THEPOWERGAME
«Η σύσφιγξη της νομισματικής πολιτικής θα συνεχιστεί μέχρι να υπάρξει μια αισθητή βελτίωση του πληθωρισμού», δήλωσε η Χαφιζέ Γκαγέ Ερκάν, πρόεδρος της κεντρικής τράπεζας της Τουρκίας, σε πρόσφατη εκδήλωση στην Άγκυρα. Σε μια απόπειρα να αντιστραφεί η ανορθόδοξη νομισματική πολιτική που υπαγορεύονταν μέχρι πρότινος από τον πρόεδρο της Τουρκίας, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, η κεντρική τράπεζα υπό τη διοίκηση της Ερκάν έχει τουλάχιστον τετραπλασιάσει το κόστος δανεισμού στο 35%. Όμως, οι προβλέψεις για την πορεία του πληθωρισμού σημαίνουν πως ο δρόμος είναι ακόμα μακρύς.
Σύμφωνα με τις τελευταίες εκτιμήσεις, ο πληθωρισμός σε μία από τις μεγαλύτερες οικονομίες του αναδυόμενου κόσμου αναμένεται να φθάσει το 65% έως τα τέλη του 2023, από το 61,51% που είχε καταγραφεί τον Σεπτέμβριο. Εκτιμάται δε πως θα κορυφωθεί στο 75% τον επόμενο Μάιο. Από εκείνο το σημείο και έπειτα θα ξεκινήσει μια αποκλιμάκωση των πληθωριστικών πιέσεων, οι οποίες είναι τόσο έντονες που στα τρόφιμα κινήθηκαν στο 68,9% τον Σεπτέμβριο και στο 72,9% τον Αύγουστο.
Η δημοσιοποίηση των προβλέψεων για τον πληθωρισμό μετά την αύξηση του βασικού επιτοκίου στο 35% μια εβδομάδα πριν, αν και αντανακλούν μια ρεαλιστική και αυστηρή νομισματική πολιτική, δεν έχουν καταφέρει να στηρίξουν την τουρκική λίρα. Το νόμισμα της χώρας κινήθηκε την Πέμπτη στα 28,3 έναντι του δολαρίου, παρατείνοντας την πτώση του ύστερα από απώλειες της τάξεως του 35% από τις αρχές του έτους. Παράλληλα, η απόδοση του 10ετούς κρατικού ομολόγου έφθασε το 28,37%, με άνοδο της τάξεως των εννέα μονάδων βάσης, προσεγγίζοντας ανεπανάληπτα επίπεδα.
Μετά το αποτέλεσμα των εκλογών τον περασμένο Μάιο, ο Ερντογάν ανέθεσε το υπουργείο Οικονομικών στον Μεχμέτ Σίμσεκ και τη χάραξη της νομισματικής πολιτικής στην Έρκαν, ώστε να τονώσει την αξιοπιστία της χώρας στις διεθνείς αγορές. Από τον Ιούνιο, όταν ανέλαβε καθήκοντα η Έρκαν, το κόστος δανεισμού στην οικονομία έχει αναρριχηθεί 2.659 μονάδες βάσης, με τους αναλυτές της αγοράς να μην αποκλείουν το βασικό επιτόκιο να φθάσει ακόμη και το 40% μέσα στο α’ εξάμηνο του 2024.
Ένα μεγάλο ζήτημα στην Τουρκία είναι ο πληθωρισμός, ο οποίος θεωρείται από μερίδα αναλυτών πως είναι ακόμα πιο υψηλός από τα επίσημα στοιχεία. Σε κάθε περίπτωση, οι μεγάλες ανατιμήσεις στην τουρκική οικονομία διαβρώνουν την οικονομική επιφάνεια των νοικοκυριών, επιβαρύνοντας την αγοραστική δύναμη και τις αποταμιεύσεις τους μαζί με την άνοδο των φορολογικών επιβαρύνσεων. Προκειμένου να τεθεί υπό έλεγχο το δημοσιονομικό έλλειμμα της χώρας, το υπουργείο Οικονομικών αύξησε τον φόρο προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ) κατά δυο ποσοστιαίες μονάδες τον περασμένο Ιούλιο. Αναπροσάρμοσε, επίσης, προς τα πάνω τον φόρο στα καταναλωτικά δάνεια.
Λόγω των αυξημένων δημόσιων δαπανών λίγο πριν από τις γενικές εκλογές του Μαΐου, το έλλειμμα της Τουρκίας διαμορφώθηκε στις 263,6 δισ. τουρκικές λίρες ή 10,21 δισ. δολάρια το πρώτο πεντάμηνο του 2023 έναντι των 124,6 δισ. δολαρίων την αντίστοιχη περσινή περίοδο.
Οι οικονομολόγοι επιδοκιμάζουν τη στροφή του Ερντογάν σε πιο ορθόδοξες πολιτικές για την οικονομία, αλλά τονίζουν είναι απαραίτητη μια περίοδος προσαρμογής. Επικρατεί, τέλος, και μια επιφυλακτικότητα ως προς τη σταθερότητα των δημοσιονομικών και νομισματικών μέτρων που λαμβάνονται σήμερα, καθώς η Άγκυρα έχει αλλάξει ρότα στο παρελθόν, αιφνιδιάζοντας τους ξένους επενδυτές.