THEPOWERGAME
Για ρηχή ύφεση κάποια στιγμή μέσα στο 2023 κάνει λόγο το βασικό σενάριο των αναλυτών της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ, ωστόσο οι αγορές συνεχίζουν να έχουν τα ραντάρ τους εστιασμένα στην τραπεζική κρίση και στις επιπτώσεις που θα έχει στη ροή του χρήματος και στην οικονομία.
Tο κατά πόσο η ύφεση θα είναι βαθιά ή ρηχή θα κρίνει και την πορεία των χρηματιστηρίων καθ’ όλη τη διάρκεια του 2023. Μία ρηχή ύφεση ενδέχεται να αποτελέσει το εφαλτήριο για ένα νέο χρηματιστηριακό ράλι, εφάμιλλο των προηγούμενων ετών, ενώ μία βαθιά ύφεση είναι πιθανό να ρίξει σε τέλμα τις αγορές την επόμενη διετία.
«Ο τραπεζικός κλάδος είναι ισχυρός και θωρακισμένος». Είναι μία από τις φράσεις που χρησιμοποιούνται πολύ συχνά τελευταία, κυρίως από χείλη Αμερικανών και πιο πρόσφατα Ευρωπαίων αξιωματούχων, στον απόηχο της κατάρρευσης της Silicon Valley Bank και της βεβιασμένης εξαγοράς της Credit Suisse από την UBS. Όμως, όσο και να προσπαθούν οι αρμόδιοι να καθησυχάσουν καταθέτες και επενδυτές, τόσο δείχνουν να ανησυχούν και οι ίδιοι. Σύμφωνα με τα πρακτικά της τελευταίας συνεδρίασης της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ, αναλυτές της κεντρικής τράπεζας παρουσίασαν μελέτη που δείχνει ότι οι επιπτώσεις της τραπεζικής κρίσης είναι αυτές που εντέλει θα ρίξουν σε ύφεση τη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου μέσα στο 2023.
Στην ίδια συνεδρίαση, ενώ ο αντιπρόεδρος της Fed και επικεφαλής του τομέα Εποπτείας, Μάικλ Μπαρ, τόνισε ότι ο κλάδος είναι ασφαλής και ανθεκτικός, οι οικονομολόγοι που αναλύουν τα στοιχεία κάθε μήνα, εκτίμησαν ότι η οικονομία θα δεχθεί ισχυρό πλήγμα από τις επιπτώσεις της τραπεζικής κρίσης. Η ύφεση, σύμφωνα με τους ίδιους, θα σημειωθεί αργότερα μέσα στο έτος, θα είναι ρηχή και θα ακολουθήσει ανάκαμψη της οικονομίας την επόμενη διετία.
Στις τράπεζες δίνει αυξημένη βαρύτητα και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, στις εκθέσεις που έδωσε πρόσφατα στη δημοσιότητα για το παγκόσμιο οικονομικό outlook και τις δημοσιονομικές εξελίξεις. Ο επικεφαλής οικονομολόγος του ΔΝΤ Pierre-Olivier Gourinchas, τονίζει ότι οι τράπεζες αντιμετωπίσουν υψηλότερα κόστη και ζημιές σε κάποια assets (ομόλογα μεγάλης διάρκειας), γεγονός που τις φέρνει σε πιο επισφαλή κατάσταση και τις αναγκάζει να περιορίσουν τις χορηγήσεις δανείων.
Όσο οι τράπεζες μειώνουν τα δάνεια που χορηγούν, τόσο απειλείται η πρόβλεψη για ρυθμό ανάπτυξης της παγκόσμιας οικονομίας 2,8% το 2023. Είναι τόσο μεγάλη η επίδραση της ρευστότητας που διοχετεύουν οι τράπεζες στο σύστημα, που στο δυσμενές σενάριο επιδείνωσης των τραπεζικών προβλημάτων, η παγκόσμια ανάπτυξη θα μπορούσε να περιοριστεί στο 2,5% ή ακόμη και στο 1% που ισοδυναμεί με ύφεση.
Το ΔΝΤ εντούτοις σημειώνει ότι οι κεντρικές τράπεζες και οι χρηματοπιστωτικές αρχές έχουν δείξει ότι διαθέτουν τα εργαλεία να αντιμετωπίσουν τις πηγές αποσταθεροποίησης και γι’ αυτό θα πρέπει να παραμείνουν προσηλωμένες στην αποστολή που έχουν να καταπολεμήσουν τον πληθωρισμό. Κυρίως ο δομικός πληθωρισμός δείχνει μεγάλες αντοχές και εκτιμάται ότι θα παραμείνει σε υπερβολικά υψηλά επίπεδα ολόκληρο το 2023.
Οι αυξήσεις των επιτοκίων έχουν επιδεινώσει τις αδυναμίες των τραπεζών και ο τρόπος με τον οποίο θα αντιδράσουν, μπορεί σύμφωνα με το ΔΝΤ να ωθήσει σε ύφεση την παγκόσμια οικονομία. Ο Gourinchas ανησυχεί περισσότερο για τα τραπεζικά προβλήματα που καταγράφηκαν στις ΗΠΑ και ακόμη περισσότερο για το πως αυτά θα επηρεάσουν την ανάπτυξη.
Fed και ΔΝΤ δεν ανησυχούν για την επιβίωση των τραπεζών ούτε για μια νέα παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση όπως το 2008. Ανησυχούν όμως για το πόσο επιφυλακτικές θα γίνουν στο εξής οι τράπεζες, εξαιτίας της τραπεζικής κρίσης και της χρεοκοπίας της Silicon Valley Bank, που ήταν η μεγαλύτερη τραπεζική κατάρρευση από το 2008.
Όπως σημειώνει και ο Τιμ Άνταμς, CEO του Institute of International Finance, το χάος που κυριάρχησε στις αγορές τον Μάρτιο δεν αντιστοιχεί σε κρίση αλλά σε μία περίοδο αναταράξεων. Από τις 4.000 τράπεζες που υπάρχουν στις ΗΠΑ, τις περίπου 10.000 τράπεζες που υπάρχουν παγκοσμίως και συμμετέχουν στο σύστημα SWIFT και τα περίπου 35.000 χρηματοπιστωτικά ιδρύματα ανά την υφήλιο, το 99,999% λειτούργησε κανονικά μετά την περίοδο των αναταράξεων και γι’ αυτό δεν έχουμε να κάνουμε με μία τραπεζική κρίση, αν και πρέπει να παρακολουθούμε πολύ στενά το ζήτημα, συμπλήρωσε.