THEPOWERGAME
Για τον κίνδυνο επέκτασης του πολέμου και εκτός Ουκρανίας και το ενδεχόμενο η Ρωσία να επιτεθεί μελλοντικά σε χώρα – μέλος του ΝΑΤΟ, έκανε λόγο ο υπουργός Άμυνας της Γερμανίας, Μπόρις Πιστόριους, επισημαίνοντας, ακόμη, ότι οι αναλυτές του υπουργείου του εκτιμούν ότι κάτι τέτοιο θα μπορούσε να συμβεί μετά από πέντε έως οκτώ χρόνια.
«Ακούμε σχεδόν κάθε μέρα απειλές από το Κρεμλίνο – προσφάτως εναντίον των φίλων μας στη Βαλτική. Έτσι θα πρέπει να λάβουμε υπ’ όψιν ότι ο Βλαντίμιρ Πούτιν μια μέρα θα επιτεθεί ενδεχομένως και σε χώρα του ΝΑΤΟ», δήλωσε ο Μπόρις Πιστόριους σε συνέντευξή του στην εφημερίδα Tagesspiegel, με αφορμή τη συμπλήρωση ενός έτους στη θέση του υπουργού Άμυνας. Επί του παρόντος, εξήγησε, δεν πιστεύει κανείς ότι είναι πιθανή μια ρωσική επίθεση, πρόσθεσε ο υπουργός και, σε μια προσπάθεια να εξηγήσει προηγούμενη δήλωσή του περί της ανάγκης η Bundeswehr να είναι «ετοιμοπόλεμη», τόνισε ότι ήθελε «να αφυπνίσει την κοινωνία».
Ο υπουργός Άμυνας σημείωσε ακόμη ότι θα ήταν ανοιχτός στην υποδοχή στο στράτευμα και ατόμων χωρίς γερμανική υπηκοότητα. «Υπάρχουν στη χώρα άνθρωποι δεύτερης ή τρίτης γενιάς, αλλά δεν έχουν γερμανική υπηκοότητα», δήλωσε, ενώ τόνισε και την ανάγκη να γίνει πιο αποτελεσματική η βιομηχανία όπλων.
Αναφερόμενος στις ουκρανικές εκκλήσεις για περισσότερη στρατιωτική βοήθεια, ο Μπόρις Πιστόριους παρέπεμψε στα όρια των δυνατοτήτων των γερμανικών ενόπλων δυνάμεων. «Αν τα δώσουμε όλα, όπως απαιτούν κάποιοι, θα μείνουμε ανυπεράσπιστοι. Μέχρι τώρα, έχουμε παραδώσει ό,τι είναι δυνατόν και από τα κράτη – μέλη της ΕΕ, έχουμε δώσει τα περισσότερα. Τώρα εναπόκειται στους εταίρους μας να κάνουν περισσότερα. Αν ο Πούτιν κερδίσει αυτόν τον πόλεμο και καταλάβει την Ουκρανία, ο κίνδυνος για τη συμμαχική περιοχή φυσικά θα αυξηθεί», είπε χαρακτηριστικά.
Σχετικά με τη γερμανική δημοσιονομική πολιτική, ο Μπόρις Πιστόριους τάχθηκε υπέρ της μεταρρύθμισης του «φρένου χρέους», προειδοποιώντας ότι με τους ισχύοντες κανόνες «δεν θα ξεπεράσουμε αλώβητοι αυτές τις κρίσεις». Τα υπάρχοντα κονδύλια, τόνισε, δεν επαρκούν πλέον για την άμυνα της χώρας, για την αντιμετώπιση των συνεπειών της πανδημίας και ταυτόχρονα για επενδύσεις στην εκπαίδευση και στην ψηφιοποίηση.