THEPOWERGAME
Αυτή την εβδομάδα, ο Ντόναλντ Τραμπ έγινε ο πρώτος -πρώην- πρόεδρος των ΗΠΑ σε βάρος του οποίου ασκήθηκε ποινική δίωξη, συγκεκριμένα σχετικά με τα χρήματα που καταβλήθηκαν στην ηθοποιό πορνογραφικών ταινιών Στόρμι Ντάνιελς πριν από τις προεδρικές εκλογές του 2016. Όμως πριν από αυτόν, ο Ρίτσαρντ Νίξον, ο Μπιλ Κλίντον, ο (αντιπρόεδρος) Σπύρο Άγκνιου πλησίασαν στο κατώφλι της δικαιοσύνης, αποφεύγοντας ωστόσο τη δικαστική διαδικασία. Από την άλλη, δεν λείπουν και οι βουλευτές που παραπέμφθηκαν και καταδικάστηκαν. Σύμφωνα με την Σάρα Τσέρτσγουελ, καθηγήτρια του Πανεπιστημίου του Λονδίνου και συγγραφέα του βιβλίου «Η Οργή που Έρχεται» (The Wrath to Come), 134 πολιτικοί σε ομοσπονδιακό επίπεδο έχουν καταδικαστεί για ποινικά αδικήματα από συστάσεως του αμερικανικού κράτους. Ποια είναι όμως τα μεγαλύτερα σκάνδαλα -και οι υψηλόβαθμοι εμπλεκόμενοι- που κλόνισαν την αμερικανική πολιτική ζωή;
7 Απριλίου 1922: Σε αυτό που αργότερα θα εξελισσόταν στο σκάνδαλο Teapot Dome, ο Αμερικανός υπουργός Εσωτερικών, Άλμπερτ Φολ, υποσχέθηκε στον Χάρι Σινκλερ της Mammoth Oil Company αποκλειστικά δικαιώματα για την ανάπτυξη των υποθαλάσσιων κοιτασμάτων πετρελαίου Teapot Dome. Σε αντάλλαγμα, ο Φολ έλαβε 233.000 δολάρια σε ομόλογα, 85.000 δολάρια σε μετρητά, ακόμη και… ζώα για το ράντσο του. Το συμβόλαιο προέβλεπε ότι η Mammoth Oil θα κρατούσε τα κέρδη από την εκμετάλλευση, με την εξαίρεση περιορισμένων δικαιωμάτων που θα πήγαιναν στην αμερικανική κυβέρνηση. Ο Φολ, ο οποίος έκλεισε παρόμοια συμφωνία και με τον Έντουαρντ Ντόχενι της Pan American Petroleum Company για κοιτάσματα στην Καλιφόρνια, καταδικάστηκε και εξέτισε μία σύντομη ποινή φυλάκισης.
17 Ιουνίου 1972: Ένας από τους φύλακες του κτιριακού συγκροτήματος Watergate στην Ουάσινγκτον, τότε έδρα του Δημοκρατικού Κόμματος, αντιλήφθηκε ότι οι σύρτες σε κάποιες πόρτες που οδηγούσαν από το υπόγειο γκαράζ στα γραφεία των ορόφων, ήταν καλυμμένοι με κολλητική ταινία (έτσι ώστε να μην κλειδώνουν) και ειδοποίησε την αστυνομία. Οι αστυνομικοί που κατέφθασαν ανακάλυψαν στο κτίριο πέντε άνδρες που παγίδευαν με κοριούς τηλεφωνικές συσκευές και κάπως έτσι άρχισε να αποκαλύπτεται το Watergate, το μεγαλύτερο αμερικανικό πολιτικό σκάνδαλο όλων των εποχών.
Επρόκειτο για τους λεγόμενους «υδραυλικούς» του Λευκού Οίκου, πρώην πράκτορες που είχαν προσληφθεί για να κάνουν τις… βρώμικες δουλειές, κατ’ έμπνευση του Τζον Έρλιχμαν, συμβούλου του Νίξον σε θέματα που αφορούσαν εσωτερικές κρατικές υποθέσεις. Μεταξύ των συλληφθέντων ο Τζέιμς Μακόρντ, πρώην πράκτορας της CIA και επικεφαλής της ασφάλειας του Νίξον για την προεκλογική καμπάνια του ’72, ενώ μεταξύ ακόμη δύο που συνελήφθησαν αργότερα (και οι επτά καταδικάστηκαν και εξέτισαν ποινές φυλάκισης) και ο Χάουαρντ Χαντ, το όνομα του οποίου συνδεόταν με τον Λευκό Οίκο.
Ο Ρίτσαρντ Νίξον επανεξελέγη το Νοέμβριο, αλλά τα ερευνητικά ρεπορτάζ -με κυριότερα εκείνα των δημοσιογράφων της Washington Post, Μπομπ Γούντγουορντ και Καρλ Μπέρνστιν- έδειξαν ότι η επιχείρηση συγκάλυψης της υπόθεσης έφτανε πολύ ψηλά, από το FBI και τη CIA μέχρι το Υπουργείο Δικαιοσύνης και τον Λευκό Οίκο, αποκαλύπτοντας μεταξύ άλλων την ύπαρξη μυστικού ρεπουμπλικανικού ταμείου για τη συλλογή πληροφοριών κατά των Δημοκρατικών.
Στις 5 Αυγούστου του 1974 δόθηκε στη δημοσιότητα μία κασέτα γνωστή ως «Smoking Gun», εξαιτίας της οποίας αναγκάστηκε ο Νίξον να παραδεχτεί πως είχε παραπλανήσει τη χώρα σχετικά με το πόσα γνώριζε για την ανάμειξη του Λευκού Οίκου στη διάρρηξη. Αντιμέτωπος με πρόταση μομφής από τη Γερουσία, έγινε ο πρώτος Αμερικανός πρόεδρος που εξαναγκάστηκε σε παραίτηση στις 8 Αυγούστου, δίνοντας τη θέση του στον Τζέραλντ Φορντ. Το 2005 αποκαλύφθηκε πως το περίφημο «βαθύ λαρύγγι», δηλαδή ο πληροφοριοδότης των Γούντγουορντ και Μπέρνστιν ήταν ο Γουίλιαμ Μαρκ Φελτ, αναπληρωτής διευθυντής του FBI την εποχή του «Watergate».
10 Οκτωβρίου 1973: Παραιτήθηκε από το αξίωμά του ο πρώτος αντιπρόεδρος του Νίξον, ομογενής Σπύρο (ή Σπάϊρο) Άγκνιου, ο μοναδικός αντιπρόεδρος που αποχώρησε ατιμωτικά από το αξίωμά του εξαιτίας ποινικών αδικημάτων. Σε μία υπόθεση που έτρεξε παράλληλα με τις αποκαλύψεις για το Watergate, αποκαλύφθηκε από στελέχη κατασκευαστικών εταιρειών ότι είχε δωροδοκηθεί.
Για να αποφύγει τη δίωξη και καθώς το επιχείρημα ότι ως εν ενεργεία αντιπρόεδρος δεν μπορούσε να παραπεμφθεί δεν έπεισε τον εισαγγελέα του Μέριλαντ, ο Σπύρο Άγκνιου συμφώνησε στην παραίτηση, με αντάλλαγμα η επίσημη κατηγορία εναντίον του να μετατραπεί από δωροληψία και χρηματισμό σε φοροδιαφυγή, κάτι το οποίο ποτέ δεν αντέκρουσε.
19 Ιανουαρίου 1998: Το περιοδικό Newsweek αποκαλύπτει την υπόθεση που έγινε γνωστή ως «Μόνικα-γκέιτ», βασισμένο στις αποκαλύψεις της Λίντα Τριπ, υπαλλήλου του Αμερικανικού Πενταγώνου και φίλης της Μόνικα Λεβίνσκι, της 22χρονης τότε ασκούμενης στο γραφείο του προέδρου των ΗΠΑ, Μπιλ Κλίντον. Η Τριπ είχε ηχογραφήσει κρυφά τις εκμυστηρεύσεις που της έκανε η Λεβίνσκι για την σεξουαλική σχέση της με τον πρόεδρο, τις οποίες τον Ιανουάριο του 1998 παρέδωσε στον ανεξάρτητο εισαγγελέα Κένεθ Σταρ, ο οποίος διενεργούσε ήδη έρευνες για κάποια πιθανά σκάνδαλα του Κλίντον.
Το Νοέμβριο του 1998, ο Μπιλ Κλίντον δήλωσε μπροστά στις κάμερες, ότι δεν είχε σεξουαλικές σχέσεις με τη Λεβίνσκι. Όμως με τις αποκαλύψεις της υπόθεσης, την ίδια τη Λεβίνσκι να παραδέχεται πως είχαν δέκα «σεξουαλικές συναντήσεις» και να παραδίδει για ανάλυση DNA το τεκμήριο του εγκλήματος, το μπλε φόρεμά της όπου βρισκόταν ο λεκές, ο πρόεδρος παραδέχθηκε τελικά τον Αύγουστο ότι είχε «ανάρμοστες σωματικές σχέσεις» με την ασκούμενη, ευρισκόμενος ένα βήμα πριν την καθαίρεση για ψευδορκία και παρεμπόδιση της δικαιοσύνης. Τελικά, ο Μπιλ Κλίντον αθωώθηκε από τις κατηγορίες, μετά από μια διαδικασία 21 ημερών ενώπιον της Γερουσίας.