THEPOWERGAME
Οι τράπεζές της Ελβετίας φυλάσσουν περί τα 2,4 τρισ. δολάρια σε ξένα περιουσιακά στοιχεία, όμως η πίεση για τον έλεγχο του πελατολογίου, προκειμένου να πάψει θα θεωρείται «πλυντήριο» της Ευρώπης, φουντώνει, με αιχμή τα θέματα που αφορούν την περιουσία των Ρώσων ολιγαρχών, τα οποία ήρθαν στην επιφάνεια με αφορμή την εφαρμογή των ευρωπαϊκών κυρώσεων τον περασμένο Φεβρουάριο από την παραδοσιακά «ουδέτερη» χώρα.
Έτσι, η Ελβετή υπουργός Οικονομικών, Καρίν Κέλερ-Σούτερ, παρουσίασε προ ημερών δέσμη μέτρων -τα δεύτερα μέσα σε τρία χρόνια-, μεταξύ των οποίων το επίμαχο θέμα του ομοσπονδιακού μητρώου με τα πραγματικά ονόματα των ιδιοκτητών, καθώς παραμένει η μοναδική ευρωπαϊκή χώρα που μέχρι σήμερα δεν διαθέτει. Το νομοσχέδιο, πάντως, το οποίο έχει τεθεί σε διαβούλευση έως τις 29 Νοεμβρίου, όπως ανακοίνωσε το Ελβετικό Ομοσπονδιακό Συμβούλιο, ώστε να ψηφιστεί από το επόμενο έτος, ενδεχομένως να αναθεωρηθεί -έως τότε- προς το ηπιότερο.
Οι συστάσεις της εποπτικής Αρχής και οι προτάσεις του νομοσχεδίου
Σε δική της έκθεση, η Ελβετική Εποπτική Αρχή Χρηματοοικονομικής Αγοράς (FINMA), διαπίστωσε πως πολλές από τις αναλύσεις ρίσκου για περισσότερες από 30 τράπεζες, οι οποίες έγιναν την άνοιξη του 2023, δεν πληρούσαν τα κριτήρια, προχωρώντας σε συστάσεις.
Σύμφωνα με το Bloomberg, οι βασικές προτάσεις του νομοσχεδίου είναι:
– Σύσταση ομοσπονδιακού μητρώου, στο οποίο εταιρείες και άλλες νομικές οντότητες θα εγγράφουν τα ονόματα των πραγματικών ιδιοκτητών τους.
– Επιβολή κανόνων και στις συμβουλευτικές και νομικές δραστηριότητες, όσον αφορά την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες
– Μέτρα ώστε να αποτραπούν παραβιάσεις και παρακάμψεις «των κυρώσεων βάσει της νομοθεσίας περί εμπάργκο».
– Μείωση του ορίου για πληρωμές σε μετρητά στις συναλλαγές που αφορούν πολύτιμα μέταλλα, από 100.000 ελβετικά φράγκα, που είναι σήμερα, σε 15.000 ελβετικά φράγκα.
Ο ρωσικός παράγοντας και οι G7
Τον Απρίλιο οι πρεσβευτές της ομάδας G7 στη Βέρνη απέστειλαν μία επιστολή, ψέγοντας την ελβετική κυβέρνηση πως κάνει τα στραβά μάτια σε μία σειρά από παραθυράκια που υπάρχουν στην ελβετική νομοθεσία, τα οποία εκμεταλλεύονται οι δικηγόροι στη χώρα, για να βοηθήσουν στην αποφυγή των κυρώσεων που είχαν επιβληθεί σε ξένους ολιγάρχες. Έναν χρόνο πριν, συγκεκριμένα τον Φεβρουάριο του 2022, η κυβέρνηση της χώρας ανακοίνωσε πως σκοπεύει να ευθυγραμμιστεί με το ευρωπαϊκό εμπάργκο στους Ρώσους ολιγάρχες και συγκεκριμένα τις κυρώσεις που είχαν ανακοινωθεί στις 23 και 25 Φεβρουαρίου. Τις ανακοινώσεις έκανε ο Ινιάτσιο Κασίς, τότε πρόεδρος της Ελβετικής Συνομοσπονδίας, σε συνέντευξη Τύπου που δόθηκε στη Βέρνη, χαρακτηρίζοντας την απόφαση «μοναδική και δύσκολη», αλλά «ηθικά» αναγκαία. Στα μέτρα περιλαμβάνονταν ταξιδιωτικές απαγορεύσεις για πέντε ολιγάρχες σε στενή σχέση με τον Βλαντίμιρ Πούτιν, τερματισμός των διευκολύνσεων στην παροχή βίζας που είχαν δοθεί στους Ρώσους -και στα διπλωματικά διαβατήρια- από το 2009, ενώ ο υπουργος Οικονομίας, Ουέλι Μάουρερ, δήλωσε πως τα μέτρα δεν αναμενόταν να επηρεάσουν το ελβετικό χρηματοοικονομικό σύστημα. Με δεδομένο πως, όπως σημείωσε, ο ρωσικός πλούτος αφορούσε το 1% των ετήσιων άμεσων ξένων επενδύσεων στην Ελβετία, που αντιστοιχούσαν σε 8,2 δισ. δολάρια.
Να σημειωθεί πως εκτός από τις προσωπικές περιουσίων Ρώσων ολιγαρχών, η χώρα θεωρείτο «λιμάνι» και για μεγάλες εταιρείες, σαν τις Gazprom και Nord Stream 2. Είχε προηγηθεί, άλλωστε, το 2016 η έρευνα των Panama Papers, με τις διαρροές εγγάφων από την παναμέζικη νομική εταιρεία Mossack Fonseca, που είχε εντοπίσει μεταξύ άλλων εκατομμύρια σε καταθέσεις στη Ζυρίχη από τον Ρώσο τσελίστα Σεργκέι Ρολντούγκιν, που θεωρείτο πως είχαν γίνει εκ μέρους του ίδιου του Ρώσου προέδρου, Βλαντίμιρ Πούτιν.
Έως τον φετινό Απρίλιο, σύμφωνα με την Ελβετική Γραμματεία Οικονομικών Υποθέσεων Seco, είχαν παγώσει περί τα 7,5 δισ. ελβετικά φράγκα (περί τα 7,85 δισ. ευρώ) σε ρωσικά περιουσιακά στοιχεία. Ωστόσο, οι πρεσβευτές της G7 αμφισβήτησαν τον αριθμό, θεωρώντας πως στην πραγματικότητα τα συνολικά ρωσικά περιουσιακά στοιχεία είναι πολύ περισσότερα και ζητώντας να γίνουν περισσότερα, ώστε να υπάρξει ευθυγράμμιση με τις ευρωπαϊκές κυρώσεις.
Σε συνέντευξή της τότε στην εφημερίδα NZZ, η διευθύντρια της Seco, Ελένε Μπούντλιγκερ Αρτιέντα, επισήμανε ότι τα παγωμένα ρωσικά κεφάλαια στην Ελβετία είναι περίπου το 1/3 αυτών που βρίσκονται στην ΕΕ, ενώ σημείωσε πως η Γαλλία είχε παγώσει μόλις 1,26 δισ. ευρώ και η Γερμανία 2,3 δισ. ευρώ αντίστοιχα. Με βάση την ελβετική νομοθεσία, τόνισε, δεν ήταν δυνατό οι προσωρινές κατασχέσεις να γίνουν μόνιμες. Νωρίτερα, στα τέλη Μαρτίου, η ελβετική Δικαιοσύνη καταδίκασε τέσσερις τραπεζίτες, τρεις Ρώσους και έναν Ελβετό, υπαλλήλους της ελβετικής θυγατρικής της ρωσικής τράπεζας Gazprombank, για οικονομική αμέλεια όσον αφορά την επίβλεψη εξαιρετικά ύποπτων συναλλαγών της τράπεζας. Εξελίξεις που οδήγησαν στο νέο νομοσχέδιο της κυβέρνησης της Ελβετίας.