THEPOWERGAME
Το σενάριο μιας ύφεσης εξακολουθεί να καταδιώκει την αμερικανική οικονομία, όπου χτυπά η καρδιά της διεθνούς επιχειρηματικότητας, ενώ η πρόσφατη τραπεζική κρίση σε ένα περιβάλλον υψηλών επιτοκίων και μεγάλης μεταβλητότητας αποθαρρύνει την ανάληψη ρίσκου. Ως εκ τούτου, οι εξαγορές και συγχωνεύσεις (Μ&Α) μειώθηκαν κατά 45% μέσα στο τρίμηνο Ιανουαρίου-Μαρτίου σε σχέση με πέρυσι, με την παγκόσμια αξία τους να συρρικνώνεται στα 550,5 δισ. δολάρια, σύμφωνα με στοιχεία της Refinitiv που παραθέτουν οι Financial Times.
Είναι η μεγαλύτερη πτώση που έχει σημειωθεί αυτήν την περίοδο του έτους εδώ και πάνω από μια δεκαετία. H Dealogic, αντίστοιχα, προσδιορίζει την πτώση των Μ&Α στο 48% με την αξία των συμφωνιών, παγκοσμίως, να μειώνεται στα 575,1 δισ. δολάρια από τις αρχές του έτους μέχρι τα τέλη Μαρτίου αντί των 1,1 τρισ. δολαρίων που είχαν καταγραφεί έναν χρόνο πριν.
Στις ΗΠΑ, αναλυτικότερα, ο συνολικός όγκος των εξαγορών και συγχωνεύσεων μειώθηκε κατά 44% στα 282,7 δισ. δολάρια και κατά 70% στην Ευρώπη, διολισθαίνοντας στα 81,87 δισ. δολάρια, σύμφωνα με την Dealogic. Στην περιοχή της Ασίας και του Ειρηνικού σημειώθηκε πτώση 29%, με τις εξαγορές και συγχωνεύσεις να κινούνται στα 176,1 δισ. δολάρια. Οι συμφωνίες άνω του ενός δισ. δολαρίων λιγόστεψαν λόγω της μακροοικονομικής αβεβαιότητας αλλά και της απότομης προσαρμογής του κλάδου τεχνολογίας των ΗΠΑ στην επιθετική αύξηση των επιτοκίων από την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ (Fed).
Καθοριστικό ρόλο διαδραμάτισε η μεγάλη αναστάτωση που προκλήθηκε από την κατάρρευση των Silicon Valley Bank (SVB) και Signature Bank, της δεύτερης και τρίτης μεγαλύτερης τραπεζικής χρεοκοπίας των ΗΠΑ, και της συνακόλουθης βεβιασμένης εξαγοράς της Credit Suisse από την UBS. Όμως, η μεγάλη πτώση των συμφωνιών Μ&Α σηματοδοτεί και τον επίλογο μιας μακράς περιόδου όπου το κόστους δανεισμού φλέρταρε με μηδενικά επίπεδα.
Ο επίλογος μιας εποχής με ελκυστικό κόστος δανεισμού
Αν και οι αγορές προσδοκούν σε μια επιβράδυνση των αυξήσεων στα επιτόκια, οι κεντρικοί τραπεζίτες δεν φαίνεται να οπισθοδρομούν από τον βασικό στόχο τους που είναι η χαλιναγώγηση του πληθωρισμού. Στην Ευρωζώνη, παραδείγματος χάριν, αν και ο πληθωρισμός υποχώρησε στο 6,9% τον Μάρτιο από το 8,5% τον Φεβρουάριο λόγω της πτώσης του κόστους ενέργειας, οι αξιωματούχοι της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας τονίζουν πως για να σταθεροποιηθεί στο 2% θα πρέπει να ακριβύνει περαιτέρω ο δανεισμός.
«Το περιβάλλον για τη σύναψη συμφωνιών παραμένει δύσκολο» σχολίασε ο Φρανκ Ακουίλα, συνέταιρος της πολυεθνικής δικηγορικής εταιρείας Sullivan & Cromwell, στους Financial Times. «Οι ανησυχίες για την παγκόσμια οικονομία και ο κίνδυνος ύφεσης στις ΗΠΑ μέσα στο 2023 καθιστά επιφυλακτικούς όσους βρίσκονται σε θέσεις λήψης αποφάσεων», προσθέτει ο ίδιος. Αν και οι JPMorgan και Goldman Sachs παρέμειναν στην κορυφή των συμβουλευτικών εταιρειών στη σύναψη συμφωνιών Μ&Α, μικρότεροι παίκτες επεκτείνουν την παρουσία τους, με την Centerview Partners να καταλαμβάνει τη 3η θέση στη διεθνή κατάταξη μέσα στο α΄ τρίμηνο.
Διστακτικοί οι επενδυτές παρά τις χαμηλότερες αποτιμήσεις των εταιρειών
Αναλυτές της αγοράς επισημαίνουν πως παρά τις χαμηλότερες αποτιμήσεις των εταιρειών σε σχέση με το ράλι επί πανδημίας ιδιαίτερα στον κλάδο της τεχνολογίας, επικρατεί μια διστακτικότητα ως προς την αποπεράτωση εξαγορών.
Αξίζει να θυμίσουμε πως οι συμφωνίες που είχαν πραγματοποιηθεί μόνον από ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια (private equity funds) και καινοτόμα κεφάλαια (venture capital) είχαν ξεπεράσει τις 2.000 κατά τη διάρκεια του β΄ τριμήνου του 2021, φθάνοντας τα 105,94 δισ. δολάρια. Πέρσι όλες οι Μ&Α συρρικνώθηκαν στα 3,66 τρισ. δολάρια, με τις προβλέψεις για το 2023 να είναι απαισιόδοξες ακόμη και πριν την κατάρρευση της SVB στις 10 Μαρτίου. «Μέσα στο α΄ τρίμηνο είχαμε μεγάλη μεταβλητότητα και αβεβαιότητα – και φαίνεται πως αναμένονται περαιτέρω προκλήσεις μέσα στο 2023», σχολίασε η Ανού Άιγενγκαρ, επικεφαλής στον τομέα Μ&Α της JPMorgan Chase & Co., στο πρακτορείο Reuters.