THEPOWERGAME
Μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, η Λιβύη λειτουργεί ως μεσάζοντας στη διοχέτευση πετρελαιοειδών καυσίμων από τη Ρωσία στην Ευρώπη προκειμένου να σβηστούν τα ίχνη, σύμφωνα με εκτενές ρεπορτάζ του πρακτορείου Bloomberg. Βάσει μαρτυριών από πηγές του αμερικανικού πρακτορείου, έως και το 40% των πετρελαιοειδών καυσίμων που εισέρχονται στη Λιβύη στο πλαίσιο κρατικού προγράμματος επιδοτήσεων πωλούνται από λαθρέμπορες στο εξωτερικό.
Το Queen Majeda και το λιμάνι του Δυρραχίου
Οι έρευνες του αμερικανικού πρακτορείου ξεκίνησαν ενάμιση χρόνο πριν όταν κατασχέθηκε δεξαμενόπλοιο που διέρχονταν από τα χωρικά ύδατα της χώρας. Μέχρι σήμερα είναι προσαραγμένο στο λιμάνι του Δυρραχίου με φορτίο αξίας δυο εκατ. δολαρίων.
Όταν οι λιμενικές αρχές της Αλβανίας εντόπισαν το Queen Majeda συνειδητοποίησαν ότι ακόμη και οι δεξαμενές νερού ήταν γεμάτες με πετρελαιοειδή καύσιμα θαλάσσης. Ήταν Σεπτέμβριος του 2022, δηλαδή ένα εξάμηνο μετά την εισβολή στην Ουκρανία που διέταξε η Μόσχα. Οι αρμόδιοι αξιωματικοί υποψιάστηκαν πως ήταν πλαστά τα έγγραφα που πιστοποιούσαν την προέλευση του καυσίμων από τη Λιβύη.
Οι υποψίες τους ξεκίνησαν από την αναφορά της Brega Petroleum Marketing Corp., μονάδα της κρατικής National Oil Corp. της Λιβύης. Η Brega είχε δικαιοδοσία για τη διαχείριση καυσίμων μέσα στη Λιβύη, ενώ η National Oil Corp. είναι η μοναδική οντότητα που μπορεί να εισάγει και να εξάγει πετρελαϊκά προϊόντα για τη χώρα, η οποία βάλλεται από εσωτερικές συγκρούσεις.
Ακόμη πιο αξιοπερίεργο είναι πως το φορτίο αυτό προορίζονταν για την Kastrati Group, μια εταιρεία που κατέχει δίκτυο πρατηρίων στην Αλβανία. Την κυριότητα του πλοίου είχε η εταιρεία Eldawadi Shipping που ανήκει σε επιχειρηματία από τη Λιβύη. Αν και το πλήρωμα και ο καπετάνιος κρατήθηκαν από τις αρχές, καμία κατηγορία δεν απαγγέλθηκε εναντίον της Kastrati Group ή εις βάρος του επιχειρηματία που κατέχει το πλοίο. Όπως διευκρίνισε η Kastrati στο Bloomberg, είχε παραλάβει πετρέλαιο ντίζελ θαλάσσης από το Queen Majeda τον Ιούλιο και τον Αύγουστο του 2022 αλλά δεν είχε συνάψει καμία σύμβαση λίγο πριν την κατάσχεση του Σεπτέμβριου.
Βάσει στοιχείων και μαρτυριών από αξιωματούχους της Λιβύης προκύπτει πως έως και 40% των πετρελαιοειδών καυσίμων -συνολικού ύψους 5 δισ. δολαρίων – που εισάγονται στη Λιβύη στο πλαίσιο επιδοτούμενου προγράμματος καταλήγει σε λαθρεμπόριο. Ένα μεγάλο κομμάτι των καυσίμων αυτών πηγάζει από τη Ρωσία. Έπειτα κατευθύνεται από τη Λιβύη στην Ευρώπη, όπου έχουν πια επιβληθεί κυρώσεις για ορισμένα από αυτά τα προϊόντα, αναφέρει το Bloomberg.
Λιβύη: εισάγει κατεργασμένο πετρέλαιο παρά τον πλούτο της πρωτογενούς παραγωγής αργού
Η Λιβύη δεν έχει τη δυνατότητα να διυλίσει όλη την πετρελαϊκή παραγωγή της παρά το ότι ο μαύρος χρυσός είναι η βασική πηγή εσόδων για τη χώρα. Επί ολόκληρες δεκαετίες, η Λιβύη πουλά αργό πετρέλαιο στο εξωτερικό και έπειτα αγοράζει κατεργασμένο πετρέλαιο. Οπότε η National Oil Corporation εισάγει καύσιμα σε τιμές αγοράς και τα πουλά στους πολίτες έναντι χαμηλότερου αντίτιμου, με αποτέλεσμα να καρποφορεί το λαθρεμπόριο. Το πρόγραμμα επιδότησης καυσίμων ξεκίνησε από τη δεκαετία του ΄70 αφού ο Μουαμάρ Καντάφι ανέλαβε την εξουσία της χώρας με πραξικόπημα. Η βενζίνη στη Λιβύη είναι πιο φθηνή και από το νερό, μαρτυρούν πηγές του Bloomberg.
Τα πράγματα επιδεινώθηκαν το 2021 διότι η κυβέρνηση καθυστέρησε την έγκριση του προϋπολογισμού, με αποτέλεσμα να μην έχει πόρους χρηματοδότησης η National Oil Corporation. Τότε ξεκίνησε το πρόγραμμα ανταλλαγής αργού πετρελαίου με καύσιμα ώστε να μην υπάρξουν ελλείψεις στη χώρα, δημιουργώντας ένα ακόμη πιο ομιχλώδες πλαίσιο που ενθάρρυνε το λαθρεμπόριο διότι παρακάμπτεται η μεσολάβηση του τραπεζικού συστήματος.
Ο επικεφαλής της Επίσημης Λογιστικής Αρχής (Lybian Audit Bureau), Χαλίντ Σέκσεκ, συναντήθηκε με το Bloomberg στην Τυνησία, όπου συζήτησε το μέγεθος του προβλήματος, παραθέτοντας τα σχετικά έγγραφα όπου έδειξαν πως μετά το πρόγραμμα ανταλλαγής αργού πετρελαίου με καύσιμα, οι επιδοτήσεις αυξήθηκαν πάνω από 70%, φθάνοντας περίπου τα 12,8 δισ. δολάρια το 2022. Μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, μάλιστα, οι εξαγωγές της Ρωσίας προς τη Λιβύη δεκαπλασιάστηκαν. Το 2023 διαμορφώθηκαν στους 2,5 εκατ. τόνους από τους 260.000 τόνους έναν χρόνο πριν.