαν εκ πρώτης όψεως ελπιδοφόρα, καθώς αντανακλούσαν αύξηση 8,9% τον Δεκέμβριο σε σύγκριση με τον Νοέμβριο.
Τι είπε οικονομολόγος της Capital Economics για την Ευρώπη
Όμως αυτή η αύξηση «δεν αποτελεί ιδιαίτερο λόγο για παρηγοριά», δήλωσε στο CNBC η Franziska Palmas, ανώτερη οικονομολόγος της Capital Economics για την Ευρώπη, εξηγώντας ότι οφείλεται σε αρκετές παραγγελίες μεγάλης κλίμακας, οι οποίες τείνουν να είναι ευμετάβλητες. «Οι παραγγελίες, εξαιρουμένων των παραγγελιών μεγάλης κλίμακας, στην πραγματικότητα υποχώρησαν σε χαμηλό μετά την πανδημία», πρόσθεσε η ίδια.
Για το 2023 συνολικά, σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος, οι εργοστασιακές παραγγελίες μειώθηκαν κατά 5,9%.
Αν και αυτά τα «σκληρά» στοιχεία του Δεκεμβρίου δεν υποδηλώνουν ακόμη ότι η ανάκαμψη είναι ορατή, η πιο πρόσφατη έκθεση του δείκτη διευθυντών αγορών δείχνει ότι τα χειρότερα μπορεί να έχουν περάσει σύντομα στον τομέα της μεταποίησης, δήλωσε ο Schmieding. «Αν και στο 45,5 εξακολουθεί να βρίσκεται κάτω από τη γραμμή του 50 που χωρίζει την ανάπτυξη από τη συρρίκνωση, ανέβηκε σε υψηλό 11 μηνών», σημείωσε.
«Ακόμα κι έτσι, η οικονομική ανάπτυξη είναι απίθανο να είναι επικείμενη», δήλωσε στο CNBC ο Erik-Jan van Harn.
«Δεν είμαστε ακόμη κοντά στο είδος της δραστηριότητας στη γερμανική βιομηχανία που βλέπαμε πριν από την πανδημία», εξήγησε. «Εξακολουθούμε να αναμένουμε μια μέτρια συρρίκνωση το α’ τρίμηνο, αλλά είναι πιθανό να είναι λιγότερο σοβαρή από το 23Q4», δήλωσε ακόμα ο van Harn. Στη συνέχεια, αναμένει ότι η ανάπτυξη θα ανακάμψει ελαφρώς, αλλά βλέπει ότι η ανάπτυξη για το σύνολο του έτους θα παραμείνει στάσιμη.
«Η γερμανική οικονομία θα συρρικνωθεί κατά 0,3% το 2024 στο σύνολό της»
Άλλοι είναι ακόμη πιο απαισιόδοξοι για τη γερμανική οικονομία. «Εμμένουμε στην πρόβλεψή μας ότι η γερμανική οικονομία θα συρρικνωθεί κατά 0,3% το 2024 στο σύνολό της», δήλωσε στο CNBC ο επικεφαλής οικονομολόγος της Commerzbank, Jörg Krämer.
Αυτό θα ήταν σε γενικές γραμμές σύμφωνο με την πορεία της γερμανικής οικονομίας το 2023, όταν συρρικνώθηκε κατά 0,3% σε ετήσια βάση, σύμφωνα με τα στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα η ομοσπονδιακή στατιστική υπηρεσία τον περασμένο μήνα. Τα στοιχεία έδειξαν επίσης μείωση του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος κατά 0,3% το τέταρτο τρίμηνο, αλλά η Γερμανία κατάφερε ακόμη να αποφύγει την τεχνική ύφεση, η οποία χαρακτηρίζεται από δύο διαδοχικά τρίμηνα αρνητικής ανάπτυξης.
Αυτό οφείλεται στη διαπίστωση της στατιστικής υπηρεσίας ότι το τρίτο τρίμηνο του 2023 παρατηρήθηκε στασιμότητα και όχι συρρίκνωση. Εάν όμως η οικονομία συρρικνωθεί όπως αναμένεται τους πρώτους τρεις μήνες του 2024, η Γερμανία θα περιπέσει πράγματι σε ύφεση.
«Οι εταιρείες έχουν απλώς πάρα πολλά να χωνέψουν -παγκόσμιες αυξήσεις επιτοκίων, υψηλές τιμές ενέργειας, λιγότερη ώθηση από την Κίνα και διάβρωση της Γερμανίας ως τόπου εγκατάστασης επιχειρήσεων», εξήγησε ο Krämer, αναφερόμενος στους λόγους της ύφεσης.
Ορισμένοι από αυτούς τους αντίθετους ανέμους μπορεί επίσης να διαδραματίσουν βασικό ρόλο όσον αφορά την αποδυνάμωση των εξαγωγικών στοιχείων, επισήμανε ο Van Harn της Rabobank. Παράγοντες όπως η φθηνή ενέργεια από τη Ρωσία, η ισχυρή ζήτηση από την Κίνα και η άνοδος του παγκόσμιου εμπορίου στήριξαν τις εξαγωγές της Γερμανίας για δεκαετίες, «αλλά τώρα παραπαίουν», είπε.
Κοιτάζοντας πέρα από τα καθαρά οικονομικά, η εθνική και διεθνής πολιτική θα μπορούσε επίσης να αποτελέσει κίνδυνο για την οικονομία της χώρας, λένε οι ειδικοί.
Η κυβέρνηση συνασπισμού της Γερμανίας βρίσκεται υπό πίεση, αφού πέρασε από δημοσιονομική κρίση μετά την απόφαση του συνταγματικού δικαστηρίου ότι η ανακατανομή του αχρησιμοποίητου χρέους που αναλήφθηκε κατά τη διάρκεια της πανδημίας στα τρέχοντα σχέδια του προϋπολογισμού είναι παράνομη.
Αυτό άφησε μια τρύπα 60 δισεκατομμυρίων ευρώ στα σχέδια προϋπολογισμού του συνασπισμού, και καθώς τα κεφάλαια είχαν διατεθεί για τα επόμενα χρόνια, η κρίση είναι πιθανό να ξανασηκώσει κεφάλι στο τέλος του έτους, όταν αρχίζει ο σχεδιασμός του προϋπολογισμού του 2025.
Η ικανοποίηση των ψηφοφόρων από την κυβέρνηση είναι επίσης χαμηλή, με το αντιπολιτευόμενο κόμμα CDU να προηγείται σήμερα στις δημοσκοπήσεις και να ακολουθείται στη δεύτερη θέση από το ακροδεξιό κόμμα της Γερμανίας, το AfD. Η υποστήριξη για το τελευταίο έχει ωστόσο μειωθεί τις τελευταίες εβδομάδες, εν μέσω των διαδηλώσεων κατά της ακροδεξιάς, που σαρώνουν τη χώρα, με εκατοντάδες χιλιάδες Γερμανούς να βγαίνουν στους δρόμους.
Οι εκλογές στις ΗΠΑ θα μπορούσαν επίσης να δυσκολέψουν τα πράγματα, εκτίμησε ο Schmieding.
«Οι απειλές για εμπορικό πόλεμο από τον Τραμπ θα μπορούσαν να είναι ένα σημαντικό αρνητικό στοιχείο για τη Γερμανία», είπε, «ωστόσο αυτό εξαρτάται φυσικά από το αποτέλεσμα των εκλογών και μπορεί να μην ξεδιπλωθεί σε πλήρη ισχύ μέχρι το 2025».