THEPOWERGAME
Τί κοινό έχει μία γόβα στιλέτο της Christian Louboutin SAS, ένα μποτάκι Dr. Martens και ένα σανδάλι Birkenstock; Ο Τζον Έλκαν της γνωστής ιταλικής δυναστείας των Ανιέλι γνωρίζει πολύ καλά την απάντηση.
Πρόσφατο δημοσίευμα του Bloomberg, όμως, φροντίζει να μας την συλλαβίζει: «Ένα (είναι το) κοινό χαρακτηριστικό: Οι ιδιοκτήτες και των τριών βγάζουν δισεκατομμύρια δολάρια».
Οι επιχειρηματικές ειδήσεις που αφορούν τους τρείς κολοσσούς στο χώρο των υποδημάτων ήρθαν με διαφορά μιας εβδομάδας. Στην πιο πρόσφατη εξέλιξη, η Exor, εταιρεία χαρτοφυλακίου της οικογένειας Ανιέλι, πρόεδρος Δ.Σ. της οποίας είναι ο σχεδόν 45χρονος Τζον Έλκαν, απόκτησε μερίδιο 24% στην Christian Louboutin, έναντι του ποσού των 541 εκατ. ευρώ.
Η Exor θα διορίσει δύο από τα επτά μέλη του διοικητικού συμβουλίου της Louboutin.
Τα τελευταία χρόνια, η επενδυτική εταιρεία της οικογένειας διαφοροποιεί το χαρτοφυλάκιό της πέρα από την αυτοκινητοβιομηχανία και τις εκδόσεις.
Η οικογένεια Ανιέλι κατέχει το 53% της Exor μέσω της εταιρείας χαρτοφυλακίου Giovanni Agnelli B.V., ελέγχει τη Ferrari NV, τον ποδοσφαιρικό όμιλο Juventus Football Club SpA, καθώς και ένα μερίδιο στη Stellantis NV, που δημιουργήθηκε από τη συγχώνευση της Fiat Chrysler με τον Όμιλο PSA.
Το 2019 είχε έσοδα 162,75 δισ. δολαρίων, κάτι που την κατέστησε τον 28ο μεγαλύτερο όμιλο παγκοσμίως σύμφωνα με τη λίστα 2020 Global 500 του Fortune.
Η Christian Louboutin ιδρύθηκε το 1991 και έχει αναπτύξει 150 καταστήματα σε 30 χώρες. Εκτιμάται ότι η συμφωνία του 58χρονου Κριστιάν Λουμπουτέν με τον Τζον Έλκαν των Ανιέλι θα βοηθήσει το brand πολυτελείας να ανεβάσει την αξία του σε τουλάχιστον 1,2 δισ. δολάρια.
Η κρίση, τα καθημερινά παπούτσια και οι γόβες πολυτελείας
Της συμφωνίας Louboutin-Agnelli είχε προηγηθεί ένα ακόμη μεγα-ντιλ στο χώρο της υπόδησης. Η εξαγορά της Birkenstock των γνωστών σανδαλιών από την L Catterton, έναντι 4,8 δισ. δολαρίων.
Παράλληλα στα τέλη Ιανουαρίου ήρθε η IPO της Dr. Martens που της έδωσε χρηματιστηριακή αξία 5,08 δισ. δολαρίων και εκτιμάται πως αύξησε την περιουσία της οικογένειας που δημιούργησε τα εμβληματικά μποτάκια, των Γκρίγκς, βιομηχάνων στην περιοχή του Νορθάμπτον, κατά περισσότερο από 500 εκατ. δολάρια.
Σε αντίθεση με τα casual υποδήματα, που πηγαίνουν καλά στην εποχή των lockdown, η επένδυση στα είδη πολυτελείας προβληματίζει περισσότερο.
Ωστόσο, είναι γεγονός πως ο Μπερνάρ Αρνό της LVMH προσέθεσε 69 δισ. δολάρια στην περιουσία του και ο ανταγωνιστής του, Φρανσουά Πινό της Kering SA, περισσότερα από 20 δισ. δολάρια, σύμφωνα με το Bloomberg Billionaires Index.
«Ο τομέας των ειδών πολυτελείας έχει ξεπεράσει τις προσδοκίες το τελευταίο έτος και απέδειξε πόσο προσαρμοστικό μπορεί να είναι κάθε είδος στους δύσκολους καιρούς» σημειώνει η αναλύτρια του Bloomberg Intelligence, Ντέμπορα Άιτκεν.
Όπως λέει, καθοριστικός ήταν ο παράγοντας Κίνα, καθώς η χώρα αποτελεί τον υπ’ αριθμό ένα παγκόσμιο καταναλωτή ειδών πολυτελείας, που ανέκαμψε μάλιστα γρήγορα από την πανδημία.
«Αυτή τη στιγμή, δεν μπορούν να ταξιδέψουν για να κάνουν τις αγορές τους και έτσι έχουμε μία παγκόσμια έκρηξη ηλεκτρονικού εμπορίου».
Τα νέα Roaring Twenties;
Οι γόβες του Κριστιάν Λουμπουτέν, του ανθρώπου που δοκίμασε πρώτη φορά την ιδέα με τον κατακόκκινο πάτο στις γόβες του, βάφοντας ένα ζευγάρι με το βερνίκι νυχιών της βοηθού του, περιμένουν υπομονετικά σε μία γωνιά στην ντουλάπα των ευκατάστατων ιδιοκτητών τους.
Αν όλα πάνε όπως αναμένονται στον έλεγχο της πανδημίας, θα πρωταγωνιστήσουν στα πάρτι των νέων (ξέφρενων) «roaring twenties». Τότε, τη δεκαετία του 1920-30, η συγκυρία ήταν ο μεσοπόλεμος και οι τελευταίες ώρες πριν το Κραχ του 1929.
Αυτές τις μέρες, η πανδημία δημιουργεί τις δικές της προσδοκίες. Και εν αναμονή της εκπλήρωσης, πλουτίζει παραδόξως ακόμη και τους επενδυτές στα ακριβά υποδήματα.