THEPOWERGAME
Το χάσμα μεταξύ επιτοκίων δανεισμού και καταθέσεων προβληματίζει τις κυβερνήσεις σε όλον τον κόσμο από την Ευρώπη μέχρι τη Νέα Ζηλανδία σε μια περίοδο που οι πολίτες ήδη δυσανασχετούν από το υψηλό κόστος διαβίωσης. Οι κεντρικές τράπεζες έχουν αυξήσει απότομα το κόστος δανεισμού εδώ και έναν χρόνο για να συγκρατήσουν τις αλματώδεις ανατιμήσεις σε τρόφιμα και ενέργεια, οδηγώντας αναπόφευκτα σε άνοδο τις μηνιαίες δόσεις όσων στεγαστικών δανείων με κυμαινόμενο επιτόκιο. Αλλά οι εμπορικές τράπεζες δεν προσφέρουν ακόμα ένα ικανοποιητικό αντίκρισμα στις αποταμιεύσεις.
Αναλυτές που μίλησαν στο τηλεοπτικό δίκτυο του Bloomberg αποδίδουν εν μέρει τα χαμηλά επιτόκια στις καταθέσεις στο ότι οι τράπεζες δεν αναγκάζονται να συναγωνιστούν μεταξύ τους, καθώς οι αποταμιεύσεις από την πανδημία παραμένουν υψηλές, ιδίως στην Ευρώπη. Βασικός λόγος είναι η οικονομική ανασφάλεια που τροφοδοτείται από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και την παγκόσμια ενεργειακή κρίσης.
Έρευνα του ασφαλιστικού ομίλου της Allianz που δημοσιοποιήθηκε αρχές Φεβρουαρίου ενισχύει την εκτίμηση αυτή. Έδειξε πως οι πλεονάζουσες αποταμιεύσεις επί πανδημίας παραμένουν εύρωστες. Στην Ισπανία και τη Βρετανία προσεγγίζουν το 25% της ετήσιας κατανάλωσης, φθάνοντας τα 190 δισ. ευρώ και τις 370 δισ. στερλίνες αντίστοιχα. Στη Γαλλία ανέρχονται 175 δισ. ευρώ και στην Ιταλία φθάνουν τα 185 δισ. ευρώ.
Αν και η κατανάλωση αναμένεται να είναι συντηρητική στην Ευρώπη μέσα στο 2023, οι δαπάνες στις ΗΠΑ σημείωσαν τον Ιανουάριο τη μεγαλύτερη άνοδο σχεδόν της τελευταίας διετίας. Στόχος δε της σύσφιξης της νομισματικής πολιτικής είναι, μεταξύ άλλων, να συγκρατηθεί η κατανάλωση και άρα οι πληθωριστικές τάσεις στις οικονομίες. Τα ελκυστικότερα επιτόκια στις καταθέσεις βοηθούν ως προς την επίτευξη του στόχου αυτού, επισημαίνουν οικονομικοί αναλυτές.
«Το μήνυμα που διαβιβάζουμε στις τράπεζες είναι πως ενέργησαν τάχιστα ως προς την αύξηση των επιτοκίων στη στεγαστική πίστη, αλλά καθυστερούν να πράξουν αναλόγως στις καταθέσεις και έτσι παραμένουν υψηλά τα περιθώρια κερδοφορίας τους», σχολίασε την περασμένη εβδομάδα ο Άντριαν Όρ, διοικητής της κεντρικής τράπεζας στη Νέα Ζηλανδία.
Στην Αυστραλία, το υπουργείο Οικονομικών ζήτησε τη διεκπεραίωση έρευνας καθώς το επιτόκιο των online αποταμιεύσεων κινείται στο 0,85% έναντι του 3,35% που είναι το βασικό επιτόκιο της κεντρικής τράπεζας και περίπου του 5% που ισχύει στα στεγαστικά δάνεια με κυμαινόμενο επιτόκιο. Τα μέλη του βρετανικού κοινοβουλίου έθεσαν στο στόχαστρο τις τράπεζες -συμπεριλαμβανομένων των Lloyds Banking Group και HSBC Holdings- διότι δεν περνούν τις αυξήσεις των επιτοκίων που έχει πραγματοποιήσει η Τράπεζα της Αγγλίας εδώ και ένα 12μήνο. Ενώ το βασικό επιτόκιο κινείται στο 4%, αντανακλώντας το υψηλότερο επίπεδο από τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008, οι τράπεζες προσφέρουν ένα 0,55% στις αποταμιεύσεις άμεσης πρόσβασης (instant access deposits).
Στην Ελλάδα το μέσο σταθμισμένο επιτόκιο των υφιστάμενων καταθέσεων παρέμεινε σχεδόν αμετάβλητο τον Ιανουάριο στο 0,05% ενώ το αντίστοιχο κόστος εξυπηρέτησης των δανείων έφθασε το 4,58%, σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος.
Στην Ιρλανδία, ο μέσος όρος των επιτοκίων στα νέα στεγαστικά δάνεια κινούνταν τον Δεκέμβριο στο 2,69%, ενώ το αντίστοιχο επιτόκιο στις καταθέσεις προσυμφωνημένης διάρκειας (agreed maturity) περιορίζονταν στο 0,63% έναντι του αντίστοιχου 1,44% που επικρατεί στην Ευρωζώνη, σύμφωνα με την εφημερίδα Irish Examiner. «Τα στοιχεία αυτά δείχνουν πως την καθυστέρηση των τραπεζών να περάσουν από την αρχή τις αυξήσεις των επιτοκίων της ΕΚΤ στις καταθέσεις», σχολίασε ο Ντάραγκ Κάσιντι, επικεφαλής επικοινωνίας της εταιρείας αναλύσεων Bonkers.e., στην ιρλανδική εφημερίδα.